Skip to main content

Μικρές νίκες, αλλά και ανοιχτά ρήγματα: Τι θα γίνει στη συνάντηση Τραμπ – Σι

Ανακούφιση στις αγορές, αλλά με σοβαρά ερωτήματα να παραμένουν ανοιχτά

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα προετοιμάζουν ένα νέο, προσεκτικά «ζυγισμένο» πακέτο συμφωνιών, το οποίο αναμένεται να παρουσιαστεί στη συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Σι Τζινπίνγκ αυτή την εβδομάδα στη Σεούλ.

Οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου φαίνεται να κλείνουν σειρά «εύκολων» θεμάτων που λειτουργούν ως βαλβίδα αποσυμπίεσης στη μακροχρόνια εμπορική αντιπαράθεση, αφήνοντας όμως αναπάντητα τα ζητήματα που αφορούν την τεχνολογία, την ασφάλεια και το ίδιο το μοντέλο ανάπτυξης των δύο χωρών.

Συμφωνίες χαμηλού ρίσκου

Η Ουάσιγκτον και το Πεκίνο παρουσίασαν στη Μαλαισία έναν κατάλογο μέτρων που στόχο έχουν την αποκλιμάκωση της έντασης, δίνοντας πολιτικά «δώρα» και στις δύο πλευρές.

Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι «νιώθει καλά» για μια επικείμενη συμφωνία, μετά την ανακοίνωση μιας σειράς πρωτοβουλιών που περιλαμβάνουν την επανέναρξη των κινεζικών εισαγωγών αμερικανικής σόγιας – με σαφή στόχευση στις πολιτείες-κλειδιά των Ρεπουμπλικανών – και την απομάκρυνση της απειλής για 100% δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές.

Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, το Πεκίνο θα «παγώσει» για έναν χρόνο την εφαρμογή των αυστηρότερων ελέγχων στις εξαγωγές σπάνιων γαιών, διατηρώντας τη ροή των κρίσιμων μαγνητών που χρειάζεται η αμερικανική βιομηχανία.

Οι δύο πλευρές κατέληξαν επίσης σε προκαταρκτική συμφωνία για την αντιμετώπιση της διακίνησης της φαιντανύλης – ενός θέματος με έντονη πολιτική φόρτιση στις ΗΠΑ – και οριστικοποίησαν, σύμφωνα με τον Μπέσεντ, τη συμφωνία για το TikTok, ανοίγοντας τον δρόμο για πώληση των αμερικανικών δραστηριοτήτων της πλατφόρμας σε αμερικανικά συμφέροντα.

Οι αγορές αντέδρασαν με ανακούφιση: ο παγκόσμιος δείκτης MSCI βρέθηκε στα υψηλότερα επίπεδα όλων των εποχών, ενώ τα futures των αμερικανικών δεικτών κινήθηκαν ανοδικά. Ωστόσο, οι αναλυτές προειδοποιούν ότι είναι μία «ειρήνη» τεχνικού χαρακτήρα, με βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, αφού τα βαθύτερα σημεία τριβής παραμένουν άθικτα.

Τα αγκάθια της στρατηγικής αντιπαράθεσης

Η πραγματική δοκιμασία αφορά τις διαφωνίες για τις κρατικές επιδοτήσεις, τον τεχνολογικό ανταγωνισμό και την εθνική ασφάλεια — τρία πεδία όπου τα οικονομικά και πολιτικά μοντέλα των δύο χωρών συγκρούονται θεμελιωδώς.

Η Ουάσιγκτον επιμένει πως οι έλεγχοι στις εξαγωγές μικροτσίπ και προηγμένων τεχνολογιών είναι αναγκαίοι για να περιοριστούν οι στρατιωτικές φιλοδοξίες της Κίνας.

Το Πεκίνο, από την πλευρά του, αξιοποιεί την κυριαρχία του στις σπάνιες γαίες – παράγει σχεδόν το 70% της παγκόσμιας παραγωγής – ως μοχλό πίεσης απέναντι στους αμερικανικούς περιορισμούς.

Αν και οι δύο πλευρές φαίνεται να συμφώνησαν σε προσωρινή αναστολή των αμοιβαίων μέτρων, η ουσία του ζητήματος –ποιος ελέγχει τα κρίσιμα στρατηγικά υλικά της νέας βιομηχανικής εποχής– παραμένει ανοιχτή.

Από τον «πόλεμο των δασμών» στην αναμέτρηση μοντέλων

Οι νέες συνομιλίες έρχονται σχεδόν οκτώ χρόνια μετά την πρώτη φάση του εμπορικού πολέμου, όταν ο Τραμπ επέβαλε τους υψηλότερους δασμούς από τη δεκαετία του ’30.

