Skip to main content

Θα επιβιώσει η Ευρώπη σε μια ψηφιακή κρίση;

Ο ευρωπαϊκός δρόμος στο Cloud Computing, δεν είναι χίμαιρα

Ο πόλεμος στην Ουκρανία έβαλε απότομα τέλος στην ψευδαίσθηση ότι η εξάρτηση της ηπείρου από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες δεν θα είχε συνέπειες για τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Υπάρχει όμως ένας άλλος τομέας όπου η εξάρτηση της Ευρώπης από ξένες δυνάμεις είναι ανησυχητική: είναι ο ψηφιακός και πιο συγκεκριμένα το Cloud Computing (Υπολογιστικό νέφος), όπως λέει η Ιμενέ Καμπουγιά, ειδική στον ψηφιακό μετασχηματισμό στην εταιρεία Wavestone.

Το υπολογιστικό νέφος (cloud computing) είναι η διάθεση υπολογιστικών πόρων μέσω του διαδικτύου από κεντρικά συστήματα που βρίσκονται απομακρυσμένα από τον τελικό χρήστη. Τα τελευταία χρόνια της πανδημίας άλλαξαν θεμελιωδώς τα μοντέλα εργασίας. Τα εργαλεία που βασίζονται στο cloud για επικοινωνία, διαχείριση έργων και τηλεδιασκέψεις αποτελούν τη ραχοκοκαλιά των υβριδικών μοντέλων εργασίας και επέτρεψαν τη συνέχιση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

Το τέλος της πανδημίας δεν σημαίνει ότι η ζήτηση για αυτά τα εργαλεία θα μειωθεί, μάλλον θα γίνει πιο συγκεκριμένη και στρατηγική. «Το ζήτημα δεν θα είναι πλέον μόνο η ενεργοποίηση της απλής κοινής χρήσης αρχείων, αλλά η ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής διαχείρισης περιεχομένου με την οποία οι απομακρυσμένες διαδικασίες στις επιχειρήσεις θα μπορούν επίσης να εκτελούνται ομαλά και σε ορισμένες περιπτώσεις αυτόματα», λέει ο Χάιντς Βίτφελντ, διευθυντής της Hyland Software.«Αυτό επιτρέπει την αποτελεσματικότητα και την αύξηση της παραγωγικότητας ανεξάρτητα από το πού εργάζονται οι ομάδες», προσθέτει.

Τα περιβάλλοντα Cloud Computing γίνονται όλο και πιο εκτεταμένα και πολύπλοκα. Σε αυτά τα οικοσυστήματα, η σημασία της τεχνητής νοημοσύνης αυξάνεται για να καταστήσει τις επιχειρηματικές δραστηριότητες πιο αποτελεσματικές και στρατηγικές, επιτρέποντας παράλληλα πρόσθετη ευελιξία και εξοικονόμηση κόστους. Τον επόμενο χρόνο αναμένονται περισσότερες καινοτομίες σε αυτόν τον τομέα, ειδικά από παρόχους όπως η Amazon, η Google και η Microsoft, οι οποίοι προσφέρουν υπηρεσίες Cloud σε μεγάλη κλίμακα.

Το 2023, οι εταιρείες θα αξιολογήσουν το Cloud Computing πιο προσεκτικά και θα χρησιμοποιήσουν ακόμη πιο στρατηγικά τις ψηφιακές τεχνολογίες για να αποφύγουν τα σημεία συμφόρησης που επιβραδύνουν τις διαδικασίες. «Η τρέχουσα οικονομική και γεωπολιτική κατάσταση σημαίνει όμως μεγάλη αβεβαιότητα για τις εταιρείες και δυσχεραίνει τον μακροπρόθεσμο επιχειρηματικό σχεδιασμό. Η ευελιξία είναι επομένως πιο σημαντική από ποτέ, ενώ ταυτόχρονα απαιτούνται ολοκληρωμένα μέτρα ασφαλείας λόγω και των κλιμακούμενων απειλών στον κυβερνοχώρο», τονίζει ο Γερμανός ειδικός.

