Skip to main content

Συρία: 10.000 ξένοι τζιχαντιστές τους βοήθησαν να ανέβουν στην εξουσία. Τώρα προκαλούν τρόμο

REUTERS/Amr Abdallah Dalsh

Η χαρά για την πτώση του τυραννικού καθεστώτος Άσαντ δεν κράτησε πολύ. H χώρα σπαράσσεται από σκιώδεις σφαγές και φοβάται την επιστροφή στο σκοτάδι

Οι νέοι άρχοντες της Συρίας πανηγυρίζουν τη νίκη επί του Άσαντ, αλλά πίσω από τις σημαίες και τα συνθήματα κρύβεται μια έκρηξη έτοιμη να πυροδοτηθεί: χιλιάδες ξένοι τζιχαντιστές, βαριά οπλισμένοι, ιδεολογικά αμετανόητοι και αποφασισμένοι να μείνουν.

Όπως περιγράφει σε εκτενές ρεπορτάζ η Wall Street Journal, πολλοί έχουν ενταχθεί σε τοπικές κοινότητες, έχουν παντρευτεί, άνοιξαν μαγαζιά και δηλώνουν έτοιμοι να υπερασπιστούν το νέο κράτος – αρκεί αυτό να μείνει πιστό στις ισλαμικές αρχές.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες απαιτούν τον πλήρη αποκλεισμό τους. Ο κόσμος φοβάται. Κι η νέα κυβέρνηση του Άχμεντ αλ-Σαράα προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες, ενώ η χώρα σπαράσσεται από σκιώδεις σφαγές και ενδοισλαμικές αντιθέσεις.

Η βοήθεια που έγινε πρόκληση

Πολλοί Σύροι τους φοβούνται και τους υποπτεύονται για ανάμειξη σε πρόσφατα εθνοτικά εγκλήματα. Έως και 10.000 μαχητές από τη Μέση Ανατολή, την Ευρώπη και την Κεντρική Ασία έπαιξαν κρίσιμο ρόλο στην ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ και σήμερα στηρίζουν τη νεοσύστατη κυβέρνηση. Όμως η αυστηρή σαλαφιστική τους ερμηνεία του σουνιτικού Ισλάμ έρχεται σε αντίθεση με την προσπάθεια των νέων ηγετών να αποστασιοποιηθούν από το ισλαμιστικό παρελθόν και να προωθήσουν μια πιο αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση.

«Ήρθα για τζιχάντ και θα μείνω»

Η περίπτωση του 20χρονου Ουζμπέκου Μοχάμεντ Ζουφάρ αποτυπώνει το δίλημμα. Πέρασε στην Τουρκία τον Οκτώβριο και από εκεί εισήλθε στη Συρία για να πολεμήσει με την ισλαμιστική οργάνωση Katibat al-Ghuraba, που απαρτίζεται από μαχητές της Κεντρικής Ασίας. Μέσα σε λίγες εβδομάδες βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της επίθεσης των ανταρτών υπό την ηγεσία της Hayat Tahrir al-Sham (HTS), της νικηφόρας συμμαχίας.

Όπως λέει ο ίδιος, λάμβανε διαταγές από Σύρους διοικητές μέσω Ουζμπέκων αξιωματικών που μιλούσαν αραβικά. Τώρα που η επανάσταση έχει ολοκληρωθεί, δηλώνει πρόθυμος να ενταχθεί στον νέο συριακό στρατό και να συμβάλει στην οικοδόμηση μιας χώρας «βασισμένης στους κανόνες του Ισλάμ».

«Ήρθα εδώ για τζιχάντ και θα μείνω, ακόμα και ως μάρτυρας», λέει στη WSJ μιλώντας ένα μείγμα ουζμπεκικών, τουρκικών και σπαστών αραβικών. Δεν επιθυμεί την επιστροφή στο Ουζμπεκιστάν, όπου φοβάται καταστολή. Ωστόσο, το θεοκρατικό όραμά του είναι ακριβώς αυτό που μια μεγάλη μερίδα της συριακής κοινωνίας των 24 εκατομμυρίων θέλει να αποφύγει.

