Skip to main content

Τα «ρούχα του λευκού νεκρού» – Το τοξικό μυστικό της μόδας πνίγει την Αφρική

Είναι το βρώμικο μυστικό πίσω από τον εθισμό στη μόδα στον κόσμο. Πολλά από τα ρούχα που δίνουμε σε φιλανθρωπικούς σκοπούς καταλήγουν να πεταχτούν σε χωματερές,προκαλώντας μια τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή στην άλλη άκρη του κόσμου.

Ένα βουνό ύψους 20 μέτρων υψώνεται στις όχθες της λιμνοθάλασσας κοντά στην πρωτεύουσα της Γκάνας, Άκκρα, με την βαριά σκιά του να απειλεί όχι μόνο τους 100.000 κατοίκους της πόλης αλλά και τις επόμενες γενιές. 

Δεν είναι φτιαγμένο από πέτρα ή από βράχια, αλλά από σκουπίδια: μία τεράστια πρόχειρη χωματερή, το 60% της οποίας αποτελείται πια από πεταμένα ρούχα και υφάσματα, κυρίως συνθετικά.

Τα περισσότερα κατέληξαν στην Γκάνα και σε άλλες χώρες της Δυτικής Αφρικής, όπως στην Ακτή Ελεφαντοστού και στην Μπουρκίνα Φάσο, από τη Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη και την Αυστραλία.

Πρόκειται για ρούχα από δεύτερο χέρι, που αρχικά στοιβάχτηκαν σε κάδους οργανώσεων αρωγής ή μέσω δωρεών σε φιλανθρωπικά ιδρύματα, στη Δύση, για τη μεταπώληση ή την επαναχρησιμοποίησή τους.

Έμειναν εκτός επιλογής από το πρώτο ξεσκαρτάρισμα. Και στη συνέχεια στάλθηκαν στο εξωτερικό, όπως στην πολύβουη αγορά μεταχειρισμένων ρούχων στη Γκάνα, από τις μεγαλύτερες του είδους παγκοσμίως.

Οι ντόπιοι τα αποκαλούν «obroni wawu» – ρούχα του νεκρού λευκού.

Ο κλάδος άνθιζε πάνω από μισό αιώνα στη Δυτική Αφρική, δημιουργώντας -σύμφωνα με τοπικές ενώσεις εμπόρων- πάνω από 2,5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας.

Όμως, από τα περίπου 15 εκατομμύρια μεταχειρισμένα ρούχα  που καταλήγουν κάθε εβδομάδα  στην Γκάνα, το 40% είναι κακής ποιότητας, κυριολεκτικά για τα σκουπίδια.

Και κάπως έτσι, μετά τη δεύτερη επιτόπια διαλογή, καταλήγουν στις χωματερές.

«Γρήγορη μόδα» και υπερκαταναλωτισμός

Η παγκόσμια κατανάλωση ρούχων έχει εκτοξευτεί τα τελευταία χρόνια στα ύψη, τροφοδοτούμενη από εταιρείες της λεγόμενης «γρήγορης μόδας».

Από το 2000, η ​​παγκόσμια παραγωγή έτοιμων ενδυμάτων διπλασιάστηκε ενώ ο μέσος καταναλωτής στη Δύση αγοράζει 60% περισσότερα ρούχα, συγκριτικά με 15 χρόνια πριν.

Ως επιταχυντής αυτής της τάσης λειτούργησε η επικράτηση στην αγορά εταιρειών, που παράγουν φθηνά ρούχα, χαμηλής ποιότητας, με ταχείς ρυθμούς και σε διαρκώς εναλλασσόμενες νέες κολεξιόν.

Εκεί που παλαιότερα υπήρχαν δύο σεζόν μόδας το χρόνο, πλέον πολλές οι εταιρείες «γρήγορης μόδας» έχουν καθιερώσει έως και 52 «μικρο-εποχές», κατακλύζοντας την αγορά με νέα στιλ.

Το αποτέλεσμα είναι κάθε χρόνο έως και 4 εκατομμύρια τόνοι μεταχειρισμένων ρούχων να αποστέλλονται σε ολόκληρο τον πλανήτη, σε ένα εμπόριο που εκτιμάται ότι αγγίζει τα 4,6 δισεκατομμύρια δολάρια.

Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, το 85% των χρησιμοποιημένων υφασμάτων καταλήγουν σε χωματερές, σε ποσότητες ικανές να γεμίσουν μέσα σε ένα χρόνο το λιμάνι του Σίδνεϊ  

«Τα απόβλητα είναι μέρος του επιχειρηματικού μοντέλου της μόδας», παρατηρεί η Λιζ Ρίκετς, συνιδρύτρια του The OR Foundation, μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης, που ερευνά τις περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις του εμπορίου μεταχειρισμένων ρούχων στην Άκκρα.

Ένα ακόμη σοβαρό πρόβλημαείναι το γεγονός ότι πολλά από αυτά μεταχειρισμένα ρούχα είναι συνθετικά και χρειάζονται ειδική επεξεργασία για την ανακύκλωση ή επαναχρησιμοποίησή τους.

