Skip to main content

Γιατί διαβρώνεται η αξιοπιστία του δολαρίου

Έχει φθαρεί η ουδετερότητά του και χάνει συνεχώς έδαφος έναντι του ευρώ και της αγγλικής λίρας

Το δολάριο χάνει έδαφος έναντι του ευρώ και της αγγλικής λίρας μετά τη δημοσίευση απογοητευτικών στοιχείων για την απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα στις Ηνωμένες Πολιτείες, επιδεινώνοντας τη συνεχιζόμενη δημοσιονομική παράλυση στη χώρα.

Το αμερικανικό νόμισμα υποχωρεί έναντι του ευρώ και της λίρας, διευρύνοντας ένα τετραήμερο σερί απωλειών.

Σύμφωνα με τη μηνιαία έρευνα ADP/Stanford Lab, τον Σεπτέμβριο χάθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες 32.000 θέσεις εργασίας περισσότερες από όσες δημιουργήθηκαν. «Λόγω της διακοπής λειτουργίας της κυβέρνησης στις ΗΠΑ, η επίσημη έκθεση για την απασχόληση, που αρχικά είχε προγραμματιστεί για αύριο (σ.σ.: σήμερα Παρασκευή), θα αναβληθεί», δήλωσε ο Θου Λαν Νγκουγέν, αναλυτής στην Commerzbank. Η έρευνα ADP/Standford Lab είχε επομένως μεγαλύτερο αντίκτυπο στην αγορά από το συνηθισμένο.

«Αυτή η έρευνα ενίσχυσε τις προσδοκίες ότι η αγορά εργασίας των ΗΠΑ θα παραμείνει αδύναμη, δικαιολογώντας έτσι μια περαιτέρω μείωση των επιτοκίων από τη Fed», δήλωσε ο Λι Χάρντμαν της MUFG, τονίζοντας ότι αυτό αποτελεί παράγοντα για την πτώση του δολαρίου.

«Οι επενδυτές εξετάζουν πλέον εξονυχιστικά τις επιπτώσεις από το “κλείσιμο” της αμερικανικής κυβέρνησης, αλλά και πιθανότητα περαιτέρω χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ», λέει ο Χάρντμαν.

«Η αγορά πλέον συμφωνεί απολύτως ότι θα υπάρξει μείωση των επιτοκίων της Fed κατά 25 μονάδες βάσης στην επόμενη συνεδρίασή της στα τέλη Οκτωβρίου. Έχει ενισχυθεί απότομα επίσης το ενδεχόμενο μείωσης των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης πριν από το τέλος του έτους», σύμφωνα με το εργαλείο παρακολούθησης CME Fedwatch.

Τι λένε τα «στοιχήματα»

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ διέκοψε τις περισσότερες από τις δραστηριότητές της, μετά την αποτυχία έγκρισης του νέου προϋπολογισμού και προς το παρόν δεν φαίνεται να υπάρχει σαφής διέξοδος από το αδιέξοδο. «Οι επενδυτές θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ένα παρατεταμένο κλείσιμο, δεδομένων των έντονων πολιτικών διαφορών μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων και των Δημοκρατικών» στο Κογκρέσο, τονίζουν παράγοντες της αγοράς.

Η ιστοσελίδα στοιχημάτων Polymarket υποδεικνύει ότι η υψηλότερη πιθανότητα είναι η διακοπή λειτουργίας να διαρκέσει μεταξύ μίας και δύο εβδομάδων. Προς το παρόν πάντως έχουν «επενδυθεί» πάνω από 1,2 εκατ. δολάρια σε στοιχήματα ότι το «κλείσιμο» θα διαρκέσει πολύ περισσότερο.

Σε κάθε περίπτωση, το δολάριο δεν φαίνεται να «ξεκολλά», προβληματίζοντας την Ουάσιγκτον. «Η ισορροπία της εμπιστοσύνης στο δολάριο φαίνεται ολοένα και πιο εύθραυστη και υπόκειται σε ριζική μεταμόρφωση», λένε παράγοντες της αγοράς.

Το μερίδιο του δολαρίου

Από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 1970, το αμερικανικό νόμισμα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του διεθνούς νομισματικού συστήματος, έχοντας κερδίσει την εμπιστοσύνη ολόκληρου του κόσμου. Και αυτό, χάρη κυρίως στην οικονομική ανάπτυξη των ΗΠΑ και, ταυτόχρονα, σε μια σειρά πολιτικών παρεμβάσεων που ευνοούν τη δολαριοποίηση: από το Σχέδιο Μάρσαλ έως και τη δημιουργία του συστήματος των πετροδολαρίων.

