Το νέο Πενταετές Σχέδιο 2026-2030 για την εθνική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη συζητά από σήμερα και για μία εβδομάδα στο Πεκίνο, η Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ), σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από τον σκληρό ανταγωνισμό με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το νέο πενταετές σχέδιο παρουσίασε ο πρόεδρος της χώρας, Σι Τζιπίνγκ που είναι και ΓΓ της ΚΕ του ΚΚ Κίνας.
«Η ηγεσία της Κίνας προσβλέπει στην πιο σημαντική πολιτική συνάντηση της χρονιάς, που θα καθορίσει την πορεία της χώρας έως το 2030», γράφει η κινεζική εφημερίδα Global Times.
«Η Κίνα έχει θέσει στόχο ανάπτυξης περίπου 5% για ολόκληρο το έτος και βρίσκεται σε καλό δρόμο για να το πετύχει» σύμφωνα με την Λιν Σονγκ, εμπειρογνώμονα για την Κίνα στην ING. «Ωστόσο, η ασθενής εμπιστοσύνη, που αντικατοπτρίζεται στην ασθενή κατανάλωση, τις επενδύσεις και την επιδεινούμενη πτώση των τιμών των ακινήτων, πρέπει ακόμη να αντιμετωπιστεί», προσθέτει.
Τεχνολογικά άτρωτη
Παρόλο που λίγες λεπτομέρειες είναι πιθανό να δημοσιοποιηθούν μετά τη συνεδρίαση, οι περισσότεροι αναλυτές είναι βέβαιοι ότι το νέο οικονομικό σχέδιο θα εντείνει τις προσπάθειες της Κίνας να καταστεί τεχνολογικά άτρωτη. Ταυτόχρονα, το Πεκίνο προετοιμάζεται για μια παρατεταμένη οικονομική σύγκρουση με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Αν και ο Αμερικανός πρόεδρος έκανε πίσω στο θέμα των πρόσθετων δασμών ενόψει και της συνάντησής του με τον Σι Τζιπίνγκ στη Νότια Κορέα στο τέλος του μήνα, διαμάχη δεν έχει τελειώσει και κρέμεται σαν σκιά πάνω από την παγκόσμια οικονομία», προσθέτουν οι ίδιες πηγές.
Το 15ο πενταετές
Το νέο πενταετές σχέδιο του Πεκίνου, είναι το 15ο από τη δεκαετία του 1950. Τα πενταετή σχέδια αποτελούν την καρδιά της κυβερνητικής διαχείρισης στην Κίνα. Καθορίζουν την κατεύθυνση της οικονομίας, της ενέργειας, αλλά και της ίδιας της πολιτικής της χώρας.
Οικονομικό δίλημμα
Το καινούριο είναι ότι το Πεκίνο καλείται σήμερα να ξεπεράσει ένα οικονομικό δίλημμα: Παρά τις προσπάθειές για εκσυγχρονισμό, οι οικονομολόγοι προειδοποιούν εδώ και καιρό ότι τα σοβαρά προβλήματα της οικονομίας δεν πρέπει να ξεχαστούν».
Η ενίσχυση της εγχώριας κατανάλωσης παραμένει μια σημαντική πρόκληση. Επί χρόνια, η κινεζική κυβέρνηση προσπαθεί να καταστήσει την εγχώρια ζήτηση τον βασικό πυλώνα της οικονομίας. «Αν και η Κίνα έχει εξαλείψει την ακραία φτώχεια, η κατανάλωση της νέας μεσαίας τάξης δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες. Η κρίση ακινήτων και η υψηλή ανεργία των νέων επηρεάζουν επίσης το κλίμα», τονίζουν παράγοντες της αγοράς.
Η ηγεσία της Κίνας αντιμετωπίζει επομένως μια δύσκολη διαδικασία εξισορρόπησης: Ενώ τα εργοστάσια λειτουργούν με πλήρη ταχύτητα, πολλοί καταναλωτές διστάζουν. Από τη μία πλευρά, η χώρα παράγει περισσότερα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας από ποτέ, αλλά από την άλλη, η εγχώρια ζήτηση είναι ανεπαρκής.
Μέση λύση
Οι αισιόδοξοι ελπίζουν ότι το Πεκίνο θα βρει μια μέση λύση: Αφενός, η εγχώρια κατανάλωση θα πρέπει να αυξηθεί χωρίς η χώρα να χάσει τη βιομηχανική της επιρροή. Ταυτόχρονα, πολλοί αναμένουν ότι ενώ το Πεκίνο δίνει μεγάλες υποσχέσεις στους καταναλωτές στο νέο του σχέδιο, στην πραγματικότητα θα συνεχίσει να διοχετεύει πολύ περισσότερα χρήματα σε εργοστάσια, έρευνα και στρατηγικές βιομηχανίες.
