Μπορεί η προσοχή της διεθνούς κοινότητας να είναι στραμμένη στην προσπάθεια Τραμπ-Πούτιν για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, μια άλλη σύγκρουση όμως τέλειωσε ,χάρη στην παρέμβαση του Αμερικανού προέδρου.
Ο λόγος για την στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν, με επίκεντρο -για άλλη μια φορά- το Κασμίρ. Ο Τραμπ κατόρθωσε να επιβάλει μια προσωρινή εκεχειρία, που βοηθά στην άμβλυνση των εντάσεων μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν, παρά το γεγονός ότι και οι δύο χώρες είναι με «τα όπλα παρά πόδα», κατά μήκος των συνόρων.
Η σύντομη σύγκρουση Ινδίας και Πακιστάν έδειξε όμως και μια σημαντική στρατιωτική πλευρά: τα κινεζικά μαχητικά αεροσκάφη που έχει δώσει το Πεκίνο στο Ισλαμαμπάντ, νίκησαν στις αερομαχίες τα γαλλικά Rafale που χρησιμοποιεί η ινδική αεροπορία.
Τα κινεζικά μαχητικά J-10C Vigorous Dragon της πακιστανικής αεροπορίας κατόρθωσαν να καταρρίψουν τουλάχιστον ένα Rafale της Ινδίας, σύμφωνα με το Reuters. Το Πακιστάν κάνει βέβαια λόγο για κατάρριψη πέντε Rafale.
Το κινεζικό μαχητικό αεροσκάφος είναι 4,5ης γενιάς και ι είναι εξοπλισμένο με σύγχρονους κινητήρες και ραντάρ AESA (Active Electronically Scanned Array). Μπορεί να μεταφέρει κατευθυνόμενους πυραύλους αέρος-αέρος PL-10 και PL-15.
Το Πακιστάν είναι η μόνη χώρα στον κόσμο, εκτός από την Κίνα, που διαθέτει το J-10C. Το Πακιστάν παρήγγειλε 36 τέτοια αεροσκάφη από το Πεκίνο το 2020. Σύμφωνα με αναφορές, τουλάχιστον 20 είναι επιχειρησιακά , έτοιμα, μετά την πρώτη παράδοση από την Κίνα το 2022.
«Αυτό το περιστατικό σηματοδότησε την πρώτη φορά που κινεζικά μαχητικά καταρρίπτουν εχθρικά αεροσκάφη, αλλά και την πρώτη απώλεια ενός Rafale σε αερομαχία», αναφέρουν στρατιωτικοί αναλυτές . «Η νίκη των κινεζικών μαχητικών επί των γαλλικών αεροσκαφών αποτελεί σημείο καμπής και αποκαλύπτει τη μεγαλύτερη ευπάθεια του ΝΑΤΟ», προσθέτουν.
Έπεσαν οι μετοχές της Dassault Aviation
Αν και οι πληροφορίες σχετικά με τις αερομαχίες δεν μπορούσαν να επιβεβαιωθούν από ανεξάρτητες πηγές, η αγορά τις έχει αποδεχτεί ως αληθείς: Οι μετοχές της Dassault Aviation άρχισαν να καταρρέουν. Η τιμή της μετοχής έπεσε κατακόρυφα κατά 9% ,κάτω από τα 300 ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, η αποτίμηση της κινεζικής Avic Chengdu Fabrication έχει αυξηθεί κατά 49% στα 87 γουάν ανά μετοχή. «Τα νέα για την ινδο-πακιστανική σύγκρουση έχουν αυξήσει τις προσδοκίες των επενδυτών ότι η Κίνα θα ξεκινήσει μια πιο δυναμική πολιτική εξαγωγών στρατιωτικού εξοπλισμού», αναφέρουν στρατιωτικοί αναλυτές.
Αυτό το σενάριο επηρεάζει άμεσα την Ινδία και την Dassault Aviation. Πρόσφατα, το Παρίσι και το Νέο Δελχί υπέγραψαν συμφωνία αξίας περίπου 7 δισεκατομμυρίων ευρώ για την απόκτηση 26 μαχητικών αεροσκαφών Rafale από την Ινδία. Ενώ η κυβέρνηση Ναρέντρα Μόντι δεν έχει δείξει σημάδια ακύρωσης της συμφωνίας, θα μπορούσαν να επιβληθούν νέες απαιτήσεις για τα γαλλικά μαχητικά, ενδεχομένως να παρεμποδίσουν μελλοντικές συμφωνίες με την Dassault.
Το Bloomberg θεωρεί ότι η τελευταία σύγκρουση στο Κασμίρ, θα μπορούσε να ενισχύσει τη θέση της Κίνας ως προμηθευτή όπλων σε χώρες του λεγόμενου Παγκόσμιου Νότου. Ο Τζέιμς Τσαρ, καθηγητής στο πρόγραμμα για την Κίνα στο Ινστιτούτο Διεθνών Σπουδών Rajaratnam, λέει: «Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα τα κινεζικά οπλικά συστήματα να γίνουν πλέον πιο ελκυστικά για τους πιθανούς αγοραστές ». Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε ένα πλαίσιο όπου αρκετές χώρες επιδιώκουν να διαφοροποιήσουν τις αμυντικές τους συμμαχίες και να μειώσουν την εξάρτησή τους από τις ΗΠΑ.
