Μένεα κατά της Ε.Ε. και της Γερμανίας πνέει το περιοδικό Spiegel που κυκλοφορεί σήμερα. Όπως σημειώνει, η Ε.Ε. αγόρασε λιγότερα εμβόλια από όσα χρειάζονταν και έτσι η Γερμανία δεν θα έχει διαθέσιμα για να ολοκληρώσει τον εμβολιασμό των πολιτών της μέχρι το ερχόμενο καλοκαίρι. «Η διαπίστωση έρχεται με καθυστέρηση, γιατί εδώ και μήνες διαφαινόταν ότι άλλες χώρες θα διέθεταν περισσότερα εμβόλια για να ξεκινήσουν τον εμβολιασμό και να αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά την πανδημία» παρατηρεί. «Αλλά Βρυξέλλες και Βερολίνο βρίσκονταν σε απραξία, συχνά με επιχειρήματα αυταρέσκειας, του τύπου ότι η Ευρώπη ελέγχει φαρμακευτικά σκευάσματα καλύτερα και με μεγαλύτερη ακρίβεια από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο…. Το ζήτημα είναι ότι τώρα η Γερμανία δεν θα έχει ικανό αριθμό εμβολίων για να αναχαιτίσει την πανδημία μέχρι το καλοκαίρι, γιατί η ΕΕ αγόρασε λιγότερα και τώρα κάνει νέες διαπραγματεύσεις υπό το κράτος της πίεσης χρόνου».
Το περιοδικό υπενθυμίζει την αισιόδοξη πρόβλεψη του υπουργού Υγείας Γενς Σπαν ότι το 60% των Γερμανών θα έχουν εμβολιαστεί μέχρι το καλοκαίρι. Και συνεχίζει: «Η καθυστερημένη έγκριση του εμβολίου της Biontech/Pfizer από την Ευρωπαϊκή Οργάνωση Φαρμάκων EMA είναι το μικρότερο πρόβλημα. Το μεγαλύτερο είναι ότι η ΕΕ προφανώς αγόρασε μικρότερο αριθμό εμβολίων από όσο έπρεπε, καθυστερημένα και εν μέρει από τη λάθος φαρμακευτική εταιρεία. Και όπως φαίνεται απέρριψε εκατοντάδες χιλιάδες δόσεις που τώρα λείπουν. Για τη γερμανική κυβέρνηση δρομολογείται ήδη ένα δίλημμα με δραματικές συνέπειες. Χωρίς εμβολιασμό σε ευρεία βάση το φθινόπωρο και ο χειμώνας 2021 θα μπορούσαν να έχουν την ίδια εξέλιξη όπως ο φετινός με υψηλό αριθμό κρουσμάτων, περιορισμούς επαφών και σκληρό λοκντάουν».
Ποιος φταίει για τον «Γερμανό ασθενή»;
Για τον «Γερμανό ασθενή» κάνει λόγο ο σχολιαστής της Süddeutsche Zeitung συγκρίνοντας την επιτυχημένη πρώτη φάση αντιμετώπισης της πανδημίας με την δεύτερη αποτυχημένη. Αποτυχημένη λόγω της μεγάλης καθυστέρησης στην λήψη περιοριστικών μέτρων, παρά τα επικίνδυνα μηνύματα που εξέπεμπαν οι αριθμοί. Ο σχολιαστής της αναρωτιέται τί έγινε λάθος και καταλήγει σε πικρές διαπιστώσεις. «Η μεγάλη αυτοπεποίθηση ως απότοκο της επιτυχημένης αντιμετώπισης του πρώτου κύματος, συνέβαλε στην αποτυχία» επισημαίνει. «Σε ένα ανέμελο καλοκαίρι δεν προβλέφθηκαν μέτρα για το φθινόπωρο και τον χειμώνα, δεν στηρίχτηκαν οίκοι ευγηρίας, άργησαν να δοθούν χρήματα από το κράτος για νέα συστήματα εξαερισμού στα σχολεία. Η εφαρμογή προειδοποίησης για κορωνοϊό δεν ήταν η σούπερ ανακάλυψη που υποσχέθηκε η καγκελάριος».
Ο αρθρογράφος υποστηρίζει ότι χρειάζεται ακόμη πολλή συζήτηση για να αποδοθούν ευθύνες γι’ αυτήν την κατάσταση ανάγκης. «Παρόλα αυτά μπορούν ήδη να βγουν διδάγματα και είναι σωστό να γίνει. Διότι ακόμη κι αν ξεκινήσει σε λίγο ο εμβολιασμός, θα διαρκέσει πολύ μέχρις ότου ένα μικρό τσίμπημα στο μπράτσο λύσει το μεγάλο πρόβλημα …. το πιο σημαντικό για την πανδημία είναι ο χρόνος. Μόνο όταν λαμβάνονται εγκαίρως μέτρα προλαμβάνεται η κατάσταση για να μη γίνει ανεξέλεγκτη. Η Μέρκελ μάταια προσπάθησε προς αυτήν την κατεύθυνση. Στις διασκέψεις με τους τοπικούς πρωθυπουργούς έδειξε ανυπόμονη, ασυγκράτητη. Προειδοποιούσε για αύξηση των νεκρών και των δις χρεών που θα έπρεπε να αναληφθούν για την εξισορρόπηση των οικονομικών επιπτώσεων. Στη μεγαλύτερη κρίση της καγκελαρίας της δεν μπορούσε να ενεργήσει, όπως ήθελε».
Εμβολιασμοί και στους «27»
Για τον σχολιαστή της Frankfurter Allgemeine Zeitung η καθυστερημένη έναρξη εμβολιασμών σε σύγκριση με τη Βρετανία και τις ΗΠΑ θα περάσει εκ των υστέρων απαρατήρητη. «Αντίθετα, εκείνο που θα μείνει για πολύ είναι ότι οι Ευρωπαίοι δεν χωρίστηκαν σε μεγάλους και μικρούς, φτωχούς και πλούσιους» σημειώνει ο Γερμανός σχολιαστής. «Παρόλα αυτά λόγος αυταρέσκειας δεν υπάρχει. Όλοι γνωρίζουν ότι το σωτήριο εμβόλιο πρέπει να γίνει διαθέσιμο και οικονομικά προσιτό σε όλους τους ανθρώπους και εκτός της ΕΕ … Η ΕΕ μπορεί να είναι υπερήφανη που οι εμβολιασμοί ξεκινούν και στα 27 κράτη – μέλη παράλληλα, ίσως δύο ημέρες μετά τα Χριστούγεννα. Οποία πρόοδος σε σχέση με την άνοιξη, όταν τα σύνορα έκλεισαν μονομερώς και γειτονικά κράτη ανταγωνίζονταν για προστατευτικό εξοπλισμό και μηχανήματα αναπνοής».
Ειρήνη Αναστασοπούλου