Skip to main content

Η μεταδοτική φύση των σύγχρονων συγκρούσεων: Ατελείωτοι και υβριδικοί πόλεμοι

REUTERS/Stringer

Αυξάνονται τα «θερμά» μέτωπα στον πλανήτη αλλά αυξάνεται και η διάρκειά τους

Βίαιες συγκρούσεις, εμφύλιες διαμάχες, εκτοπισμένοι, λιμός, άνθρωποι στα όριά τους. Ο πόλεμος είναι τόσο διαδεδομένος γύρω μας, σε επίπεδα που δεν είχαμε γνωρίσει για δεκαετίες ολόκληρες.

Μόνο πέρυσι, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data (ACLED), καταγράφηκαν συγκρούσεις σε τουλάχιστον 50 διαφορετικές χώρες, από τον εμφύλιο πόλεμο στη Μιανμάρ έως την ακραία βία μεταξύ των καρτέλ ναρκωτικών στο Μεξικό.

Όπως δείχνουν τα δεδομένα, οι συγκρούσεις δεν απλώνονται απλά στον χάρτη. Παράλληλα, γίνονται πιο αιματηρές και περίπλοκες. Ενδεικτικά, την περίοδο μεταξύ 2010 και 2019, ο αριθμός θανάτων που προκλήθηκε από ένοπλες συγκρούσεις παγκοσμίως ήταν πάνω από 953.000. Σε πολύ μικρότερο διάστημα, την περίοδο μεταξύ 2020 και 2024, ο αντίστοιχος αριθμός ξεπέρασε το 1 εκατομμύριο.

Η αύξηση αυτή στις απώλειες αποδίδεται κυρίως σε τρεις μεγάλες συγκρούσεις: τον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε το στρατιωτικό πραξικόπημα στη Μιανμάρ το 2021, την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022 και τον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς που ξεκίνησε το 2023 στη Λωρίδα της Γάζας. Αυτές οι συγκρούσεις ήταν υπεύθυνες για πάνω από τους μισούς θανάτους που καταγράφηκαν το 2024.

Ενώ όμως ο αριθμός των νεκρών είναι ένα σημαντικό στοιχείο για την κατανόηση της σοβαρότητας μιας σύγκρουσης, δεν αποκαλύπτει ολόκληρο το εύρος της τραγωδίας. Αυτά τα κομμάτια του παζλ το συμπληρώνουν στοιχεία για τον αριθμό των εμπλεκόμενων πλευρών στις συγκρούσεις ή τον τρόπο που επηρεάζονται οι άμαχοι.

Στη Μιανμάρ, για παράδειγμα, υπάρχουν εκατοντάδες ένοπλες ομάδες που συμμετείχαν σε δεκάδες διαφορετικές μάχες στη χώρα. Αντίστοιχα, οι ισραηλινές επιχειρήσεις στη Γάζα έχουν τεράστιο αντίκτυπο στους αμάχους, τόσο όσον αφορά τον αριθμό των νεκρών αμάχων όσο και τον αριθμό των πολιτών των οποίων επηρεάζεται η καθημερινότητα και η ποιότητα ζωής.

Η εποχή των «παγκόσμιων πολέμων»

Οι ειδικοί του ACLED προβλέπουν ότι η μεταδοτικότητα αυτή της βίας πιθανότατα θα συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια του 2025 αλλά και την περίοδο που θα ακολουθήσει.

Πλέον με αυτή την έξαρση βίας εισερχόμαστε σε μια περίοδο που η αναλύτρια Μίνα Άλαντερ χαρακτηρίζει η εποχή των «παγκόσμιων πολέμων», κατά την οποία λαμβάνουν χώρα πολλές συγκρούσεις σε διαφορετικά μέρη του κόσμου.

Η ίδια εκτιμάει ότι πιθανότατα δεν θα ανοίξουν το εύρος τους και τελικά θα περιοριστούν σε περιφερειακό επίπεδο, ωστόσο, προειδοποιεί ότι η ύπαρξη πολλαπλών ταυτόχρονων ενεργών συγκρούσεων μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα κάθετης κλιμάκωσης ή την ανάμειξη σε μια μεγαλύτερη σύγκρουση.