Αμερικανοί και Κινέζοι κυριαρχούν

Είναι λοιπόν σαφές ότι τα τελευταία χρόνια, το θέμα της έχει ωθηθεί στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας από μια μεγάλη ποικιλία ομάδων και έχει αποκτήσει μια πρόσθετη πολιτική διάσταση εν όψει της έλλειψης ενέργειας που προκλήθηκε από τη σύγκρουση στην Ουκρανία.

Έχ8ει λάβει η Ευρώπη  σοβαρά μέτρα για τις δυσκολίες που συνδέονται με την εξάρτησή της από ξένους παρόχους cloud; «Το cloud computing έχει καθιερωθεί για εταιρείες και κράτη ως βασικό εργαλείο για τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την καινοτομία. Αντιπροσωπεύει μια σχεδόν άπειρη χωρητικότητα για αποθήκευση, υπολογισμό και επεξεργασία δεδομένων. Η αγορά του Cloud Computing κυριαρχείται πλέον από μια ολιγοπωλιακή συγκέντρωση Αμερικανικών εταιρειών (Google, Amazon και Microsoft) και Κινεζικών (Alibaba, Tencent). Μόνο αυτοί οι ψηφιακοί γίγαντες, κατέχουν το 75% του παγκόσμιου μεριδίου αγοράς του cloud computing, σε σύγκριση με λιγότερο από 2% για τους μεγαλύτερους ευρωπαίους παίκτες όπως η γαλλική OVH ή η γερμανική T System.

«Οι συνδυασμένες επιπτώσεις της συγκέντρωσης και της μη ευρωπαϊκής προέλευσης των κύριων παρόχων cloud, καθώς και η υποβολή τους στην αμερικανική ή κινεζική νομοθεσία με εξωεδαφική εμβέλεια, εκθέτουν τους ευρωπαίους πελάτες σε δύο σημαντικούς κινδύνους», λέει η Ιμενέ Καμπουγιά και εξηγεί:

«Ο πρώτος είναι ο κίνδυνος κατάρρευσης του συνόλου ή μέρους των υπηρεσιών ενός παρόχου Cloud – ή ενός από τους τρίτους παρόχους του – μετά από ένα ακραίο γεγονός, όπως μια καταστροφική και συντονισμένη επίθεση στον κυβερνοχώρο.

Ο δεύτερος είναι ο κίνδυνος αντιποίνων που επιβάλλει τον τερματισμό μιας ψηφιακής υπηρεσίας στον ευρωπαϊκό οικονομικό χώρο , μετά από μια μεγάλη σύγκρουση ενάντια στην ΕΕ ή σε ένα από τα κράτη μέλη της, με τις Ηνωμένες Πολιτείες ή την Κίνα. Αυτοί οι κίνδυνοι έχουν καταστροφικές συνέπειες για τους πελάτες των σχετικών παρόχων Cloud, συμπεριλαμβανομένης της προσωρινής ή και μόνιμης απώλειας πρόσβασης στα ψηφιακά δεδομένα και τις υπηρεσίες τους», τονίζει η Ιμενέ Καμπουγιά.

Τα ευρωπαϊκά «όπλα»

Με δεδομένη την κλιμάκωση της γεωπολιτικής αντιπαράθεσης μετά ή με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία, θα ήμασταν αφελείς να  θεωρήσουμε αυτούς τους κινδύνους ως  μη ρεαλιστικούς . Η αστάθεια που χαρακτηρίζει πλέον τον σύγχρονο κόσμο, καθιστά αναγκαία την ένταξη στην ευρωπαϊκή πολιτική και οικονομική ατζέντα ενός κοινού στρατηγικού στόχου: την ψηφιακή ανθεκτικότητα.

