Skip to main content

Καρκίνος παγκρέατος: Διάγνωση στα πρώιμα στάδια με αιματολογική εξέταση

Τι δείχνουν τα αποτελέσματα μετρήσεων που έγιναν σχετικά με την L-τυροσίνη

Ο ρόλος της L-τυροσίνης ως προβλεπτικού παράγοντα για τον καρκίνο του παγκρέατος αναλύθηκε από τον πρόεδρο του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και διευθυντή του Εργαστηρίου EnVelab του ΑΠΘ, καθηγητή Δημοσθένη Σαρηγιάννη, ο οποίος μίλησε στη «Βεργίνα Τηλεόραση».

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας, η αύξηση της τιμής των ορίων της L-τυροίνης (LTyrosine) σχετίζεται και με την έκθεση του οργανισμού σε επιβαρυντικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες (π.χ βιομηχανική ρύπανση), ωστόσο η επαφή μας με τη φύση και η αλλαγή του τρόπου ζωής και διατροφής μας μπορεί να επηρεάσει θετικά ή ακόμη και να ανατρέψει αυτή την επίπτωση.

Ο κ. Σαρηγιάννης αναφέρθηκε στα αποτελέσματα μετρήσεων που έγιναν σχετικά με την L-τυροσίνη, ένα αμινοξύ που είναι «προβλεπτικός παράγοντας» για τις θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία μας, σημειώνοντας πως μέσα από συγκεκριμένες παρεμβάσεις «το να είμαστε κοντά στο πράσινο και να μπορούμε να ασκηθούμε σε πράσινους χώρους, μπορεί να επηρεάσει θετικά και να ανατρέψει την αρνητική επίπτωση από την έκθεση π.χ. σε βιομηχανική ρύπανση στον πληθυσμό Αθήνας και Θεσσαλονίκης που το έχουμε ήδη μετρήσει».

Όπως είπε, η L-τυροσίνη ρυθμίζει μια σειρά από φυσιολογικές δράσεις του οργανισμού και υποσυστήματα που αφορούν νευρολογικές ασθένειες.

Ο ίδιος πρότεινε την εφαρμογή ενός πιλοτικού προγράμματος σε δήμους όπως της Θεσσαλονίκης ώστε να γίνουν οι συγκεκριμένες εξετάσεις στον πληθυσμό για «να δούμε ποια είναι η κατάσταση και κυρίως να δούμε πώς μπορούμε να προβλέψουμε ή να ανατρέψουμε το πρόβλημα».

Τέλος, εξήγησε πως «μια υψηλή τιμή της συγκεκριμένης ουσίας σημαίνει ότι πρέπει να δούμε το προφίλ ζωής μας, την έκθεσή μας σε ρύπους, τη διατροφή μας κ.λπ. και να κάνουμε αλλαγές για να μειώσουμε αυτή την τιμή».

Μάλιστα, όπως είπε, σε μελέτες που έγιναν σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις είδαν για παράδειγμα ότι ο τρόπος διατροφής και μάλιστα η αποφυγή συγκεκριμένων επεξεργασμένων τροφίμων και συγκεκριμένων λιπαρών μπορούν να είναι τρομερά προστατευτικοί παράγοντες. Αυτό που λείπει είναι η ολιστική κατανόηση του θέματος, όχι από τον επιστήμονα και τον γιατρό, αλλά κυρίως από τους ιθύνοντες.