«Νομίζω ότι η έμφαση εξακολουθεί να δίνεται επί του παρόντος στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αύξηση της οικονομικής πίτας, προτού αρχίσουμε να διανέμουμε τους καρπούς αυτής της ανάπτυξης», σχολιάζει ο ειδικός σε θέματα Κίνας, Αλεξάντερ Μπράουν, του ινστιτούτου Merics με έδρα το Βερολίνο.
Από την οπτική γωνία του Πεκίνου, το σημερινό μοντέλο λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό, με τις κινεζικές εταιρείες να γίνονται πιο διεθνώς ανταγωνιστικές σε πολλούς τομείς. «Στα μάτια της ηγεσίας, υπάρχει επί του παρόντος μια στρατηγική ευκαιρία να αναλάβει η Κίνα την τεχνολογική ηγεσία σε αυτούς τους τομείς».
Ρομποτική και ημιαγωγοί
Μακροπρόθεσμα, λέει ο Μπράουν, το Πεκίνο στοχεύει να επιτύχει την ηγετική του θέση όχι μόνο στην πράσινη τεχνολογία και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, αλλά και στους ημιαγωγούς, τη ρομποτική και τη μηχανολογία. «Θα δούμε μια ολοένα και πιο οικονομικά ανταγωνιστική Κίνα», δηλώνει ο Γερμανός ειδικός. «Η χώρα έχει ήδη σημειώσει σημαντική πρόοδο και έχει θέσει τα θεμέλια για να καλύψει τη διαφορά σε άλλους τομείς. Αυτό σημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες πιθανότατα θα πρέπει να προετοιμαστούν για ακόμη μεγαλύτερο ανταγωνισμό».
Το νέο πενταετές σχέδιο θα χρησιμεύσει επομένως και ως οδικός χάρτης για την επόμενη προσπάθεια εκσυγχρονισμού της Κίνας.
Πιο αργοί ρυθμοί
Η οικονομία της Κίνας αναπτύσσεται πάντως με πιο αργούς ρυθμούς. Η οικονομική ανάπτυξη της χώρας επιβραδύνθηκε το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 4,8% σε ετήσια βάση από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο, σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία. Στα δύο πρώτα τρίμηνα, το ΑΕΠ είχε αυξηθεί κατά, 5,4% και 5,2%, αντίστοιχα.
Οι οικονομολόγοι αποδίδουν κυρίως την επιβράδυνση της δυναμικής στα συνεχιζόμενα εγχώρια προβλήματα, όπως η στεγαστική κρίση και το υποτονικό καταναλωτικό κλίμα. «Η προθυμία των νοικοκυριών να ξοδέψουν μειώνεται επίσης από τη συνεχιζόμενη υποχώρηση των τιμών των κατοικιών, οι οποίες βιώνουν την πιο απότομη πτώση τους σε ένα χρόνο», εξηγεί ο Τζούλιαν Εβανς Πρίτσαρτ, αναλυτής της Capital Economics.
Οι εξαγωγές στηρίζουν την οικονομία
Σε αυτό το πλαίσιο, οι εξαγωγές παραμένουν βασικός πυλώνας της κινεζικής οικονομίας. Αν και οι εξαγωγές στις ΗΠΑ μειώθηκαν κατά 27% τον περασμένο μήνα σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, αυξήθηκαν κατά 14% προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά 15,6% στη Νοτιοανατολική Ασία και 54,6% στην Αφρική.
«Όποια και αν είναι η απόφαση που θα ληφθεί από την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΚ, οι επιπτώσεις θα φανούν και στον υπόλοιπο κόσμο», τονίζουν Ευρωπαίοι αναλυτές και προσθέτουν.
«Εάν η Κίνα συνεχίσει να προωθεί τη βιομηχανική της πολιτική, η πλημμύρα φθηνών προϊόντων στις παγκόσμιες αγορές θα μπορούσε να αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Η κινεζική ηγεσία προσπαθεί να συνδυάσει την οικονομική ασφάλεια με τη γεωπολιτική ανεξαρτησία. Το νέο πενταετές σχέδιο είναι επίσης πιθανό να καθορίσει τον τρόπο με τον οποίο η Κίνα θα διαμορφώσει το εξωτερικό της εμπόριο στο μέλλον. Ακόμα περισσότερο εμπόριο με την Ασία, την Αφρική και τη Ρωσία, λιγότερη εξάρτηση από τη Δύση».