Διαφορές και πλεονεκτήματα
Τόσο το Rafale όσο και το Dragon είναι αεροσκάφη με παρόμοια χαρακτηριστικά. Και τα δύο ανήκουν στην τέταρτης ή 4,5 γενιά. Μπορούν να φτάσουν την ίδια μέγιστη ταχύτητα,1,8 Mach (πάνω από 2.200 χλμ./ώρα), και αμφότερα έχουν την ικανότητα να μεταφέρουν πυρηνικά όπλα. Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές διαφορές στη λειτουργία τους:
Το μαχητικό Rafale της Dassault είναι ένα αεροσκάφος πολλαπλών ρόλων ικανό για αερομαχίες, βομβαρδισμό χερσαίων και θαλάσσιων στόχων, αλλά και για πυρηνική επίθεση. Μπορεί να απογειωθεί τόσο από συμβατικές αεροπορικές βάσεις όσο και από αεροπλανοφόρα. Η εμβέλειά του είναι μεγαλύτερη από αυτή του J-10, έως και 1.850 χιλιόμετρα, αν και ο εξοπλισμός του είναι ελαφρώς κατώτερος.
Το κινεζικό αεροσκάφος Chengdu J-10C είναι ένα μαχητικό αεροπορικής υπεροχής, δηλαδή εξειδικευμένο για αερομαχίες.Το μέγιστο υψόμετρο που μπορεί να πετάξει είναι 18.000 μέτρα, σε σύγκριση με τα 16.000 μέτρα του Rafale. Η άτρακτός του είναι ελαφρύτερη και διαθέτει έναν μόνο κινητήρα σε σύγκριση με τους δύο κινητήρες του γαλλικού μοντέλου.
Το κλειδί του πολέμου
Αλλά το κλειδί για τον σύγχρονο πόλεμο δεν έγκειται μόνο στο να έχεις τα καλύτερα όπλα, αλλά και στην ικανότητα να τα χρησιμοποιεί μια δύναμη με συντονισμένο τρόπο. Το πλεονέκτημα που είχαν οι πακιστανικές δυνάμεις ήταν ότι όλη η τεχνολογία τους προερχόταν από τον ίδιο κατασκευαστή: την Κίνα . Αντίθετα, η Ινδία έχει μια πολύ πιο κατακερματισμένη πολεμική αεροπορία, με γαλλικά, βρετανικά και ρωσικά μαχητικά αεροσκάφη. Ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα και δίκτυα επικοινωνιών αμερικανικής προέλευσης.
Η διαλειτουργικότητα των επικοινωνιών των πακιστανικών δυνάμεων ήταν το κλειδί για τις αεροπορικές μάχες κατά τη διάρκεια των αψιμαχιών πάνω από το Κασμίρ. «Η δυνατότητα μετάδοσης δεδομένων στόχευσης σε χιλιοστά του δευτερολέπτου σε σύγκριση με την κατακερματισμένη αρχιτεκτονική πολλαπλών προμηθευτών της Ινδίας αποκαλύπτει μια θεμελιώδη πρόκληση ενσωμάτωσης», δήλωσε στο Bloomberg ο Σουσάντ Σινγκ, πρώην συνταγματάρχης του Ινδικού Στρατού και καθηγητής στο Γέιλ.
Ανησυχία στο ΝΑΤΟ
Η ύπαρξη ενός κινεζικού μαχητικού ικανού να ανταγωνιστεί τα αμερικανικά και τα γαλλικά αεροσκάφη θα μπορούσε να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων σε βασικές περιοχές όπως η Θάλασσα της Νότιας Κίνας ή το Στενό της Ταϊβάν.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, οι κινεζικές εξαγωγές όπλων έχουν υπερτριπλασιαστεί σε σύγκριση με τα επίπεδα των αρχών του 20ού αιώνα, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Ινστιτούτου Έρευνας για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI). Η άνθηση συμπίπτει με μια διπλωματική και εμπορική επίθεση από το Πεκίνο για να τοποθετήσει την τεχνολογία του σε αγορές όπου η Ουάσινγκτον χάνει επιρροή. Οι Norinco, AVIC και China State Shipbuilding έχουν γίνει οι νέοι γίγαντες της παγκόσμιας πολεμικής βιομηχανίας.
Αυτό ασκεί πρόσθετη πίεση στο ΝΑΤΟ. Ιδίως, στην Ευρώπη, ο κατακερματισμός των ενόπλων δυνάμεων και ο απαρχαιωμένος εξοπλισμός αποτελούν αντικείμενο συνεχούς κριτικής. Το Ινστιτούτο Μπρίγκελ των Βρυξελλών προειδοποίησε τον Μάρτιο ότι η Ευρώπη χρειάζεται έναν πολυεθνικό στρατό ισοδύναμο με 300.000 στρατιώτες για να αποκρούσει μια ρωσική εισβολή και ότι αυτός δεν θα μπορούσε να είναι το άθροισμα διαφορετικών εθνικών, ενόπλων δυνάμεων, αλλά ένα ενιαίο σύνολο.
Ορισμένοι αναλυτές πιστεύουν μάλιστα, ότι η υπεροχή των ΗΠΑ στην Ασία κινδυνεύει, καθώς το χάσμα στρατιωτικής ισχύος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας μειώνεται ραγδαία.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν βέβαια η κορυφαία οικονομική και στρατιωτική δύναμη στον κόσμο, αλλά ορισμένοι ειδικοί πιστεύουν ότι το Πεκίνο έχει ήδη φτάσει τις ΗΠΑ σε ορισμένους τεχνολογικούς τομείς-συμπεριλαμβανομένης της τεχνητής νοημοσύνης .
Η πραγματικότητα, ωστόσο, δεν είναι τόσο γραμμική. Η Κίνα αντιμετώπισε πολλά προβλήματα με την αξιοπιστία των όπλων της. Η Μιανμάρ, το Μπαγκλαντές, ακόμη και το ίδιο το Πακιστάν έχουν αναφέρει δομικές ή τεχνικές βλάβες σε συστήματα που εισάγονται από το Πεκίνο.