Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed) των ΗΠΑ αναμένεται αύριο να μειώσει και πάλι τα επιτόκια. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία μεταξύ των παρατηρητών και των χρηματιστηριακών αγορών.
Αυτό θα είναι το δεύτερο βήμα προς τα κάτω φέτος, μετά τη μείωση των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο.
Σύμφωνα με το εργαλείο ανάλυσης της αγοράς συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης του Ομίλου CME, υπάρχει σχεδόν 97% προσδοκία ότι στην αυριανή συνεδρίαση, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς (FOMC) θα μειώσει το εύρος-στόχο του επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης, σε 3,75 ως 4,00%.
Εάν επιβεβαιωθεί, θα είναι το χαμηλότερο επίπεδο επιτοκίων από τις αρχές του 2023.
Σε αντίθεση πάντως με την FOMC του Σεπτεμβρίου, στην αυριανή συνεδρίαση-λόγω του συνεχιζόμενου shutdown του αμερικανικού δημοσίου, δεν θα δημοσιευτούν οι νέες μακροοικονομικές προβλέψεις της Fed για τον πληθωρισμό, την ανεργία και την αύξηση του ΑΕΠ των ΗΠΑ για τα επόμενα χρόνια.
Οι αγορές ομολόγων και οι αναλυτές της Wall Street,προβλέπουν επίσης τουλάχιστον μία ακόμη μείωση των επιτοκίων έως τον Δεκέμβριο . Η πιθανότητα περαιτέρω μείωσης των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης μέχρι το τέλος του έτους, θεωρείται πάνω από 80%, γεγονός που θα υποδήλωνε στόχο της Fed στην περιοχή του 3,50%-3,75% στο τέλος του 2025.
Στήριξη της ανάπτυξης
Στην ουσία, η Fed φαίνεται να έχει εισέλθει σε λειτουργία «στήριξης της ανάπτυξης» και όχι απλώς σε «πόλεμο κατά πληθωρισμού».
«Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ θα προσπαθήσει να επικοινωνήσει την απόφαση ως εξής: «μειώνουμε τα επιτόκια για να προστατεύσουμε την αγορά εργασίας των ΗΠΑ και να στηρίξουμε την ανάπτυξη», αποφεύγοντας παράλληλα το μήνυμα ότι «ο πληθωρισμός δεν αποτελεί πλέον πρόβλημα», λένε στη Ναυτεμπορική, παράγοντες της αγοράς.
«Ο Τζερόμ Πάουελ θα πρέπει να διαχειριστεί τρεις κινδύνους παράλληλα:
- Ελλιπή μακροοικονομικά στοιχεία λόγω του shutdown της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
- Αμεση πολιτική πίεση από τον Λευκό Οίκο στα επιτόκια,
- Και τις επιπτώσεις στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές: μείωση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων, πιθανώς ένα ασθενέστερο δολάριο στο βασικό σενάριο, ευνοϊκή θέση στην τεχνολογία και τις εταιρείες μικρής κεφαλαιοποίησης.
Ο τόνος του Πάουελ
Αλλά ο πραγματικός παράγοντας που επηρεάζει την ανάπτυξη των ΗΠΑ παραμένει ο τόνος που θα επιλέξει να μιλήσει ο πρόεδρος της Fed:
«Αν ο Πάουελ εμφανιστεί υπερβολικά ανήσυχος για την απασχόληση και την εγχώρια ζήτηση, το μήνυμα που θα στείλει προς τους επενδυτές θα είναι: δασμοι«ανώμαλη προσγείωση μπροστά», αυξάνοντας τον κίνδυνο μιας αντίδρασης αποφυγής κινδύνου για τις μετοχές και τα περιουσιακά στοιχεία υψηλού κινδύνου», λένε οι ειδικοί.
Οι χρηματοπιστωτικές αγορές θα έχουν τον τελευταίο λόγο. Η εμπιστοσύνη τους είναι κρίσιμη – εν ολίγοις, η προθυμία των εγχώριων και διεθνών πιστωτών να συνεχίσουν να αγοράζουν κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ και να χρησιμοποιούν το δολάριο ως συναλλαγματικό αποθεματικό.
Η απόδοση των ομολόγων
Ένας βασικός δείκτης, είναι η απόδοση των κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ. Η απόδοση των 30ετών κρατικών ομολόγων, η οποία είχε εκτοξευθεί πάνω από το 5% στο αποκορύφωμα της αβεβαιότητας τον Μάιο, έχει πρόσφατα υποχωρήσει στο 4,6%.