Το μερίδιο του δολαρίου στα αποθεματικά των κεντρικών τραπεζών έχει μειωθεί όμως από 71% το 2000, σε 57,7% το 2025. «Είναι οι πολιτικές των ΗΠΑ που υπονομεύουν την αξιοπιστία του δολαρίου. Ή μάλλον, είναι αυτές οι πολιτικές που έχουν επιταχύνει την αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων για τα αποθεματικά, τις πληρωμές και τις ανταλλαγές», λένε Ευρωπαίοι αναλυτές. «Από τους δασμούς και τις κυρώσεις κατά τρίτων χωρών έως το πάγωμα των κρατικών αποθεματικών -όπως στην περίπτωση των 300 δισ. δολαρίων της Ρωσίας- η Ουάσιγκτον έχει σταδιακά διαβρώσει την αρχή της ουδετερότητας του δολαρίου ως νομίσματος», εξηγούν.

Σε αυτό προστίθεται το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ, που πλέον υπερβαίνει το 120% του ΑΕΠ και οι αυξανόμενες γεωπολιτικές συγκρούσεις. «Το αποτέλεσμα όλων αυτών των παραγόντων είναι η μείωση της εμπιστοσύνης στο δολάριο και η ενεργή αναζήτηση από πολλές χώρες μέσων νομισματικής προστασίας και χειραφέτησης», τονίζουν οι ίδιες πηγές.

Η άνοδος του γιουάν

Το μερίδιο των παγκόσμιων πληρωμών σε δολάρια, λαμβάνοντας υπόψη μόνο τις συναλλαγές SWIFT, μειώθηκε από 61% το 2010 σε 48% το 2025, ενώ το γιουάν αυξήθηκε από 0% σε 2,9% κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας. Ωστόσο, αν συνυπολογιστεί η χρήση κυκλωμάτων εκτός SWIFT, οι εκτιμήσεις τοποθετούν το κινεζικό νόμισμα σε ένα εύρος μεταξύ 4% και 10% των παγκόσμιων πληρωμών.

Ένα αυξανόμενο μερίδιο της ενέργειας και των εμπορευμάτων διαπραγματεύεται πλέον σε νομίσματα εκτός του δολαρίου. Η Ρωσία, η Ινδία, η Κίνα και η Τουρκία διευθετούν συμβόλαια σε γιουάν ή σε τοπικά νομίσματα. Η Σαουδική Αραβία εξετάζει το ενδεχόμενο εισαγωγής συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης σε γιουάν για το πετρέλαιό της, μετά την περσινή λήξη του 50ετούς συμβολαίου του Ριάντ με τις ΗΠΑ.

Ταυτόχρονα, αυξάνεται το ενδιαφέρον για τα κυρίαρχα ψηφιακά νομίσματα, όπως το e-γιουάν, τα οποία ενισχύουν την ικανότητα ανεξάρτητης εκκαθάρισης. Η Κίνα ήταν η πρώτη που ξεκίνησε ένα πιλοτικό έργο το 2020 (DCEP) και σήμερα, σύμφωνα με μελέτη του Ατλαντικού Συμβουλίου, 134 χώρες, που αντιπροσωπεύουν το 98% της παγκόσμιας οικονομίας, προωθούν την ανάπτυξη ψηφιακών νομισμάτων κεντρικών τραπεζών (CBDC).

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, ενώ τον Ιούνιο του 2023 καταγράφηκαν 950 εκατ. ψηφιακές συναλλαγές σε γιουάν, αξίας περίπου 250 δισ. γιουάν, τον Ιούνιο του 2024 ο όγκος αυτών των συναλλαγών είχε τετραπλασιαστεί, φθάνοντας σχεδόν το ένα τρισεκατομμύριο γιουάν.

Αυτές οι εξελίξεις δείχνουν την τάση του Πεκίνου να προωθήσει τη διεθνή χρήση του ψηφιακού γιουάν, με ιδιαίτερη έμφαση στις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Νοτιοανατολικής Ασίας, μέσω στρατηγικών συνεργασιών και καινοτόμων πιλοτικών έργων.

Η ίδια η JP Morgan επισημαίνει ότι η αποδολαριοποίηση είναι ήδη ορατή στις αγορές εμπορευμάτων, με άμεσες επιπτώσεις στα απαιτούμενα αποθεματικά σε δολάρια και, επομένως, στην ικανότητα των ΗΠΑ να χρηματοδοτούν απεριόριστα τα ελλείμματά τους.