Skip to main content

Τραμπ: Δεν αποτελεί έγκλημα ένα συζυγικό καβγαδάκι

REUTERS/Brian Snyder

«Πράγματα λιγότερο σοβαρά που γίνονται στο σπίτι, τα λένε εγκλήματα»

Να υποβαθμίσει το θέμα της ενδοοικογενειακής βίας επιχειρεί ο Αμερικανός Πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, υποστηρίζοντας πως τα περιστατικά βίας μέσα στο σπίτι, δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται στις στατιστικές για την εγκληματικότητα.

Μάλιστα, το πήγε και ένα βήμα παραπέρα, λέγοντας ότι οι αντίπαλοί του χρησιμοποιούν τα στοιχεία για «έναν μικρό καβγά με τη σύζυγο» για να υπονομεύσουν την καταστολή που επιχειρεί στην Ουάσινγκτον.

Κατά τη διάρκεια των δηλώσεών του στο Μουσείο της Βίβλου στην Ουάσινγκτον, ο Τραμπ ισχυρίστηκε χωρίς αποδεικτικά στοιχεία ότι πλέον δεν υπήρχε μηδενικό έγκλημα στην αμερικανική πρωτεύουσα.

Ενώ η εγκληματικότητα, στην πραγματικότητα, μειώνεται στην πρωτεύουσα – και ο δήμαρχος της Ουάσινγκτον έχει πιστώσει την αύξηση των ομοσπονδιακών αρχών επιβολής του νόμου ως τη συμβολή στη μείωση – εξακολουθούν να συμβαίνουν ληστείες, επιθέσεις και κλοπές σε καθημερινή βάση.

Μόνο την Κυριακή, σημειώθηκε μία ανθρωποκτονία, έξι κλοπές μηχανοκίνητων οχημάτων, δύο επιθέσεις με θανατηφόρο όπλο, τέσσερις ληστείες και περισσότερες από 30 κλοπές, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της αστυνομίας.

«Δεν υπάρχει έγκλημα. Είπαν, “Η εγκληματικότητα έχει μειωθεί κατά 87%”», δήλωσε ψευδώς ο Τραμπ τη Δευτέρα. «Είναι περισσότερο από 87% – ουσιαστικά δεν υπάρχει καθόλου».

Ο Αμερικανός πρόεδρος τη Δευτέρα φάνηκε ιδιαίτερα αγανακτισμένος που τα εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας μετράνε εναντίον του. «Πράγματα που συμβαίνουν στο σπίτι τα αποκαλούν έγκλημα», είπε. «Θα κάνουν ό,τι μπορούν για να βρουν κάτι. Αν ένας άντρας τσακωθεί λίγο με τη σύζυγο, λένε ότι αυτός ήταν τόπος εγκλήματος».

Περίπου το 41% των γυναικών και το 26% των ανδρών στις ΗΠΑ έχουν υποστεί τουλάχιστον μια φορά κατά τη διάρκεια της ζωής τους σεξουαλική βία, σωματική βία ή παρενόχληση – για παράδειγμα, εμμονική παρακολούθηση (stalking) – από τον ή την σύντροφό τους, σύμφωνα με έρευνα της κυριότερης αμερικανικής ομοσπονδιακής υπηρεσίας δημόσιας υγείας (τα κέντρα ελέγχου και πρόληψης ασθενειών, ή CDC).

Πηγές: New York Times, ΑΠΕ-ΜΠΕ