Η ναρκισσιστική διαταραχή – πιο απλά ναρκισσισμός – ανήκει στις διαταραχές προσωπικότητας και φέρει εννέα διαγνωστικά κριτήρια (DSM-5), με βασικότερα μία μεγαλειώδη αίσθηση εαυτού και επιτευγμάτων και φαντασιώσεις για απεριόριστη δύναμη, εξυπνάδα, ομορφιά κτλ. Αν και αυτά τα κριτήρια είναι εξαιρετικά σημαντικά για τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας, στο παρόν άρθρο θα εξετάσουμε το ναρκισσισμό έτσι όπως μπορεί να τον βιώνει κάποιος που βρίσκεται στον κύκλο επιρροής του ναρκισσιστή και θα δούμε πώς μπορεί να αντιμετωπισθεί.
Τα χαρακτηριστικά που θα παρατηρήσουν όσοι περνάνε αρκετό χρόνο με κάποιο ναρκισσιστή είναι μία αίσθηση ανωτερότητας κι ένας εγωκεντρισμός, ο οποίος συχνά τους αποτρέπει από το ν’ ακούσουν προσεκτικά κάποιον – αντ’ αυτού απαντάνε με κάτι που απασχολεί τους ίδιους. Αυτό που διαφοροποιεί το ναρκισσιστή από κάποιον που πάσχει από κάποια άλλη διαταραχή (πχ. οριακή) είναι ότι συνήθως δε θα αρνηθεί ουσιαστικά την ύπαρξη της διαταραχής του. Αντιθέτως, θα είναι περήφανος για τα χαρακτηριστικά του και θα τα εκλογικεύσει με φράσεις όπως “Δεν είμαι ναρκισσιστής, είμαι όντως πιο έξυπνος από τους άλλους’. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι πολύ συχνά ναρκισσιστές βρίσκονται πράγματι σε διευθυντικούς ή άλλους ηγετικούς ρόλους (Deluga, 1997) και υπάρχει εδώ το ερώτημα της κότας και του αυγού, δηλαδή ο ναρκισσισμός κάνει κάποιον ηγέτη ή η ηγεσία τον κάνει ναρκισσιστή; Η τελική απάντηση δεν έχει βρεθεί ακόμα καθότι οι ρίζες του ναρκισσισμού δεν έχουν ερευνηθεί επαρκώς. Η ψυχολογική κοινότητα είναι διχασμένη, αλλά έχουν δοθεί κάποιες εξηγήσεις σχετικά με την ανάπτυξη της διαταραχής, οι οποίες πάντα έχουν τις ρίζες τους στην παιδική ηλικία (Johnson et. Al, 1999). Πιο αναλυτικά πιθανολογούν πως έχει να κάνει είτε με υπερβολικές και μη ρεαλιστικές προσδοκίες από τους γονείς, είτε με υπερπροστασία και συνεχή, υπερβολική και χωρίς λόγο επιβράβευση.
Επιστρέφοντας στους τρόπους με τους οποίους μπορείτε να αναγνωρίσετε ένα ναρκισσιστή, αυτοί είναι αρκετά απλοί. Ο ναρκισσιστής θα είναι ο γοητευτικός άνθρωπος που βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής και μιλάει αδιάκοπα για τα (συνήθως μεγεθυμένα) επιτεύγματά του, χωρίς να δίνει σε κανέναν άλλο την ευκαιρία να μιλήσει. Είναι επίσης ιδιαίτερα εύθικτοι και αυτό σημαίνει πως αν σκέφτεστε να τους επικρίνετε για κάποιο λάθος στην ομιλία τους ή να τους προκαλέσετε λέγοντας τους πως ίσως υπερβάλουν, υπάρχει μία μεγάλη πιθανότητα να υποστείτε λεκτική επίθεση και να σας τιμωρήσουν με κάποιο τρόπο (έλλειψη επικοινωνίας, παρακράτηση τρυφερότητας ή σεξουαλικών επαφών προς το σύντροφο κτλ). Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι οι ναρκισσιστές είναι εξαιρετικά γοητευτικοί, ενδιαφέροντες και γνωρίζουν τους τρόπους για να κάνουν τον κόσμο να τους προσέχει, σημαίνει πως συνήθως δεν τους λείπουν οι κοινωνικές επαφές. Παρ’ όλα αυτά, κατά γενική παραδοχή, ο ναρκισσισμός αποτελεί ένα μηχανισμό άμυνας στα φοβερά επώδυνα αισθήματα ανασφάλειας και χαμηλής αυτοεικόνας που διαθέτουν και άρα οι κοινωνικές επαφές, τα ακριβά αυτοκίνητα και οι υψηλόμισθες θέσεις είναι συνήθως απλώς μία πανοπλία προστασίας και ένα παραβάν ανάμεσα σε αυτούς και τον κόσμο που δεν εμπιστεύονται.
