Η Ινδία απέρριψε ως «λανθασμένες και αβάσιμς» τις δηλώσεις του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ που υπονοούσαν ότι ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι επικοινωνούσε με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν σχετικά με τον αντίκτυπο των τιμωρητικών αμερικανικών δασμών στις αγορές ρωσικού πετρελαίου.
Το υπουργείο Εξωτερικών της Ινδίας χαρακτήρισε τις δηλώσεις ως εικασίες, ανακοινώνοντας σήμερα ότι δεν υπήρξε τέτοια συζήτηση.
Ρούτε: Ο Μόντι μιλάει στο τηλέφωνο με τον Πούτιν για τους δασμούς
Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε, σε συνέντευξή του στο CNN, μίλησε για τον διπλασιασμό των δασμών στις ινδικές εισαγωγές από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στο 50% λόγω των αγορών ρωσικού πετρελαίου από την Ινδία.
«Αυτό επηρεάζει άμεσα τη Ρωσία, επειδή το Δελχί μιλάει τώρα στο τηλέφωνο με τον Πούτιν στη Μόσχα και ο Ναρέντρα Μόντι τον ρωτάει: “Σας υποστηρίζω, αλλά θα μπορούσατε να μου εξηγήσετε τη στρατηγική, επειδή τώρα έχω πληγεί από δασμούς 50% από τις Ηνωμένες Πολιτείες;”», δήλωσε ο Ρούτε στη συνέντευξη που δημοσιεύθηκε την Πέμπτη.
«Η δήλωση είναι ανακριβής και εντελώς αβάσιμη», δήλωσε ο εκπρόσωπος του ινδικού υπουργείου Εξωτερικών Ράντχιρ Τζαϊσβάλ σε τακτική ενημέρωση. «Σε καμία περίπτωση ο πρωθυπουργός Μόντι δεν έχει μιλήσει με τον πρόεδρο Πούτιν με τον τρόπο που προτείνεται. Δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία τέτοια συζήτηση».
Απαντώντας σε αίτημα του Reuters, ένας εκπρόσωπος του ΝΑΤΟ δήλωσε: «Δεν έχουμε τίποτα άλλο να προσθέσουμε σε όσα είπε ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ».
Η Ινδία εκμεταλλεύτηκε τις εκπτώσεις στην ρωσική παραγωγή για να γίνει ο μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικού αργού πετρελαίου που μεταφέρεται μέσω θαλάσσης από την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία το 2022.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος επιδιώκει να μεσολαβήσει για τον τερματισμό της ουκρανικής σύγκρουσης, δήλωσε ότι οι εισαγωγές πετρελαίου της Ινδίας βοηθούν στη χρηματοδότηση της πολεμικής προσπάθειας της Μόσχας.
Το Νέο Δελχί δήλωσε ότι οι αγορές ρωσικού πετρελαίου έχουν διατηρήσει τις αγορές σε ισορροπία και κατηγόρησε τη Δύση για διπλά μέτρα και σταθμά, επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ εξακολουθούν να αγοράζουν ρωσικά αγαθά αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Πηγή: Reuters