Skip to main content

Μείωση κόστους κατά 40% στα επόμενα δύο χρόνια για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

Το κόστος της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές θα σημειώσει μείωση 40 τοις εκατό τα επόμενα δύο χρόνια, σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (IRENA), ενώ όταν ληφθούν υπ’ όψιν εξωτερικοί παράγοντες, όπως η τοπική ρύπανση και οι αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία, τότε το πλεονέκτημα των ανανεώσιμων πηγών πολλαπλασιάζεται.

Η έκθεση της IRENA, με τίτλο «το κόστος παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές το 2014» εξετάζει τις παγκόσμιες τάσεις της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, το κόστος της αιολικής ενέργειας, των ηλιακών φωτοβολταϊκών, της υδροηλεκτρικής ενέργειας, της βιομάζας και της γεωθερμικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, και καταλήγει με μία εκτίμηση της μείωσης του κόστους έως το 2025.

Η μείωση του κόστους θα είναι πιο μεγάλη στα φωτοβολταϊκά κύτταρα, αλλά και οι αιολικές, υδροηλεκτρικές, γεωθερμικές πηγές, όπως και η βιομάζα, θα είναι πλέον ανταγωνιστικές ή και αρκετά φθηνότερες από ότι τα ορυκτά καύσιμα, αναφέρει η έκθεση.

Μεταξύ 2010 και 2014 το κόστος της ηλιακής ενέργειας έπεσε κατά 50 τοις εκατό, ενώ από το τέλος του 2009 έως σήμερα το κόστος παραγωγής φωτοβολταϊκών έπεσε κατά 75 τοις εκατό.

Επιπλέον σε αγορές όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Αυστραλία, το κόστος της οικιακής ηλιακής ενέργειας είναι ήδη χαμηλότερη από την τιμή της συμβατικής ηλεκτροδότησης από το δίκτυο. Η έκθεση προβλέπει πως όλα αυτά τα κόστη αναμένεται να μειωθούν ακόμα πιο πολύ στο μέλλον.

«Ποτέ δεν ήταν φθηνότερο να αποφευχθεί η επικίνδυνη κλιματική αλλαγή, και ταυτόχρονα να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας, να μειωθεί ο λογαριασμός εισαγωγών καυσίμων και να εξασφαλίσουμε το μέλλον του ενεργειακού μας συστήματος με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Αυτό απαιτεί δημόσια αναγνώριση της χαμηλής τιμής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και να δοθεί τέλος στις επιδοτήσεις για τα ορυκτά καύσιμα, ώστε να υποστηρίξουμε την παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση», δήλωσε ο Αντάν Αμίν, γενικός διευθυντής της IRENA.