Τα δεκαετή αμερικανικά ομόλογα αποδίδουν επί του παρόντος 4,02%, από 4,6% τον Μάιο. Αυτά τα στοιχεία αποτελούν έναν εύκολα προσβάσιμο και σημαντικό δείκτη για την αξιολόγηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο.
Οι ειδικοί παραμένουν επιφυλακτικοί ως προς το εάν τα λεγόμενα Tramponomics -η έγερση εμπορικών φραγμών με ταυτόχρονη τόνωση της οικονομίας, είναι βιώσιμη μακροπρόθεσμα.
Τα έσοδα των δασμών
Σύμφωνα με υπολογισμούς της βρετανικής εταιρείας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων Insight Investment, τα μηνιαία έσοδα στο αμερικανικό δημόσιο από δασμούς, φτάνουν τα 29 δισεκατομμύρια δολάρια, σε σύγκριση με τον μέσο όρο των 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων πέρυσι. Ωστόσο, αυτό είναι μόνο το μισό για να καλύψει το κόστος του γιγαντιαίου δημοσιονομικού προγράμματος του Τραμπ («Big Beautiful Bill»).
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, που χαρακτηρίζεται από απαράμιλλη καινοτόμο δύναμη και υψηλή παραγωγικότητα εργασίας. Αλλά έχουν επίσης το υψηλότερο βουνό χρέους στον κόσμο. Και τα δύο ισχύουν εδώ και δεκαετίες, αλλά οι λόγοι μεταβάλλονται.Το επίπεδο του χρέους ξεπέρασε πρόσφατα τα 38 τρισεκατομμύρια δολάρια και ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ έχει αυξηθεί πάνω από 122%.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναμένει ότι θα φτάσει το 123% φέτος. Αυτό δεν είναι ένα ασήμαντο πρόβλημα, καθώς αναπόφευκτα οδηγεί σε έναν φαύλο κύκλο. «Δεδομένου ότι τα έσοδα της κυβέρνησης εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική παραγωγή, ένας υψηλότερος λόγος χρέους σημαίνει ότι ένα συνεχώς αυξανόμενο μέρος των εσόδων πρέπει να δαπανηθεί για την εξυπηρέτηση του χρέους», εξηγούν Αμερικανοί αναλυτές και προειδοποιούν:Τα χρήματα που η κυβέρνηση πρέπει να πληρώσει στους πιστωτές της για τόκους, λείπουν για οικονομικά κίνητρα, όπως η βελτίωση των υποδομών ή η προώθηση καινοτόμων βιομηχανιών»
Πιστοληπτική υποβάθμιση
Ο ευρωπαϊκός οίκος αξιολόγησης Scope με έδρα το Βερολίνο επεσήμανε πρόσφατα αυτό το πρόβλημα και υποβάθμισε την πιστοληπτική αξιολόγηση από AA σε AA-.
Επικαλέστηκε όχι μόνο τα επίμονα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα και την αυξανόμενη επιβάρυνση των τόκων, αλλά εξαπέλυσε και σκληρή κριτική στις πολιτικές του προέδρου Τραμπ.
«Η αποδυνάμωση των προτύπων διακυβέρνησης, ιδίως η διάβρωση της καθιερωμένης διάκρισης των εξουσιών, μειώνει την προβλεψιμότητα και τη σταθερότητα της πολιτικής των ΗΠΑ», αναφέρει η τελευταία έκθεση του οίκου Scope.
Ο Βέρνερ Κράμερ, ανώτερος οικονομικός αναλυτής της Lazard Asset Management Germany, τονίζει ότι «τα τελευταία 17 χρόνια, οι ΗΠΑ βίωσαν μια χρυσή εποχή.Αλλά παρόλο που η χώρα έχει επωφεληθεί σε μεγάλο βαθμό από την παγκοσμιοποίηση και το ελεύθερο εμπόριο, γυρίζει την πλάτη της ακριβώς σε αυτά τα θεμέλια.Η ειδική θέση των ΗΠΑ διακυβεύεται ολοένα και περισσότερο», υπογραμμίζει ο Κράμερ και προσθέτει:«Αυτό που βιώνουμε αυτή τη στιγμή δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια νέα παγκόσμια τάξη».