Οι ΗΠΑ σε ρόλο πυροσβέστη

Η αναλύτρια υποστηρίζει ότι ο τρόπος που η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν αντιμετώπισε τη ρωσική επιθετικότητα, εστιάζοντας στο να μην κάνει τίποτα που θα μπορούσε να διακινδυνεύσει την κλιμάκωση σε έναν πυρηνικό πόλεμο, τελικά παράβλεψε, υποτίμησε ή και αποδέχθηκε ως το μικρότερο κακό την οριζόντια κλιμάκωση που βλέπουμε σήμερα στις άλλες συγκρούσεις που «φουντώνουν» στον πλανήτη.

Με αυτόν τον τρόπο, οι ΗΠΑ υπό τον Μπάιντεν επέδειξαν την έλλειψη αποφασιστικότητας που επέτρεψε στη Ρωσία να συνεχίσει τον πόλεμό της στην Ουκρανία και ενθάρρυναν άλλες δυνάμεις να δοκιμάσουν την τύχη τους χωρίς τον φόβο των συνεπειών, αναφέρει.

Αυτό όμως που ξεκίνησε η διοίκηση Μπάιντεν, το αποτελείωσε η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, σύμφωνα πάντα με την Άλαντερ. Όπως σημειώνει, η υστέρηση της κυβέρνησης Τραμπ σε διπλωματικό επίπεδο εκλαμβάνεται από πολλές αναθεωρητικές δυνάμεις ότι έχουν το ελεύθερο να δρουν ανενόχλητες ενώ γύρω τους καταρρέει η παγκόσμια τάξη όπως είχε διαμορφωθεί μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

«Ο Τραμπ και οι άνθρωποι του MAGA μπορεί να μην ενδιαφέρονται αρκετά ή να μην γνωρίζουν καλά την εξωτερική πολιτική, αλλά οποιαδήποτε προσπάθεια να την αγνοήσουν και να αποσυρθούν από τον παγκόσμιο ρόλο τους θα οδηγήσει σε μια μόνιμη ανάγκη να παίζουν τον ρόλο του πυροσβέστη», λέει χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι η κατάσβεση «πυρκαγιών» είναι πάντα πιο δύσκολη από την πρόληψη.

Αν οι ΗΠΑ κληθούν να παίξουν τον ρόλο του πυροσβέστη είναι γιατί υπό τον Τραμπ γυρίζουν την πλάτη στην διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες, εξηγεί, κάνοντας λόγο για μια νέα τάξη πραγμάτων που χαρακτηρίζεται από μεγάλες δυνάμεις και αναγνωρισμένες σφαίρες επιρροής.

Το πυρηνικό παράδοξο

Τι γίνεται όμως όταν ανάβουν τα αίματα μεταξύ δύο πυρηνικών δυνάμεων, όπως προσφάτως είδαμε να συμβαίνει μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν; Η σύντομη αναμέτρηση των δύο γειτονικών χωρών «φλέρταρε» με τον πυρηνικό όλεθρο αλλά τελικά φαίνεται να επιβεβαιώνει το «παράδοξο σταθερότητας-αστάθειας». Και ελπίζουμε να συνεχίσει να επιβεβαιώνεται.

Η θεωρία αυτή υποστηρίζει ότι ενώ η απειλή της αμοιβαίας καταστροφής μειώνει την πιθανότητα σύγκρουσης μεταξύ των πυρηνικών δυνάμεων, την ίδια ώρα αυξάνει την πιθανότητα να εμπλακούν σε περιφερειακούς συμβατικούς πολέμους ή σε μάχες μέσω αντιπροσώπων.

Ως αποτέλεσμα, η ίδια η συνθήκη που αποτρέπει έναν μεγάλης κλίμακας πυρηνικό πόλεμο (ο αμοιβαίος φόβος για πυρηνική καταστροφή) μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των χαμηλότερης έντασης συγκρούσεων.

Συγκρούσεις δίχως τέλος

Την ώρα που αυξάνονται τα «θερμά» μέτωπα στον πλανήτη, γίνεται όλο και περισσότερο εμφανές ότι οι συγκρούσεις τραβάνε πολύ σε διάρκεια καθώς τα εμπόλεμα μέρη δυσκολεύονται να βάλουν οριστικό τέλος. Είναι οι λεγόμενοι ατελείωτοι-αιώνιοι πόλεμοι (Forever Wars), σύμφωνα με τον καθηγητή Λόρενς Φρίντμαν.

