Skip to main content

Η παρακαταθήκη Μέρκελ για Γερμανία και Ευρώπη

Από την έντυπη έκδοση

Του Μωυσή Λίτση
[email protected]

Μέρκελ τέλος από αύριο για τη Γερμανία και την Ευρώπη συνολικότερα, καθώς οι Γερμανοί ψηφοφόροι προσέρχονται στις κάλπες για την ανάδειξη της νέας κυβέρνησής τους. Ποτέ άλλοτε ηγέτης της Γερμανίας δεν άφησε τόσο έντονη σφραγίδα στις ευρωπαϊκές εξελίξεις, προκαλώντας ανάμικτα αισθήματα και αντιδράσεις, καθώς η απερχόμενη καγκελάριος κλήθηκε να διαχειριστεί μεγάλες κρίσεις, όπως η παρ’ ολίγον κατάρρευση του ευρώ και η μεταναστευτική κρίση.

Η Μέρκελ ήταν η πρώτη γυναίκα καγκελάριος της Γερμανίας και εξελέγη το 2005, κερδίζοντας αδιάλειπτα τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις, σπάζοντας το προηγούμενο σερί του καγκελαρίου Κολ. Είναι η μακροβιότερη από τους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μετείχε σε τουλάχιστον 100 ευρωπαϊκές Συνόδους Κορυφής και κλήθηκε να διαχειριστεί την κρίση του ευρώ, τη μεταναστευτική κρίση, το Brexit και την πανδημία του κορονοϊού, ως η ισχυρότερη γυναίκα της Ευρώπης και επικεφαλής της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης.

Η απερχόμενη Γερμανίδα καγκελάριος, όπως επισημαίνει σε εκτενές της αφιέρωμα η DW, δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα αγαπητή στην Ελλάδα, καθώς η εμμονή της στη σκληρή πολιτική λιτότητας και το πρωταρχικό της μέλημα για την προστασία των γερμανικών τραπεζών δημιούργησαν ένα πρωτοφανές αντιγερμανικό κλίμα στη χώρα μας.

Στο πολιτικό επίπεδο, πάλι, γράφει η DW, όλοι οι Έλληνες πρωθυπουργοί που συνυπήρξαν με την Άγκελα Μέρκελ θέλησαν να βρουν έναν τρόπο επικοινωνίας μαζί της, με τον Αντώνη Σαμαρά να το προσπαθεί το 2014 πιο σκληρά απ’ όλους και να παίζει το χαρτί του αριστερού κινδύνου. «Κι όμως την καλύτερη σχέση την έχτισε η Μέρκελ με τον Αλέξη Τσίπρα, αυτόν που προεκλογικά έλεγε “Go back, μαντάμ Μέρκελ”. Εν μέρει διότι, παρά τις έντονες πολιτικές διαφορές τους, ταίριαξε η προσωπική χημεία τους, κάτι που ήταν ορατό από την πρώτη επίσκεψη Τσίπρα στην καγκελαρία. Αλλά κι επειδή η Μέρκελ είχε αυτή την αναπάντεχα ηρωική στάση απέναντι στους πρόσφυγες το φθινόπωρο του 2015 – κάτι που έκανε τους αριστερούς που τη “μισούσαν” να της βγάλουν το καπέλο, τουλάχιστον για το σύντομο διάστημα που επέμεινε στην πολιτική του καλωσορίσματος κόντρα στις πιέσεις του κόμματός της».

Πολλοί της αποδίδουν τα εύσημα ότι έσωσε το ευρώ, αλλά με τεράστιο κοινωνικό κόστος, ειδικά για τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, που ήταν στο επίκεντρο της κρίσης. Παράλληλα της επιρρίπτουν έλλειψη ευρωπαϊκού οράματος και τη θεωρούν υπεύθυνη σε μεγάλο βαθμό για τη «γερμανοποίηση» της Ευρώπης, με τη Γερμανία να εξελίσσεται σε απόλυτο κυρίαρχο των ευρωπαϊκών εξελίξεων, παραγκωνίζοντας την παραδοσιακή ατμομηχανή: τον γαλλογερμανικό άξονα.

Ούτως ή άλλως, σε αντίθεση με την επί 16 χρόνια «μονοκρατορία» της Μέρκελ, η Γαλλία δεν κατάφερε να αναδείξει μία εξίσου ισχυρή πολιτική προσωπικότητα. Η Μέρκελ έμοιαζε στον μέντορά της, τον Κολ, αλλά χωρίς έναν αντίστοιχο Μιτεράν από γαλλικής πλευράς να μπορεί να δώσει νέα πνοή στο ευρωπαϊκό εγχείρημα.

Ο Εμανουέλ Μακρόν δείχνει να προσπαθεί να παίξει το χαρτί ενός εν δυνάμει διαδόχου της Μέρκελ, προωθώντας με σθένος ιδέες όπως η «ευρωπαϊκή άμυνα», χωρίς ωστόσο να απολαμβάνει τη δημοφιλία που απολάμβανε η απερχόμενη καγκελάριος στη Γερμανία.

Η αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης του 2015 εκτόνωσε από τη μια την ένταση που επικρατούσε με τις εικόνες «Ειδομένης», με τη Μέρκελ να αποδέχεται περί το ένα εκατ. Σύρους πρόσφυγες, από την άλλη όμως οδήγησε στη διφορούμενη συμφωνία Ε.Ε. – Τουρκίας. Το μεταναστευτικό και το προσφυγικό έγιναν όπλο στο παζάρι της Άγκυρας, μεταφέροντας παράλληλα την πίεση της διαχείρισης της μεταναστευτικής κρίσης στην Ελλάδα.

Στο ζήτημα της πανδημίας η Γερμανίδα καγκελάριος έδωσε το «πράσινο φως» για τη δημιουργία του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, συνειδητοποιώντας πως είναι προς το συμφέρον της ίδιας της Γερμανίας να μη βυθιστούν σε ατέρμονη ύφεση η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία ή άλλες χώρες εξαιτίας της πανδημίας.

Όπως και να ‘χει η Μέρκελ εγκαταλείπει και τυπικά την καγκελαρία, αφήνοντας το έντονο αποτύπωμά της στις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Και, είτε για καλό είτε για κακό, θα είναι για χρόνια σημείο αναφοράς και μέτρο σύγκρισης για τον όποιο διάδοχό της όταν θα βρεθεί να διαχειριστεί ανάλογα υπαρξιακά προβλήματα σαν αυτά που ταλάνισαν την Ε.Ε. την προηγούμενη δεκαετία.