Skip to main content

ΗΠΑ: Σύσταση υπηρεσίας πρόληψης της βίας από πυροβόλα όπλα- Στην κεφαλή η Κάμαλα Χάρις

Συνεχίζονται οι προσπάθειες της αμερικανικής κυβέρβησης στην πρόληψη των μαζικών πυροβολισμών.

Τη σύσταση υπηρεσίας πρόληψης της βίας από τα πυροβόλα όπλα στον Λευκό Οίκο, ανακοίνωσε η διοίκηση του Τζο Μπάιντεν. Πρόκειται για το πρώτο ομοσπονδιακό Γραφείο Πρόληψης της Ενοπλης Βίας στις ΗΠΑ, το οποίο θα επιβλέπεται από την αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Κάμαλα Χάρις.

Την διεύθυνση της υπηρεσίας, στην οποία θα συμμετέχουν ακτιβιστές υπέρ της περιορισμού της οπλοκατοχή, αναλαμβάνει η Στεφανί Φέλντμαν, για χρόνια σύμβουλος του Μπάιντεν.

Σκοπός της υπηρεσίας είναι να ελέγχει την εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας και να συνεργάζεται με τις τοπικές αρχές για την υιοθέτηση νομοσχεδίων σε πολιτειακό επίπεδο. Η δημιουργία της υπηρεσίας αποτελεί συνέχεια του έργου της αμερικανικής διοίκησης στην πρόληψη των επεισοδίων μαζικών πυροβολισμών, με θύματα κυρίως τις κοινότητες των Μαύρων και των Λατίνων με χαμηλότερο εισόδημα.

«Επιδημία η βία από πυροβόλα όπλα»

«Θα εξακολουθήσω να ζητώ από το Κογκρέσο να προχωρήσει σε λογικές ενέργειες τις οποίες στηρίζει η πλειονότητα των Αμερικανών, όπως οι έλεγχοι του ιστορικού των υποψήφιων αγοραστών όπλων, η απαγόρευση των τυφεκίων εφόδου και των γεμιστήρων μεγάλης χωρητικότητας», είπε ο Μπάιντεν σε ανακοίνωση που εξέδωσε ο Λευκός Οίκος.

«Αλλά, απουσία αυτών των απαραίτητων ενεργειών, το Γραφείο για την Πρόληψης της Βίας από τα Πυροβόλα Όπλα σε συνεργασία με την υπόλοιπη κυβέρνησή μου θα εξακολουθήσουν να κάνουν ό,τι μπορούν για να αντιμετωπίσουν την επιδημία της βίας από τα πυροβόλα όπλα που καταστρέφει τις οικογένειές μας, τις κοινότητές μας και την χώρα μας», πρόσθεσε.

Ο Μπάιντεν και η Χάρις θα αναφερθούν στην πρωτοβουλία αυτή σήμερα το απόγευμα από τον Λευκό Οίκο.

Η θέση του Μπάιντεν

Καθ’ όλη τη διάρκεια της προεδρίας του, ο Μπάιντεν προσπάθησε να ρυθμίσει τη χρήση αυτοσχέδιων πυροβόλων όπλων, με τον ίδιο τρόπο που ισχύει για τα παραδοσιακά πυροβόλα όπλα, διευκρινίζοντας ποιος θεωρείται ως πωλητής όπλων και επομένως να απαιτείται από το νόμο να διενεργεί ελέγχους ιστορικού. Πέρυσι υπέγραψε επίσης τον Διακομματικό Νόμο για Ασφαλείς Κοινότητες, μια νομοθεσία που, μεταξύ άλλων, αυστηροποιεί τους ελέγχους και ενισχύει τα προγράμματα ψυχικής υγείας.

«Κάθε οικογένεια, σε κάθε κοινότητα, θα πρέπει να έχει την ελευθερία να ζει και να ευδοκιμεί», είπε από την πλευρά της η Χάρις. «Γνωρίζουμε ότι η αληθινή ελευθερία δεν είναι δυνατή εάν οι άνθρωποι δεν είναι ασφαλείς. Αυτή η επιδημία βίας με όπλα απαιτεί επείγουσα ηγεσία για να τερματιστεί ο φόβος και το τραύμα που βιώνουν καθημερινά οι Αμερικανοί».

Πώς βλέπουν το θέμα Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι

Ο Μπάιντεν είχε ταχθεί υπέρ της εθνικής απαγόρευσης των πυροβόλων όπλων και την επέκταση των ελέγχων από όταν ήταν αντιπρόεδρος. Ωστόσο, η ιστορική αύξηση των ανθρωποκτονιών με χρήση όπλων το 2020 κατέστησε εμφατική την ανάγκη για πρόληψη της βίας.

Οι Δημοκρατικοί τάσσονται υπέρ της υιοθέτησης πιο αυστηρών νόμων για την οπλοκατοχή, εκτιμώντας ότι με αυτό τον τρόπο θα μειωθούν οι θάνατοι από τα πυροβόλα όπλα στα σχολεία, αλλά και αλλού σε όλη τη χώρα. Το θέμα αυτό αναμένεται να έχει ιδιαίτερη θέση στην προεκλογική εκστρατεία του Μπάιντεν για τις προεδρικές εκλογές του 2024.

Αντιθέτως οι Ρεπουμπλικάνοι, με την υποστήριξη της οργάνωσης υπέρ της οπλοκατοχής National Rifle Association (NRA), είναι αντίθετοι στην υιοθέτηση πιο αυστηρής νομοθεσίας, επικαλούμενοι το δικαίωμα των Αμερικανών στην οπλοκατοχή, όπως αυτό προστατεύεται από τη Δεύτερη Τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος.

Η δημιουργία αυτής της υπηρεσίας για την πρόληψη της βίας από τα πυροβόλα όπλα ήταν κάτι το οποίο ζητούν εδώ και καιρό οι ακτιβιστές κατά της οπλοκατοχής.

«Είμαστε ιδιαίτερα ικανοποιημένοι που η κυβέρνηση Μπάιντεν δημιούργησε επισήμως μια υπηρεσία για την Πρόληψη της Βίας από τα Πυροβόλα Όπλα», αντέδρασε ο Κρις Μπράουν, πρόεδρος της οργάνωσης Brady. «Όπως η FEMA (Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Διαχείρισης Καταστάσεων Έκτακτης Ανάγκης) ενεργοποιείται στους τυφώνες και τους σεισμούς, είχαμε απελπιστικά ανάγκη μια ομοσπονδιακή υπηρεσία αφιερωμένη στην αντιμετώπιση αυτής της οξυνόμενης κρίσης δημόσιας υγείας», πρόσθεσε.