Οι ΗΠΑ έχουν ήδη ασκήσει πιέσεις ζητώντας εγγυήσεις ότι οι ξένοι μαχητές δεν θα έχουν ρόλο στη νέα κρατική δομή. «Οι μεταβατικές αρχές πρέπει να διασφαλίσουν ότι ξένοι τρομοκράτες δεν θα συμμετέχουν στην κυβέρνηση ή στον στρατό της Συρίας», δήλωσε στις 24 Απριλίου ο Τιμ Λέντερκινγκ, ανώτερος αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Η μεταβατική κυβέρνηση δεν έχει σχολιάσει επίσημα το θέμα.

Η δύσκολη συμβίωση

Μετά την πτώση της Δαμασκού τον Δεκέμβριο, ξένοι μαχητές από την Ιορδανία, την Αίγυπτο και την Τουρκία διορίστηκαν σε ανώτατες στρατιωτικές θέσεις, σύμφωνα με τη WSJ. Ο νέος πρόεδρος Άχμεντ αλ-Σαράα, ηγέτης της HTS, έχει δηλώσει ότι όσοι ξένοι στήριξαν την επανάσταση θα ανταμειφθούν – ακόμη και με πολιτογράφηση.

Ωστόσο, πολλοί Σύροι βλέπουν με καχυποψία αυτούς τους «βετεράνους» που έφεραν εμπειρία από εμπόλεμες ζώνες, βαρύ οπλισμό, μηχανισμούς προπαγάνδας και διεθνή δίκτυα στρατολόγησης και χρηματοδότησης. «Η εμπειρία τους είναι μεγάλο κεφάλαιο, αλλά το τίμημα είναι υπερβολικά βαρύ», λέει ο Μπρόντερικ ΜακΝτόναλντ του King’s College London.

Τον Μάρτιο, επιθέσεις κατά κρατικών δυνάμεων σε περιοχές της συριακής ακτής προκάλεσαν σφαγές αντιποίνων. Μαρτυρίες κατοίκων καταγγέλλουν ξένους μαχητές και φιλοκυβερνητικές μονάδες για επιθέσεις εναντίον αμάχων σε αλαουιτικά χωριά – την ίδια θρησκευτική κοινότητα με την οικογένεια Άσαντ.

Μια κυβερνητική επιτροπή ερευνά τα γεγονότα, με πάνω από 50 περιστατικά υπό διερεύνηση και δεκάδες ανακρίσεις. Ο πρόεδρος Σαράα ενέκρινε τρίμηνη παράταση του έργου της.

Πρόβλημα δίχως λύση;

Παρά τις επικρίσεις, λίγοι πιστεύουν ότι μπορεί να γίνει πλήρης εκκαθάριση των ξένων τζιχαντιστών. Πολλοί έχουν ριζώσει στη Συρία: παντρεύτηκαν Σύρες, άνοιξαν μαγαζιά, έμαθαν τη γλώσσα και ζουν ως ντόπιοι. Άλλοι ενδέχεται να κατευθυνθούν σε νέα μέτωπα, όπως στην Αφρική. Αλλά ένας αριθμός θα μπορούσε να στραφεί κατά του νέου καθεστώτος, εάν θεωρήσει ότι αυτό πρόδωσε τα ισλαμικά ιδεώδη ή επιχειρήσει να τους απελάσει.

«Είναι αδύνατον να απελαθούν όλοι – υπάρχουν τεράστιες πολιτικές δυσκολίες», λέει ο Ζιάντ Ουαννούς, 31χρονος οδοντίατρος και συνιδρυτής φιλοδημοκρατικής ομάδας στη Δαμασκό. «Αν κάποιοι πάρουν υπηκοότητα, αυτό πρέπει να γίνει θεσμικά, όχι με διατάγματα».

Ο Χάλιντ Καράνφουλ, 24 ετών, πολέμησε μαζί με ξένους μαχητές και τους πιστώνει τη νίκη. «Μερικοί είναι εδώ πάνω από δέκα χρόνια – μιλούν καλύτερα αραβικά από εμάς», λέει.

Ο Αμπού Μαρέγια από τον Λίβανο, που πέρασε στη Συρία το 2017 για να πολεμήσει το καθεστώς και τη Χεζμπολάχ, ζητά αναγνώριση για τους ξένους συντρόφους του: «Κάποιοι εγκατέλειψαν τις ζωές τους, ξόδεψαν περιουσίες και ήρθαν με κίνδυνο. Έχουν γίνει κομμάτι της συριακής κοινωνίας».