Παρά τις διαδοχικές ανακωχές, οι αμερικανικοί περιορισμοί στις κινεζικές επενδύσεις και οι αντίμετροι κινεζικοί φραγμοί στις εξαγωγές τεχνολογίας διατηρούν τη διμερή σχέση σε κατάσταση «ελεγχόμενης έντασης».

Την ίδια ώρα, η Κίνα δείχνει αποφασισμένη να χαράξει πορεία οικονομικής αυτάρκειας. Το νέο αναπτυξιακό σχέδιο που παρουσίασε το Πεκίνο δίνει έμφαση στη βιομηχανία, την τεχνολογική αυτάρκεια και τη μείωση της εξάρτησης από τη δυτική κατανάλωση — μια απάντηση στις αμερικανικές πιέσεις για «επανεξισορρόπηση» της κινεζικής οικονομίας μέσω τόνωσης της εγχώριας ζήτησης.

Η κίνηση αυτή ερμηνεύεται στην Ουάσιγκτον ως σαφής άρνηση συμμόρφωσης με την αμερικανική ατζέντα «rebalancing», αποδεικνύοντας ότι η αντιπαράθεση έχει περάσει από το επίπεδο του εμπορίου σε αυτό της γεωοικονομικής ταυτότητας.

Η Σεούλ ως τεστ σταθερότητας

Η επικείμενη συνάντηση στη Σεούλ —η πρώτη των δύο ηγετών μετά την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο— θεωρείται από τους διπλωμάτες δοκιμασία αξιοπιστίας και διάθεσης αποκλιμάκωσης.

Παρά τις διακηρύξεις για «σταθερότητα», όπως τόνισε ο πρώην βοηθός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Ντάνιελ Κρίτενμπρινκ, «κανένα από τα θεμελιώδη ζητήματα της σχέσης δεν έχει αλλάξει».

Ο Τραμπ εμφανίζεται πρόθυμος να εξασφαλίσει συμβολικές «νίκες» ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του 2026 — αγορές σόγιας, επιτυχία στην TikTok, συνεργασία για τη φαιντανύλη — ενώ ο Σι Τζινπίνγκ επιδιώκει να προβάλλει εικόνα σταθερότητας και ισότιμου διαλόγου, σε μια περίοδο που η κινεζική οικονομία πιέζεται από χαμηλή κατανάλωση και επιβράδυνση επενδύσεων.

Στην καλύτερη περίπτωση, οι δύο ηγέτες θα επικυρώσουν ένα πλαίσιο «παγωμένης ειρήνης» — ένα μείγμα επιμέρους συμφωνιών χωρίς συνολικό reset. Στην πράξη, αυτό σημαίνει παράταση της ισχύος των υπαρχόντων δασμών (έως 30%) και προσωρινό πάγωμα των νέων 100% τελών που είχε απειλήσει ο Τραμπ.

Ο αντίκτυπος

Η προοπτική ανακωχής ΗΠΑ–Κίνας καθησυχάζει προσωρινά τις αγορές, όμως οι συνέπειες των τελευταίων ετών παραμένουν ορατές. Οι αλυσίδες εφοδιασμού έχουν ήδη μετασχηματιστεί, με το κεφάλαιο να μετακινείται από την Κίνα προς το Βιετνάμ, την Ινδονησία και το Μεξικό.

Η Ευρώπη, εγκλωβισμένη ανάμεσα στους δύο πόλους, βλέπει την ένταση να επηρεάζει την πρόσβαση σε κρίσιμες πρώτες ύλες –ιδίως στις σπάνιες γαίες– και να εντείνει τη συζήτηση για «στρατηγική αυτονομία».

Οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας και αυτοκινητοβιομηχανίας βρίσκονται αντιμέτωπες με την αυξανόμενη μεταβλητότητα στις τιμές των μετάλλων και τον κίνδυνο διπλής εξάρτησης: από την κινεζική παραγωγή και από τις αμερικανικές κυρώσεις.

Για τις παγκόσμιες αγορές, το βασικό μήνυμα είναι ότι η «αποσύνδεση» (decoupling) δεν ανατρέπεται εύκολα. Η φαινομενική πρόοδος στις συνομιλίες ΗΠΑ–Κίνας μπορεί να σηματοδοτεί ένα διάλειμμα στη ρητορική σύγκρουση, όχι όμως το τέλος του οικονομικού ανταγωνισμού που διαμορφώνει τη νέα γεωοικονομική τάξη.