Με πτώση έκλεισε τη σημερινή συνεδρίαση η Wall Street με τους τρεις βασικούς χρηματιστηριακούς δείκτες να επηρεάζονται από την πτώση της Oracle, εν μέσω επενδυτικών ανησυχιών για την κερδοφορία της μετάβασης στην τεχνητή νοημοσύνη.
Η Wall Street παρακολουθεί επίσης τις εξελίξεις στην Ουάσινγκτον γύρω από το κλείσιμο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, που βρίσκεται πλέον στη δεύτερη εβδομάδα του.
Ο S&P 500 υποχώρησε 0,38% για να κλείσει στις 6.714,59 μονάδες, διακόπτοντας ένα ανοδικό σερί επτά συνεδριάσεων, ενώ ο Nasdaq κατέγραψε απώλειες 0,67% στις 22.788,36 μονάδες. Ο Dow Jones κατέγραψε απώλειες 91,99 μονάδων ή 0,2% στις 46.602,98 μονάδες.
Η Oracle καθοδήγησε τις απώλειες στις μετοχές τεχνολογίας από τη στιγμή που δημοσίευμα του The Information ανέφερε ότι η εταιρεία έχει πολύ χαμηλότερα περιθώρια κέρδους στο cloud computing από ό,τι εκτιμούν οι αναλυτές, ενώ καταγράφει ζημιές σε ορισμένες συμφωνίες για ενοικίαση τσιπ της Nvidia. Η μετοχή της Oracle υποχώρησε περισσότερο από 2%.
«Υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για επενδύσεις σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό και για το ποιος θα προλάβει ή θα έχει πρόσβαση στην τεχνολογία που χρειάζεται για να αυξήσει τα κέρδη του στο νέο κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης», δήλωσε ο επικεφαλής στρατηγικής της Ameriprise, Άντονι Σαγκλιμπένε. «Οι επενδυτές, κάποια στιγμή, θα αρχίσουν να αναρωτιούνται: Ποια είναι η απόδοση αυτών των επενδύσεων;»
«Αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει φούσκα στην τεχνητή νοημοσύνη. Απλώς υποδηλώνει ότι ίσως είναι καιρός να επανεκτιμηθούν κάποιες προσδοκίες, ιδιαίτερα όσον αφορά τα αποτελέσματα και την κερδοφορία από τα τεράστια ποσά που επενδύονται αυτή τη στιγμή στον τομέα».
Το shutdown συνεχίζεται
Οι ελπίδες για άνοιγμα της κυβέρνησης τη Δευτέρα διαψεύστηκαν, καθώς η Γερουσία απέτυχε για πέμπτη φορά να περάσει νομοσχέδιο της Βουλής που θα χρηματοδοτούσε τη λειτουργία της μέχρι τις 21 Νοεμβρίου. Η ψηφοφορία έγινε σε κομματικές γραμμές, και τουλάχιστον οκτώ Δημοκρατικοί θα έπρεπε να στηρίξουν τους Ρεπουμπλικανούς για να φτάσουν το όριο των 60 ψήφων που απαιτείται για την έγκριση του μέτρου.
Ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κατηγόρησε και πάλι τους Δημοκρατικούς για το κλείσιμο, σε ανάρτησή του στο Truth Social τη Δευτέρα το βράδυ, γράφοντας ότι είναι «πρόθυμος να συνεργαστεί με τους Δημοκρατικούς για τις αποτυχημένες πολιτικές υγειονομικής περίθαλψης ή οτιδήποτε άλλο, αλλά πρώτα πρέπει να επιτρέψουν το άνοιγμα της κυβέρνησης». Νωρίτερα την ίδια μέρα, είχε αφήσει να εννοηθεί ότι οι συνομιλίες με τους Δημοκρατικούς για την υγεία, που περιλαμβάνουν την επέκταση των φορολογικών πιστώσεων του Obamacare, προχωρούν και έχουν πιθανότητες επιτυχίας.
Ωστόσο, αυτές οι δηλώσεις διαψεύστηκαν από τον ηγέτη της μειοψηφίας στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ, ο οποίος έγραψε στο X ότι αυτό δεν ισχύει.
Η αβεβαιότητα γύρω από το κλείσιμο της κυβέρνησης ώθησε τους επενδυτές να απομακρυνθούν από πιο ριψοκίνδυνες επιλογές και να στραφούν σε ασφαλή καταφύγια, με αποτέλεσμα τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης χρυσού να φτάσουν τα 4.000 δολάρια ανά ουγγιά για πρώτη φορά.
Το shutdown, το οποίο μπήκε στην έβδομη ημέρα του την Τρίτη, ενδέχεται να αποτελέσει ακόμα μεγαλύτερη απειλή για την αμερικανική οικονομία όσο παρατείνεται. Ήδη έχει καθυστερήσει η δημοσίευση βασικών οικονομικών στοιχείων, ενώ εργαζόμενοι όπως οι υπάλληλοι της TSA και οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας δεν πληρώνονται. Το ίδιο θα ισχύσει για τα ενεργά μέλη των ενόπλων δυνάμεων εάν η διακοπή δεν λήξει μέχρι τα μέσα της επόμενης εβδομάδας. Ο Τραμπ δήλωσε την Τρίτη ότι η αναδρομική καταβολή μισθών όσων είναι σε αναστολή «εξαρτάται για ποιους μιλάμε».
Τις ανησυχίες των επενδυτών εντείνει ακόμη περισσότερο και η αυξημένη αβεβαιότητα γύρω από την εμπορική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ, αφού ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι θα συζητήσει τους δασμούς στις καναδικές εισαγωγές με τον πρωθυπουργό του Καναδά, Μαρκ Κάρνεϊ.