Skip to main content

Γερμανικός Τύπος: Η πανδημία φέρνει «τσουνάμι χρέους»

Ανησυχία για εκτροχιασμό της οικονομίας στον απόηχο της πανδημίας εκφράζει ο γεμανικός τύπος. Πολλά τα δημοσιεύματα για την αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο και τις πρώτες επιλογές του Τζο Μπάιντεν σε θέσεις-κλειδί.

Με αφορμή το πρόγραμμα SURE της Κομισιόν για την επιδότηση της απασχόλησης σε καιρούς πανδημίας, η ηλεκτρονική έκδοση της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt καταγράφει τις τελευταίες οικονομικές εξελίξεις στα κράτη-μέλη και τα συμπεράσματα είναι μάλλον αποθαρρυντικά. Για την Ελλάδα αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: “Από το πρόγραμμα SURE η Ελλάδα αναμένει δάνεια ύψους 2,7 δισεκατομμυρίων ευρώ, με μακρά περίοδο αποπληρωμής και ευνοϊκά επιτόκια. Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας υπολογίζει με την εκταμίευση της πρώτης δόσης, ύψους 1,35 δις, στα τέλη Νοεμβρίου. Τα χρήματα είναι απολύτως αναγκαία, γιατί, λόγω του αυξανόμενου αριθμού κρουσμάτων, η χώρα βρίσκεται και πάλι σε λοκντάουν από τις 6 Νοεμβρίου. Η γαστρονομία, οι πολιτιστικές δραστηριότητες και σχεδόν όλα τα καταστήματα λιανικής πώλησης έχουν κλείσει, γεγονός που επιδεινώνει την κατάσταση στην αγορά εργασίας. Η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας από όλα τα κράτη-μέλη, σχεδόν 17%. Μέχρι τα τέλη της χρονιάς οι ειδικοί αναμένουν αύξηση της ανεργίας στο 22%. Ήδη τον Μάρτιο, στην αρχή του πρώτου λοκντάουν, η κυβέρνηση είχε λάβει τα πρώτα μέτρα για τη διασφάλιση θέσεων εργασίας με το πρόγραμμα ‘Συνεργασία’, το οποίο προσανατολίζεται στο αντίστοιχο γερμανικό πρόγραμμα μερικής απασχόλησης”.

“Τσουνάμι χρέους” λόγω κορωνοϊού βλέπει η Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ), επικαλούμενη ανάλυση του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF) στην Ουάσιγκτον για το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία αυτά “ο συνολικός όγκος του χρέους στην παγκόσμια οικονομία ανέρχεται σε 272 τρισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό σημαίνει αύξηση κατά 15 τρισεκατομμύρια ή ποσοστό σχεδόν 6% από την αρχή της χρονιάς. Μέχρι το τέλος του χρόνου το Ινστιτούτο εκτιμά ότι το χρέος θα φτάσει τα 277 τρισεκατομμύρια, ποσό που ισούται με το 365% του ‘παγκοσμίου ΑΕΠ’. Στα τέλη του 2019 το ποσοστό δεν ξεπερνούσε το 320%. Ωστόσο το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο επισημαίνει ότι γι αυτήν την εξέλιξη δεν ευθύνεται μόνο η πανδημία και τα μέτρα στήριξης που υπολογίζονται σε 12 τρισεκατομμύρια δολάρια. Αντιθέτως, η αλματώδης αύξηση χρέους έχει ξεκινήσει από το 2016”.