Ο πόλεμος της Ουκρανίας, για παράδειγμα, κρατάει ήδη 3,5 χρόνια και πιθανώς η μόνη κατάκτηση των διπλωματικών προσπαθειών των Ηνωμένων Πολιτειών για τον τερματισμό των συγκρούσεων είναι η διαπίστωση ότι θα διαρκέσει αρκετά. Αλλά και να συμφωνηθεί κατάπαυση του πυρός, αυτό που μένει είναι πάνω από τρία χρόνια ενός πολέμου φθοράς με πολλές απώλειες.

Αντίστοιχα, όταν το Ισραήλ ξεκίνησε την εισβολή του στη Λωρίδα της Γάζας ως απάντηση για την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν ζητούσε μια «γρήγορη, αποφασιστική και συντριπτική» επιχείρηση από το Ισραήλ.

REUTERS/Amir Cohen

Αντ’ αυτού, η ισραηλινή επιχείρηση συνεχίστηκε για 15 μήνες και άνοιξε νέα μέτωπα στον Λίβανο, τη Συρία και την Υεμένη προτού επιτευχθεί εκεχειρία τον Ιανουάριο του 2025. Και αυτό βέβαια δεν κράτησε πολύ. Μέχρι τα μέσα Μαρτίου, ο πόλεμος είχε αναζωπυρωθεί και οδήγησε στις οδυνηρές καταστάσεις που βλέπουμε σήμερα να εκτυλίσσονται στον παλαιστινιακό θύλακα.

Η ιδέα ότι οι αιφνιδιαστικές επιθέσεις μπορούν να φέρουν αποφασιστικές νίκες άρχισε να ενσωματώνεται στη στρατιωτική σκέψη τον δέκατο ένατο αιώνα. Η ελκυστικότητά τους δε είναι αναμφισβήτητη αν αναλογιστεί κανείς τα πλεονεκτήματα που προσφέρουν: άμεση επιτυχία με ανεκτό κόστος.

Ωστόσο, οι δυνάμεις που τις αναλαμβάνουν έχουν δείξει επανειλημμένως στην διάρκεια του χρόνου πόσο δύσκολο είναι να ολοκληρωθεί ένας πόλεμος νωρίς και επιφέροντας το ικανοποιητικό αποτέλεσμα, σημειώνει ο Φρίντμαν.

Οι αστραπιαίοι πόλεμοι συχνά καταλήγουν ατελείωτοι γιατί οι δυνάμεις που τους ξεκινούν καθοδηγούνται από μία πλάνη, ότι όλα θα τελειώσουν σύντομα. Έτσι δεν προετοιμάζονται ούτε όσον αφορά τον αμυντικό σχεδιασμό ούτε όσον αφορά την αναδιάρθρωση της οικονομίας και την προετοιμασία της κοινωνίας για το αντίθετο αποτέλεσμα. Και συχνά οι συνθήκες τις αναγκάζει να προσαρμοστούν στην πράξη, να βρουν μια νέα ευθυγράμμιση μεταξύ των διαθέσιμων μέσων και των σκοπών, να συμβιβαστούν.

REUTERS/Stringer

Κάτι τέτοιο βλέπουμε να γίνεται αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία. Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022, ο Βλαντίμιρ Πούτιν που ήθελε μια αστραπιαία νίκη συνειδητοποίησε ότι η Ρωσία διακινδύνευε να ταπεινωθεί μην πετυχαίνοντας τους στόχους της, εκτός αν μπορούσε να ρίξει περισσότερους στρατιώτες στο μέτωπο και να θέσει την οικονομία της χώρας σε πολεμική βάση.  Παράλληλα, άλλαξε το αφήγημά του και η «ειδική στρατιωτική του επιχείρηση» μετατράπηκε σε ένα υπαρξιακό αγώνα ενάντια στη Δύση που δίνει άπλα χρόνου στις συγκρούσεις.

Για τον Φρίντμαν όμως η λύση δεν μπορεί να είναι η προετοιμασία για πολέμους με αόριστη χρονική διάρκεια, αλλά η ανάπτυξη εκδοχών νίκης που είναι ρεαλιστικές ως προς τους πολιτικούς στόχους και ευέλικτες στον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να επιτευχθούν.