Τεχνολογία, που οι αγορές της Δυτικής Αφρικής -βασικού προορισμού αποστολής τους- δεν διαθέτουν.

Μια τεράστια οικολογική καταστροφή

Η πρωτεύουσα της Γκάνας έχει τη δυνατότητα να επεξεργάζεται 2.000 τόνους αποβλήτων την ημέρα.

Όμως, με τους τωρινούς ρυθμούς αφίξεων των μεταχειρισμένων ρούχων, η Άκκρα παράγει σήμερα σχεδόν το διπλάσιο όγκο.

Ο «υπερκορεσμός» είναι ορατός πλέον παντού, και όχι μόνο στην υπαίθρια αγορά της πόλης.

Ένα μέρος των άχρηστων ρούχων παραδίδεται στην πυρά, με το βαμβάκι να καίγεται μαζί με το πλαστικό των συνθετικών ινών, γεμίζοντας τον αέρα με τοξικές αναθυμιάσεις.

Μία τέτοια φωτιά έκαιγε επί 11 μήνες στον χώρο υγειονομικής ταφής Κπονέ: ένα έργο που χρηματοδοτήθηκε με 9,5 εκατομμύρια δολάρια από την Παγκόσμια Τράπεζα για να λύσει την κρίση απορριμμάτων στην Άκκρα.

Φτιάχτηκε με δυνατότητα λειτουργίας για 15 χρόνια. Μέσα σε μόλις πέντε χρόνια γέμισε. Έπειτα έπιασε φωτιά.

Οι εγκαταστάσεις είναι πια κλειστές. Η ζήτηση για χώρους υγειονομικής ταφής, ωστόσο, μεγαλώνει.

Κάπως έτσι άρχισαν να δημιουργούνται τα βουνά απορριμάτων, σαν και αυτό στις όχθες της λιμνοθάλασσας στα περίχωρα της Άκκρα.

Επικίνδυνες, οι πρόχειρες αυτές χωματερές συνιστούν όχι μόνο άμεσο κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, αλλά και μία εν εξελίξει οικολογική καταστροφή.

Ιδίως την περίοδο των μουσώνων, πολλά από τα πεταμένα ρούχα μαζί με τα υπόλοιπα απορρίμματα  σκορπίζονται σε όλη την πόλη.

Φράζουν το υποτυπώδες σύστημα υπονόμων και αποστράγγισης των νερών, επιτείνονταντας τις πλημμύρες και αυξάνοντας το κίνδυνο επιδημιών.

Μεγάλο μέρος, εξάλλου καταλήγει στη θάλασσα προκαλώντας ανυπολόγιστη ζημιά,  με τα συνθετικά υφάσματα να απειλούν το οικοσύστημά της.

Άλλα  τα πιο ελαφριά  κατακλύζουν την ακτή  με κάθε κυματισμό.

Αναζητώντας λύσεις

Προσπαθώντας να βάλουν φρένο σε αυτή την καταστροφή, ορισμένες αφρικανικές χώρες επέβαλαν υψηλούς δασμούς στην εισαγωγή μεταχειρισμένων ρούχων, ώστε η μεταπώλησή τους να καταστεί λιγότερο συμφέρουσα και ελκυστική.

Αντιμετώπισαν ωστόσο έντονες αντιδράσεις δυτικών χωρών, όπως των ΗΠΑ, που απείλησαν ακόμη και με κυρώσεις για παραβίαση των συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου.

«Η πραγματικότητα είναι ότι ο δυτικός βορράς πνίγει την Γκάνα και άλλα αφρικανικά κράτη, στο όνομα της   διαχείρισης αποβλήτων, λόγω της ανελέητης υπερπαραγωγής και υπερκατανάλωσης», παρατηρεί η Λις Ρίσκετς.

Ωστόσο, οι υποδομές για κάτι τέτοιο σε αυτές τις χώρες είναι σχεδόν ανύπαρκτες και η διεθνής οικονομική στήριξη  ανεπαρκής.

Αυτό που πρέπει άμεσα να γίνει, υποστηρίζει η Αμερικανίδα ακτιβίστρια, είναι «να αλλάξουμε καταναλωτικές συνήθειες και να ασκηθούν πιέσεις στις μεγαλύτερες εταιρείες που σταματήσουν την υπερβολική παραγωγή. Πρέπει να κάνουν ένα βήμα πίσω και να βρουν νέους τρόπους δημιουργίας αξίας».

Τριάντα εκατομμύρια άνθρωποι ζουν στην Γκάνα και όμως 30 εκατομμύρια ρούχα φτάνουν κάθε δεκαπενθήμερο. O Γκανέζος  Σόλομον Νόι, έχει ένα απλό μήνυμα στη βιομηχανία μεταχειρισμένων ρούχων — και σε μεμονωμένους δωρητές. 

«Δεν είμαι σίγουρος αν γνωρίζουν ποιος είναι ο τελικός προορισμός των ρούχων που πετάνε», είπε. «Αλλά αν είναι να έρθουν εδώ, με αυτές της συνθήκες, τότε  καλυτερα να λύσουν το πρόβλημα στην χώρα τους, και να μην το μεταφέρουν σε άλλους»  

naftemporiki.gr