“Λαχείο για την Ευρώπη” η ομάδα Μπάιντεν;

Πλησιάζει η αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο και ο μελλοντικός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει ήδη ανακοινώσει τα πρώτα ονόματα υπουργών. “Η Αμερική είναι έτοιμη να ηγηθεί στον κόσμο” είναι ο τίτλος στην ανάλυση του Spiegel Online. Ο αρθρογράφος εκτιμά ότι “από την πρώτη μέρα ο Μπάιντεν θα θελήσει να αναστρέψει την πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ. Και κυρίως θα θελήσει να επιστρέψει σε σημαντικές διεθνείς συμφωνίες, όπως η Συνθήκη των Παρισίων για την προστασία του κλίματος, κάτι που μπορεί να κάνει με προεδρικό διάταγμα αμέσως μετά την προγραμματισμένη ορκομωσία του, στις 20 Ιανουαρίου”. Ασυγκράτητη ευφορία από την Kölner Stadt-Anzeiger της Κολωνίας: “Για τους Ευρωπαίους η ομάδα Μπάιντεν είναι σαν να έχουν κερδίσει το Λαχείο. Ο νέος υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν, ο νέος σύμβουλος Ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν, αλλά ακόμη και ο ίδιος ο Μπάιντεν είναι πολύ πιο κοντά στους Ευρωπαίους από τις αντίστοιχες ομάδες κυβερνώντων τις προηγούμενες δεκαετίες. Είναι ήδη εμφανής η καταπραϋντική επίδραση που ασκεί η ομάδα Μπάιντεν στον Βρετανό πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον και την κυβέρνησή του. Ακόμη και πριν από τις εκλογές οι Μπάιντεν και Μπλίνκεν είχαν κατά καιρούς διαμηνύσει στους Βρετανούς να μην θέτουν υπό αμφισβήτηση με απερίσκεπτες ενέργειες στον απόηχο του Brexit τις καλές σχέσεις μεταξύ Ιρλανδίας και Βόρειας Ιρλανδίας”.  

Η Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) εστιάζει στο πρόσωπο της νέας υπουργού Οικονομικών Τζάνετ Γιέλεν και κάνει λόγο για μία “θριαμβευτική επιστροφή”. Όπως επισημαίνει “το 2018 ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ την είχε απομακρύνει από το τιμόνι της αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας (FED) χωρίς ουσιαστικό λόγο και παρά τον καθολικό σεβασμό για τη δουλειά της. Τώρα ο εκλεγείς πρόεδρος Τζο Μπάιντεν θέλει να την επαναφέρει στην κορυφή της δημοσιονομικής πολιτικής. Θεωρεί ότι έχει την ικανότητα να αντιμετωπίσει την κρίση που πλήττει την αμερικανική οικονομία ελέω πανδημίας”. Ωστόσο η εφημερίδα της Φρανκφούρτης σημειώνει ότι “ως υπουργός Οικονομικών η Γιέλεν θα υποστεί την απόλυτη ένταση της κομματικής αντιπαράθεσης. Θα προσκρούσει σε αντιστάσεις μόλις επιχειρήσει να υλοποιήσει τα φιλόδοξα φορολογικά σχέδια του Μπάιντεν και θα βρει απέναντί της ένα Ρεπουμπλικανικό Κόμμα που, αίφνης, θα ανακαλύπτει και πάλι την αρχή της δημοσιονομικής πειθαρχίας που είχε αποκηρύξει στα χρόνια του Τραμπ. Η Γιέλεν θα βρει μπροστά της ναρκοπέδιο”.

Ο κρίσιμος ρόλος της “αριστερής” πτέρυγας

Η εφημερίδα Tageszeitung (TAZ) παρατηρεί ότι “παραμένει ανοιχτό το ερώτημα, πώς θα εκπροσωπείται η αριστερή, προοδευτική πτέρυγα των Δημοκρατικών στη νέα κυβέρνηση. Στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα οι οπαδοί του αριστερού γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς είχαν αποφύγει τη μετωπική σύγκρουση, για να μην θέσουν σε κίνδυνο την εκλογή του Μπάιντεν, τώρα όμως πιέζουν για μεγαλύτερη επιρροή. Ο ίδιος ο Σάντερς έχει επιδείξει ενδιαφέρον για το υπουργείο Εργασίας, αλλά φαίνεται ότι αντιμετωπίζει ισχυρό ανταγωνισμό. Πάντως ο Μπάιντεν δεν θα μπορούσε να μην περιλάβει στην κυβέρνησή του ούτε τον Σάντερς ούτε την επίσης αριστερή Ελίζαμπετ Γουόρεν”.