Skip to main content

Τα υψηλά επίπεδα κορτιζόλης μπορεί να είναι δείκτης σοβαρότερης νόσου Covid-19

Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «The Lancet Diabetes & Endocrinology», στην οποία μελετήθηκαν τα επίπεδα κορτιζόλης ορού σε ασθενείς με COVID-19, κατά την αρχική φάση της λοίμωξης από SARS-CoV-2 υπάρχει αναμενόμενη ανταπόκριση του οργανισμού στο στρες με την παραγωγή κορτικοστεροειδών.

Στη μελέτη συμπεριελήφθησαν ασθενείς με διαθέσιμες μετρήσεις κορτιζόλης ορού εντός 48 ωρών από την εισαγωγή στο νοσοκομείο με συμπτώματα λοίμωξης COVID-19 ή από τη διάγνωση λοίμωξης COVID-19. Η μέση συγκέντρωση κορτιζόλης ήταν υψηλότερη στην ομάδα 403 ασθενών με COVID-19 (619 nmol/L) συγκριτικά με  την ομάδα 132 ασθενών που δεν είχαν COVID-19 (519 nmol/L).

Παράγοντες που συσχετίστηκαν με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας συμπεριέλαβαν ηλικία μεγαλύτερη από 75 έτη, συννοσηρότητες όπως διαβήτης, υπέρταση, ενεργή κακοήθεια, χρόνια νεφρική νόσο, καρδιαγγειακή νόσο, καθώς και αυξημένες τιμές CRP, κρεατινίνης, κορτιζόλης και λόγου ουδετεροφίλων προς λεμφοκυττάρων.

Επιπλέον, φάνηκε ότι ο διπλασιασμός της συγκέντρωσης της κορτιζόλης συσχετίστηκε με 42% αύξηση της θνησιμότητας.

Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι τα υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης μπορεί να αντικατοπτρίζουν σοβαρότερη νόσο και συνεπώς χειρότερη πρόγνωση των ασθενών. Ωστόσο, η ικανότητα του οργανισμού να ανταποκρίνεται στο στρες με την παραγωγή κορτιζόλης μπορεί να διαταράσσεται κατά την πορεία της νοσηλείας καθώς και σε περιπτώσεις πνευμονικών επιπλοκών της νόσου όπως το σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας.

Σε κάθε περίπτωση, ο ρόλος των επιπέδων της κορτιζόλης ως βιοδείκτης και η μελέτη της επίδρασης των διακυμάνσεων της συγκέντρωσης της κορτιζόλης αναμένεται να διαλευκανθούν από προοπτικές μελέτες.

Η αύξηση της κορτιζόλης αποτελεί ουσιαστικό μέρος της απόκρισης στο στρες του ανθρώπινου σώματος, προκαλώντας προσαρμοστικές αλλαγές στο μεταβολισμό, την καρδιαγγειακή λειτουργία και την ανοσολογική ρύθμιση.