Οι ναρκισσιστές σχεδόν ποτέ δε θα αναζητήσουν βοήθεια οποιασδήποτε μορφής. Σπάνια πάνε σε κάποιο ψυχοθεραπευτή και αν το κάνουν θα είναι για κάποιο άλλο ζήτημα που τους βασανίζει, καθώς ο ίδιος ο ναρκισσισμός είναι εγωσυντονικός, άρα δεν τον εκλαμβάνουν ως πρόβλημα. Αν πάνε τελικά σε κάποιο ψυχοθεραπευτή θα είναι συνήθως για κατάθλιψη, η οποία πιθανόν να έχει προκληθεί από κάποιο σχόλιο ή κάποια συμπεριφορά που εξέλαβαν ως επικριτική. Αυτό σημαίνει πως σπάνια θα θεραπευτεί η ίδια η διαταραχή. Η μεγαλύτερη λοιπόν πιθανότητα είναι πως αν έχετε ένα ναρκισσιστή στο περιβάλλον σας και αν σας ενοχλεί για κάποιο λόγο η μεγαλομανία του (το λόγο αυτό καλό θα ήταν να τον ψάξετε οι ίδιοι καθώς, όπως λέει και ο Jung, ό,τι μας ενοχλεί στους άλλους, μας λέει κάτι για τον εαυτό μας) έχετε δύο επιλογές: η πρώτη είναι να αγνοήσετε τον εκνευρισμό σας και να συνεχίσετε να του επιτρέπετε να σας μιλάει για το πόσο σημαντικός και πετυχημένος είναι. Η δεύτερη είναι να του μιλήσετε γι’ αυτό που βιώνετε. Αλλά σε αυτή την περίπτωση, να γνωρίζετε πως η σχέση σας θα υποστεί ανεπανόρθωτη ρήξη – είτε αυτό μεταφράζεται σε μία απόλυση, είτε σε μία αδελφική διαμάχη, είτε σε ένα διαλυμένο γάμο.
Τέλος, να αναφέρω πως υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα σε έναν υγιή ναρκισσισμό και αυτό που αποκαλούμε διαταραχή, δηλαδή έναν παθολογικό ναρκισσισμό. Είναι δηλαδή υγιές και απαραίτητο να πιστεύουμε στον εαυτό μας, να έχουμε αυτοπεποίθηση και να επιβραβεύουμε τις επιτυχίες μας. Η κατάσταση γίνεται παθολογική όταν όλα αυτά γίνονται σε υπερβολικό βαθμό, τόσο έντονα που μας αποτρέπουν από το να σχετιζόμαστε ουσιαστικά με τους γύρω μας και εμείς εξακολουθούμε να πιστεύουμε πως είναι αναφαίρετο δικαίωμά μας το να μας δίνουν όλοι την αναπόσπαστη προσοχή τους χωρίς εμείς να ανταποδίδουμε.
Από την Αντωνία Λουκία Αντωνά, Σύμβουλο Ψυχικής Υγείας.