Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν αντέχει την κριτική. Από τους New York Times και τη Wall Street Journal έως τον πρώην επικεφαλής του FBI, Τζέιμς Κόμεϊ και πρώην συνεργάτες, όποιος τολμήσει να τον αμφισβητήσει αντιμετωπίζει απειλές, αγωγές, διώξεις.
Το μοτίβο είναι σαφές: η συστηματική προσπάθεια φίμωσης των αντιπάλων από έναν πρόεδρο που εξελέγη μεταξύ άλλων για την υπόσχεσή του να προασπιστεί την ελευθερία του λόγου και να βάλει φρένο στην cancel culture και το ιδιότυπο σιωπητήριο που είχε επιβληθεί τα προηγούμενα χρόνια.
Και αν αναζητείται έμπνευση για αυτή τη στρατηγική, ο ίδιος ο Τραμπ τη δείχνει: είναι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τον οποίο χθες εγκωμίασε για την «τρομερή δουλειά» που κάνει στην Τουρκία – ακόμη και παραδεχόμενος πως «κανείς δεν ξέρει καλύτερα από εκείνον από νοθευμένες εκλογές».
Οι τηλεοπτικές άδειες
Το επεισόδιο με τον Τζίμι Κίμελ είναι αποκαλυπτικό. Κριτική βεβαίως στα είπε ο δημοφιλής παρουσιαστής και στην προσπάθειά του να ταυτίσει τον δολοφόνο του Τσάρλι Κερκ με το κίνημα MAGA, μπορεί εύκολα κανείς να ασκήσει. Από το σημείο αυτό, ωστόσο, μέχρι να απειληθεί με αφαίρεση άδειας το τηλεοπτικό δίκτυο αν δεν τον απομακρύνει, το χάσμα είναι τεράστιο. Την καλλιέργεια του κλίματος φόβου ενίσχυσε και ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ με τις αναρτήσεις του με τις οποίες διαμαρτυρήθηκε για την επιστροφή του Κίμελ στον τηλεοπτικό αέρα και προειδοποίησε με αγωγή.
Ο Τραμπ έχει εξαπολύσει αγωγές ήδη κατά των New York Times και της Wall Street Journal, απειλώντας ακόμη και με ποινικές διώξεις. Αδύναμες νομικά, αυτές οι κινήσεις λειτουργούν ως ψυχολογικός εκφοβισμός σε μια βιομηχανία που ήδη παλεύει με οικονομικές δυσκολίες, αλλά και της οποίας ο ρόλος είναι καθοριστικής σημασίας για τη σωστή λειτουργία της Δημοκρατίας.
Η Δικαιοσύνη ως εργαλείο πολιτικής εκδίκησης
Αντίστοιχα ανησυχητική είναι η περίπτωση του Τζέιμς Κόμεϊ. Ο πρώην διευθυντής του FBI βρέθηκε κατηγορούμενος μετά από άμεσες πιέσεις του Τραμπ στο υπουργείο Δικαιοσύνης και αφού προηγουμένως είχε «καρατομηθεί» ο εισαγγελέας που αρνήθηκε να του ασκήσει δίωξη.
Η εικόνα είναι ξεκάθαρη: μια Δικαιοσύνη εργαλειοποιημένη για την πολιτική εξόντωση αντιπάλων, με το μήνυμα προς όλους να είναι ηχηρό – «αν σταθείς εμπόδιο, θα έχεις την ίδια τύχη».
Σε αυτό το σκηνικό, ο θαυμασμός του Τραμπ για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί. Τον υποδέχθηκε στον Λευκό Οίκο με καρφίτσα F-35 στο πέτο, τον αποκάλεσε φίλο και με μια δόση κυνικής ειλικρίνειας σημείωσε: «Κανείς δεν ξέρει καλύτερα από αυτόν από νοθευμένες εκλογές». Και δεν έμεινε εκεί: τον επαίνεσε ότι «έχει κάνει τρομερή δουλειά στη χώρα του». Αν εννοούσε τις «καρατομήσεις» κεντρικών τραπεζιτών, τις συνταγματικές αναθεωρήσεις κομμένες και ραμμένες στα μέτρα του, ή τις φυλακίσεις αντιπάλων, μόνο ο ίδιος ξέρει.
Ο Ερντογανισμός αλά Τραμπ
Το βέβαιο είναι πως ο Τραμπ υιοθετεί βήμα-βήμα το «τουρκικό manual». Επιθέσεις στα ΜΜΕ, πειθαρχία μέσω εκφοβισμού, προσωπικές διώξεις.
Και όπως ο Ερντογάν χρησιμοποίησε το κράτος για να «καθαρίσει» το τοπίο από κάθε εμπόδιο, έτσι και ο Τραμπ δείχνει διατεθειμένος να διαλύσει κάθε θεσμικό φραγμό. Έχουμε ξαναπεί πως και οι δύο αισθάνονται οι «εκλεκτοί» της Ιστορίας, εκείνοι που καλούνται να αναμορφώσουν τον κόσμο, ασκώντας την εξουσία προσωπικά και όχι μέσω ανώνυμων θεσμών.
Μπορεί η αμερικανική δημοκρατία να αντέξει έναν ερντογανισμό made in USA; Η ισχυρή παράδοση ελευθεροτυπίας, το Σύνταγμα, αλλά και το Κογκρέσο θέτουν προς το παρόν ισχυρούς φραγμούς.