Το κυβερνών, κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα της Ισπανίας διατηρεί το προβάδισμά του σε νέα δημοσκόπηση, τρεις εβδομάδες πριν από τις βουλευτικές εκλογές στη χώρα, με τους κεντρώους, φιλελεύθερους Ciudadanos (Πολίτες) να βρίσκονται στη δεύτερη θέση μπροστά από τους κεντροαριστερούς Σοσιαλιστές.
Η δημοσκόπηση, η οποία ραγματοποιήθηκε από την εταιρία Sigma Dos στις 24-26 Νοεμβρίου και δείγμα 1.500 ψηφοφόρων, δημοσιεύθηκε στο φύλλο της Δευτέρας της εφημερίδας El Mundo εν όψει της πρώτης τηλεμαχίας των βασικών υποψηφίων.
Στο ντιμπέιτ θα λάβουν μέρος ο Πέδρο Σάντσεθ από τους Σοσιαλιστές, ο Αλμπέρτ Ριβέιρα από τους Ciudadanos και ο Πάμπλο Ιγκλέσιας από τους Podemos (Μπορούμε). Ο πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι, ο οποίος δεν δέχθηκε, ωστόσο, να συμμετάσχει στην τηλεμαχία – μια απόφαση για την οποία δέχθηκε επικρίσεις – θα δώσει σήμερα το βράδυ ακριβώς την ίδια ώρα (22:00 ώρα Ελλάδας) τηλεοπτική συνέντευξη. Η επίσημη προεκλογική εκστρατεία για τις εκλογές της 20ης Δεκεμβρίου αρχίζει την Παρασκευή.
Οι Σοσιαλιστές και το Λαϊκό Κόμμα, παραδοσιακά τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της Ισπανίας, έχουν δει τα ποσοστά τους να μειώνονται ύστερα από χρόνια υψηλής ανεργίας και σκανδάλων διαφθοράς.
Το εκλογικό σώμα στρέφεται πλέον σε νέες εναλλακτικές, όπως οι Ciudadanos, με πολιτική φιλική προς τις επιχειρήσεις, αν και φιλελεύθερη σε κοινωνικά θέματα και οι Podemos, των οποίων η στάση κατά της λιτότητας βρήκε απήχηση καθώς η Ισπανία πάλευε με την ύφεση.
Το Λαϊκό Κόμμα συγκεντρώνει ποσοστό 27,1% στην πρόθεση ψήφου, με τους Ciudadanos να βρίσκονται στη δεύτερη θέση με ποσοστό 23%. Το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα συγκεντρώνει ποσοστό 20,2% και ακολουθούν οι Podemos με 16,2%.
Με ένα τέτοιο αποτέλεσμα, το Λαϊκό Κόμμα θα χρειαστεί έναν κυβερνητικό εταίρο για να εξασφαλίσει την πλειοψηφία στη Βουλή, με τους Cuidadanos να αποτελούν τον προφανή υποψήφιο, επισημαίνει το πρακτορείο Reuters. Μια τέτοια εξέλιξη θα άλλαζε την εικόνα που επικρατεί τις τελευταίες δεκαετίες στην πολιτική σκηνή της χώρας, στην οποία κυριαρχούν το Λαϊκό Κόμμα και οι Σοσιαλιστές, μετά το τέλος της δικτατορίας του Φράνκο και την αποκατάσταση της δημοκρατίας στα μέσα της δεκαετίας του ’70.