Γράφει η Ζωή Ράπτη, βουλευτής ΝΔ Β1 Βορείου Τομέα Αθηνών, τ. υφυπουργός Ανάπτυξης
Η υγεία αποτελεί το πιο πολύτιμο θεμέλιο για την πρόοδο και τη συνοχή μιας κοινωνίας. Σε μια εποχή μεγάλων προκλήσεων αλλά και ανεπανάληπτων δυνατοτήτων, η χώρα μας επενδύει συνειδητά στην έρευνα, την τεχνολογία και την καινοτομία, ώστε να διασφαλίσει ότι το σύστημα υγείας θα είναι σύγχρονο, αποτελεσματικό και δίκαιο για όλους.
Από την τεχνητή νοημοσύνη στις κλινικές δοκιμές, μέχρι την ανάπτυξη νέων βιοδεικτών και ιατροτεχνολογικών προϊόντων αιχμής, η Ελλάδα οικοδομεί βήμα-βήμα ένα ισχυρό οικοσύστημα που συνδέει ερευνητικά κέντρα, πανεπιστήμια, επιχειρήσεις και δυναμικές νεοφυείς εταιρείες.
Η αξιοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης (AI) στην υγεία ανοίγει νέους δρόμους για την παραγωγή γνώσης και την εφαρμογή της στην πράξη. Δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς, φαρμακευτικές εταιρείες, ερευνητικά κέντρα και πανεπιστημιακά ιδρύματα συνεργάζονται σε ένα περιβάλλον που πολλαπλασιάζει τις ευκαιρίες και ενισχύει τη μεταφορά τεχνογνωσίας. Οι δυνατότητες που προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη – από την πρόβλεψη της αποτελεσματικότητας νέων φαρμάκων έως την εξατομικευμένη ιατρική – είναι ουσιαστικά απεριόριστες.
Τα τελευταία χρόνια, η πολιτεία στηρίζει έμπρακτα αυτό το όραμα με στοχευμένα χρηματοδοτικά εργαλεία. Εμβληματικό παράδειγμα αποτελεί η δράση «Ερευνώ – Δημιουργώ – Καινοτομώ» του ΕΣΠΑ 2014-2020, η οποία στήριξε συνολικά 1.118 ερευνητικά έργα. Από αυτά, τα 178 αφορούσαν αποκλειστικά την υγεία και τον φαρμακευτικό τομέα, με τη συμμετοχή 569 επιχειρήσεων και ερευνητικών φορέων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο τομέας της υγείας απορρόφησε το 18,7% του συνολικού προϋπολογισμού, καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση μετά τις τεχνολογίες πληροφορικής. Η επιτυχία αυτής της δράσης άνοιξε τον δρόμο για τη συνέχισή της: η νέα δράση «Ερευνώ – Καινοτομώ» του ΕΣΠΑ 2021-2027, προϋπολογισμού 300 εκατομμυρίων ευρώ, βρίσκεται σε εξέλιξη, έχουν υποβληθεί συνολικά 2.470 προτάσεις στις τέσσερις παρεμβάσεις του προγράμματος, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο τη σύνδεση της επιστημονικής κοινότητας με την επιχειρηματικότητα.
Η ώθηση που δίνεται στην έρευνα και την καινοτομία στην υγεία δεν περιορίζεται μόνο σε ερευνητικά προγράμματα. Μέσα από την πολιτική του επενδυτικού clawback, αλλά και τη στήριξη της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας, έχει δημιουργηθεί ένα πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη νέων υπηρεσιών και προϊόντων. Η συνεισφορά αυτών των πρωτοβουλιών στην εθνική οικονομία είναι πολύπλευρη: περισσότερες από 5.500 νέες και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, αξιοποίηση του υψηλά καταρτισμένου επιστημονικού δυναμικού, αύξηση επενδύσεων στην Έρευνα και Ανάπτυξη, ενίσχυση της παραγωγής, εξαγωγές σε περισσότερες από 120 χώρες και σημαντικές ασφαλιστικές και φορολογικές εισφορές.
Η χρηματοδότηση των ερευνητικών μας κέντρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ενισχύει περαιτέρω αυτήν την πορεία. Με 189 εκατομμύρια ευρώ, προωθούνται έργα αιχμής στους τομείς της Ιατρικής Ακριβείας, της ρομποτικής και της πράσινης ενέργειας, ανοίγοντας νέους ορίζοντες για εφαρμογές που θα αλλάξουν ριζικά την πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία. Παράλληλα, με 216 εκατομμύρια ευρώ, εκσυγχρονίζονται οι ερευνητικές υποδομές σε όλη τη χώρα: κτιριακές εγκαταστάσεις, εργαστήρια και εξοπλισμός αποκτούν τεχνολογίες αιχμής, δίνοντας στους Έλληνες επιστήμονες τα εργαλεία που χρειάζονται για να πρωτοπορήσουν.
Η στρατηγική αυτή οικοδομεί ένα περιβάλλον που ευνοεί τη δημιουργία καινοτόμων επιχειρήσεων, την προσέλκυση επενδύσεων σε τομείς υψηλής τεχνολογίας και τη στήριξη της επιστημονικής έρευνας ως μοχλού βιώσιμης ανάπτυξης. Η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα είναι κομβική και έχει ήδη αποδώσει καρπούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το έργο του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών, που σε συνεργασία με την εταιρεία Intelligencia αναπτύσσει εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης για την πρόβλεψη της επιτυχίας κλινικών δοκιμών, επιταχύνοντας την ανάπτυξη νέων θεραπειών.
Αντίστοιχα, το «Ελληνικό Δίκτυο Μοριακής Ογκολογίας – ΕΔΙΜΟ», υπό τον συντονισμό του ΙΤΕ, φέρνει κοντά εννέα πανεπιστημιακούς και ερευνητικούς φορείς με στόχο την ανάπτυξη νέων βιοδεικτών για διάγνωση, πρόγνωση και θεραπεία ασθενών με καρκίνο.
Μέσα από αυτές τις πρωτοβουλίες, η Ελλάδα αποδεικνύει ότι μπορεί να σταθεί ανταγωνιστικά στο διεθνή χάρτη της επιστημονικής έρευνας και της καινοτομίας στην υγεία. Το στοίχημα είναι μεγάλο: η επένδυση στην έρευνα δεν αφορά μόνο την οικονομία. Είναι δέσμευση για καλύτερη ποιότητα ζωής, για πιο αποτελεσματικές και εξατομικευμένες θεραπείες, για ένα σύστημα υγείας που δεν μένει στάσιμο αλλά εξελίσσεται μαζί με τις ανάγκες των πολιτών του.
Η σύνδεση επιστήμης, τεχνολογίας και επιχειρηματικότητας μετατρέπει την έρευνα σε κινητήρια δύναμη προόδου. Και σε αυτή τη διαδρομή, η Ελλάδα δηλώνει παρούσα, καινοτομεί, προσελκύει επενδύσεις, αξιοποιεί το άριστο επιστημονικό της δυναμικό, διασφαλίζοντας ότι η υγεία θα παραμείνει το πιο ισχυρό θεμέλιο μιας ανθεκτικής και δίκαιης κοινωνίας.