Skip to main content

Γιατί οι γείτονες είναι σήμερα πιο σημαντικοί από ποτέ

Ζούμε στην ψηφιακή εποχή, αλλά τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει την άμεση ανθρώπινη παρουσία

Πολλοί από εμάς μεγαλώσαμε με την αίσθηση ότι οι γείτονες είναι άνθρωποι που πρέπει να αποφεύγουμε: άβολες συναντήσεις, παρεμβατικότητα, ανεπιθύμητες υποχρεώσεις.

Κι όμως, οι μικρές σχέσεις που αναπτύσσονται με όσους ζουν δίπλα μας μπορούν να μετατραπούν σε πηγή ασφάλειας, σύνδεσης και ανθεκτικότητας.

Η συγγραφέας Τίφανι Γουότ Σμιθ θυμάται τη Γιαν, μια ηλικιωμένη γυναίκα που ζούσε μόνη στο διπλανό διαμέρισμα στο Γουόλθαμστοου του Λονδίνου.

Όπως αφηγείται στους Financial Times από τα απλά «καλημέρα» και τις σύντομες συζητήσεις, οι συναντήσεις τους εξελίχθηκαν σε μια βαθιά ανθρώπινη σχέση που άλλαξε τον τρόπο που αντιλαμβανόταν την έννοια της γειτονιάς.

Η υποτιμημένη αξία της γειτονίας

Παρά το γεγονός ότι οι «γείτονες από την κόλαση» συχνά τροφοδοτούν σενάρια για ταινίες και σίριαλ, η θετική συμβολή τους στην ευημερία μας παραμένει ελάχιστα μελετημένη.

Έρευνα του World Values Survey δείχνει ότι το 84% των Βρετανών εμπιστεύεται τους γείτονές του, ποσοστό από τα υψηλότερα παγκοσμίως, ενώ στις ΗΠΑ το αντίστοιχο ποσοστό φθάνει το 72%.

Στατιστικές υπηρεσίες σε Βρετανία και Αμερική καταγράφουν ότι οι καθημερινές επαφές μειώνονται.Η ακρίβεια, η έλλειψη δημόσιου χώρου και η ολοένα πιο διαδικτυακή ζωή μας ωθούν στην απομόνωση.

Η πανδημία Covid-19 υπενθύμισε ωστόσο το πόσο σημαντικοί μπορούν να γίνουν οι γείτονες σε στιγμές κρίσης, από τα ψώνια μέχρι την απλή συντροφιά.

Η γειτονία ως «δεξιότητα»

Η «καλή γειτονία» δεν είναι έμφυτη. Είναι μια δεξιότητα που καλλιεργείται. Από τον 17ο αιώνα, όπως γράφει στους FT η Σμιθ, τα εγχειρίδια συμπεριφοράς προέτρεπαν τους ανθρώπους να είναι «καλοί γείτονες».

Οι κοινωνίες τότε εξαρτώνταν από αμοιβαία βοήθεια: από τη συγκομιδή και τις αρρώστιες έως τις χαρές και τις απώλειες.

Αργότερα, η καταναλωτική ευμάρεια και η γεωγραφική κινητικότητα του 20ού αιώνα αποδυνάμωσαν αυτά τα δίκτυα. Οι άνθρωποι έγιναν πιο αυτάρκεις χάρη σε συσκευές και υπηρεσίες, ενώ οι μετακινήσεις για εργασία γέννησαν το αίσθημα της ριζικής αποξένωσης. Παράλληλα, η κουλτούρα ανέδειξε το στερεότυπο του «περίεργου γείτονα» που παρεμβαίνει υπερβολικά.

Ωστόσο εξακολουθούν να υπάρχουν «αόρατες συνδέσεις» με τους ανθρώπους της γειτονιάς μας. Και αυτές καλλιεργούν μια λανθάνουσα αίσθηση εμπιστοσύνης που μπορεί να ενεργοποιηθεί σε κρίσιμες στιγμές.

Η εμπειρία με τη Γιαν έδειξε στη Σμιθ το πώς μικρές στιγμές επικοινωνίας μπορούν να εξελιχθούν σε ουσιαστική φροντίδα: από το να κρατάει κανείς τα κλειδιά της μέχρι την εμπλοκή με κοινωνικές υπηρεσίες όταν εκείνη δεν μπορούσε πλέον να ζει μόνη.

Γείτονες στην εποχή της οθόνης

Σήμερα η «ψηφιακή γειτονία» παίρνει τη μορφή τοπικών ομάδων στο Facebook ή εφαρμογών ανταλλαγής.

Ωστόσο, τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει την άμεση ανθρώπινη παρουσία. Ένα χαμόγελο, μια σύντομη κουβέντα ή η παραχώρηση ενός ζευγαριού κλειδιών παραμένουν πράξεις που δημιουργούν αίσθημα ασφάλειας και ανήκειν.

Όπως καταλήγει η συγγραφέας, το αίσθημα ότι αν συμβεί κάτι απρόοπτο οι πρώτοι που θα σταθούν δίπλα σου θα είναι οι γείτονες — άγνωστοι κάποτε, αλλά τώρα πρόσωπα οικεία — είναι ανεκτίμητο.