Υβριδικός πόλεμος

Αν μας έχει δείξει ένα πράγμα ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι πώς και πόσο έχει αλλάξει η ίδια η φύση του πολέμου. Ο ηλεκτρονικός πόλεμος και οι παρεμβολές, οι δολιοφθορές, ο ψυχολογικός πόλεμος, η παραπληροφόρηση και η μάχη για την επικράτηση στον χώρο των πληροφοριών, η χρήση της τεχνολογίας και η ενσωμάτωση των drones σε κάθε πτυχή των συγκρούσεων, είναι μερικά μόνο παραδείγματα από αυτό που ονομάζουμε υβριδικό πόλεμο.

Οι μάχες δίνονται πλέον (και) μακριά από τα πεδία των μαχών, με την χρήση μη συμβατικών μέσων και μεθόδων. Ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα αυτού του είδους είναι η πρόσφατη ουκρανική επιχείρηση «Ιστός της Αράχνης», κατά την οποία καταστράφηκαν ή υπέστησαν σοβαρές ζημιές πολλά ρωσικά βομβαρδιστικά.

Πλήττοντας βάσεις που βρίσκονται βαθιά μέσα στο ρωσικό έδαφος, η Ουκρανία έστησε πρώτα από όλα μια ψυχολογική ενέδρα που στόχο έχει να προκαλέσει παράνοιας και τριβές στο εσωτερικό της Ρωσίας, σύμφωνα με τον καθηγητή Ρομάν Σερεμέτα.

«Η Ουκρανία δεν έπληξε απλώς αεροσκάφη, αλλά μετέτρεψε την αβεβαιότητα σε όπλο. Μετέτρεψε την τεράστια επικράτεια της Ρωσίας σε πεδίο αμφιβολίας», σχολιάζει ο καθηγητής προσθέτοντας πως η ουκρανική επιχείρηση είναι ο ασύμμετρος πόλεμος στην καλύτερη εκδοχή του.  «Δεν χρειάζεται να αναμετρηθείς με τον εχθρό σου. Απλά πρέπει να τον κάνεις να φοβάται τη σκιά του. Έτσι κερδίζεις χωρίς καν να ρίξεις την επόμενη βολή», υποστηρίζει.

Μία άλλη χαρακτηριστική περίπτωση του πώς επαναπροσδιορίζεται ο τρόπος διεξαγωγής των σύγχρονων πολέμων είναι οι επιθέσεις που εξαπέλυσε το Ισραήλ στη Χεζμπολάχ, όπως παρατηρεί ο αναλυτής και πρόεδρος του Eurasia Group, Ιαν Μπρέμερ.

REUTERS/Adnan Abidi

Η σιιτική πολιτοφυλακή του Λιβάνου, που υποστηρίζεται από το Ιράν, διέθετε ένα τρομερό οπλοστάσιο και τον ισχυρότερο μη κρατικό στρατό στον κόσμο. Επομένως το Ισραήλ, που είχε ήδη μία στρατιωτική επιχείρηση σε εξέλιξη στη Γάζα, δεν επιθυμούσε απευθείας αντιπαράθεση. Μέσα σε διάστημα λίγων μηνών όμως κατάφερε να καταστρέψει τις στρατιωτικές υποδομές και την επικοινωνία των μελών της και τελικά να την «αποκεφαλίσει» σκοτώνοντας τον αρχηγό της.

Η αρχή του τέλους γράφτηκε με την πυροδότηση εξ αποστάσεως χιλιάδων βομβητών και ασύρματων. Από τις εκρήξεις σκοτώθηκαν ή ακρωτηριάστηκαν χιλιάδες μέλη της οργάνωσης, μεταξύ των οποίων και αρκετοί ανώτεροι αξιωματούχοι. Ακολούθησε μια σειρά ανηλεών αεροπορικών επιδρομών, που κατέστρεψαν μεγάλα τμήματα του οπλοστασίου πυραύλων και ρουκετών της Χεζμπολάχ. Και έπειτα ήρθε η κινηματογραφική εξόντωση του ηγέτη της Χεζμπολάχ Χασάν Νασράλα στο καταφύγιό του μαζί με πολλούς από τους ανώτερους συνεργάτες του.