Η ΕΕ έχει βέβαια υιοθετήσει δύο απαραίτητα όπλα για να αντισταθεί στους κινδύνους για Cloud Computing ,ιδίως στο θέμα των πιθανών  αντιποίνων:  Το πρώτο όπλο είναι η νομοθεσία. Η Ευρώπη οικοδομεί ένα νομοθετικό πλαίσιο για τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου ασφάλειας των δικτύων και πληροφοριών εντός της ΕΕ. Πρόκειται  για τον «Νόμο για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο» και ειδικά την οδηγία «DORA» στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά και τον «Νόμος  για τα δεδομένα».

Το δεύτερο όπλο είναι η πιστοποίηση: ο ENISA, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Κυβερνοασφάλειας, αναπτύσσει ένα ευρωπαϊκό σύστημα πιστοποίησης για παρόχους Cloud προκειμένου να εγγυηθεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας και εμπιστοσύνης στις υπηρεσίες τους.

Στρατηγική αυτονομία

«Η στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης στον τομέα του cloud computing είναι, για τους υπέρμαχους της κυριαρχίας της ΕΕ σε αυτόν τον τομέα, το πιο αποτελεσματικό μέσο για τη μείωση των κινδύνων υπερβολικής εξάρτησης από ξένους παίκτες», λέει η Γαλλίδα ειδικός. Σημειώνει ωστόσο ότι η ευρωπαϊκή αγορά είναι 10 χρόνια πίσω και χρειάζεται σχεδόν 100 δισεκατομμύρια ευρώ επιπλέον, σε δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις. Δεύτερον, υπάρχουν αποκλίνουσες απόψεις εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τον ίδιο τον στόχο της κυριαρχίας.

Σε κάθε περίπτωση, η ευρωπαϊκή πολιτική ανθεκτικότητας όσον αφορά την ψηφιακή τεχνολογία δεν πρέπει να βασίζεται μόνο στην πολιτική και τη ρύθμιση του Cloud, αλλά πρέπει κυρίως να στοχεύει σε δύο βασικούς στόχους: την αντιμετώπιση των εξαρτήσεων και την αντιστροφή των σχέσεων ισχύος. «Για να αποφευχθούν οι καταστροφικές συνέπειες μιας ψηφιακής κρίσης, η Ευρώπη πρέπει να προβλέψει πιθανές αστοχίες στις αλυσίδες εφοδιασμού βασικών εξαρτημάτων. Η μετεγκατάσταση ορισμένων στρατηγικών τομέων εντός του ευρωπαϊκού χώρου είναι επομένως επιτακτική για να ενισχυθεί όχι μόνο η ανθεκτικότητα αλλά και η ανταγωνιστικότητα στην Ευρώπη. Επιπλέον, οι παραγωγικές δυνατότητες του ευρωπαϊκού τομέα ηλεκτρονικών, ο οποίος περιλαμβάνει ορισμένες βιομηχανικές ναυαρχίδες όπως η STMicroelectronics, η Soitec ή η X-FAB, πρέπει να υποστηρίζονται από εθνικά σχέδια, όπως το σχέδιο French Electronics 2030, και μια νέα στρατηγική στον τομέα της ημιαγωγών, το «Chips Act», τονίζει η Ιμενέ Καμπουγιά.

«Για να γίνει αυτό, η ΕΕ πρέπει να υιοθετήσει μια απαιτητική και ξεκάθαρη πολιτική καινοτομίας σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη, την ψηφιακή τεχνολογία, τους κβαντικούς υπολογιστές, τις τεχνολογίες κατασκευής ηλεκτρονικών εξαρτημάτων. Αυτή η πολιτική πρέπει να υποστηριχθεί από δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις πέραν των υφιστάμενων δράσεων και προγραμμάτων στον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας, όπως το Horizon Europe και το πρόγραμμα για μια Ψηφιακή Ευρώπη».

Ο ευρωπαϊκός δρόμος στο Cloud Computing, δεν είναι χίμαιρα. Η Ευρώπη έχει δεξιότητες, ερευνητικές βάσεις, αξίες και μια ουσιαστική αγορά. Έχει όλα τα χαρτιά στο χέρι για να ανακτήσει την τεχνολογική ηγεσία και να αντισταθεί στην εξάρτησή της από ξένες δυνάμεις.