Ξεκίνησε ως μια επιθετική απόπειρα του Ντόναλντ Τραμπ να «βάλει φρένο» στην άνοδο της Κίνας. 7 χρόνια μετά, ο εμπορικός πόλεμος έχει μετατραπεί σε μια γεωοικονομική σκακιέρα όπου το Πεκίνο παίζει σε πολλαπλά ταμπλό — και κερδίζει.
Από την τεχνολογία και τις πρώτες ύλες ως το πετρέλαιο και τα BRICS, η Κίνα αντέχει, προσαρμόζεται και χτίζει το μέλλον της χωρίς να περιμένει συμβιβασμούς από την Ουάσιγκτον.
Από άμυνα, σε αντεπίθεση
Όταν πρωτοξεκίνησε ο εμπορικός πόλεμος το 2018, το Πεκίνο αντέδρασε με σύνεση. Αναδιαμόρφωσε τις εφοδιαστικές του αλυσίδες, αναζήτησε εναλλακτικές για το δολάριο και επένδυσε στο εσωτερικό του τεχνολογικό οικοσύστημα.
Δεν επρόκειτο για ελιγμούς επιβίωσης, αλλά για την αρχή μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής αυτονόμησης.
Πίσω από τη βιτρίνα του «Made in China» αναπτυσσόταν ένα τεράστιο κύμα βιομηχανικής καινοτομίας: AI, πράσινες τεχνολογίες, και παραγωγικά δίκτυα βασισμένα στην τεχνητή νοημοσύνη. Την ίδια στιγμή, η Κίνα χτυπούσε με χειρουργική ακρίβεια τις ΗΠΑ με δικούς της περιορισμούς — όπως η πρόσφατη εφαρμογή ελέγχων στις εξαγωγές σπάνιων γαιών.
Ο εμπορικός αντίπαλος αποδυναμώνεται
Ενώ η Ουάσιγκτον ενίσχυε την πίεση, αποκαλύπτονταν και οι αδυναμίες της. Οι αμερικανικές βιομηχανίες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από κινεζικά εξαρτήματα και πρώτες ύλες, ενώ οι καταναλωτές επιβαρύνονταν από ακριβότερα προϊόντα.
Η «καμπάνια» κατά κινεζικών κολοσσών, όπως η Huawei και η ByteDance, ενίσχυσε την αντίληψη στο εσωτερικό της Κίνας ότι η Δύση δεν επιδιώκει απλώς εμπορικό ισοζύγιο, αλλά πολιτική υποταγή.
Έτσι, κάθε νέα δόση πίεσης λειτουργεί υπέρ του Πεκίνου: συσπειρώνει τον εγχώριο πληθυσμό και δίνει στο Κομμουνιστικό Κόμμα τον ιδανικό «εχθρό» στο αφήγημά του.
Ο πόλεμος της ενέργειας
Το παράδειγμα της Ινδίας αποδεικνύει την κινεζική υπεροχή στην προσαρμογή. Η Ινδία άδραξε την ευκαιρία του φθηνού ρωσικού πετρελαίου και δημιούργησε ένα επικερδές εξαγωγικό μοντέλο.
Όμως, με την επιβολή νέων αμερικανικών δασμών από τον Τραμπ, η στρατηγική αυτή είναι υπό πιέση. Ακόμη και σε αυτόν τον διμερή πόλεμο ΗΠΑ – Ινδίας, η Κίνα φαίνεται να είναι ο νικητής.
Εισάγει παρόμοια ποσότητα ρωσικού πετρελαίου με την Ινδία, αλλά χωρίς να υπόκειται σε κυρώσεις. Οι αγορές της είναι σταθερές, οι σχέσεις της με τη Ρωσία σταθεροποιημένες, και η απουσία άμεσης εξάρτησης από τις ΗΠΑ της δίνει χώρο να ελιχθεί.
Το δίλημμα που εγκλωβίζει
Η επιθετικότητα του Τραμπ συνοδεύεται από μια σκληρή πραγματικότητα: όσο πιέζει την Κίνα ή τρίτους για να αποκόψουν τη Μόσχα από τις αγορές, τόσο κινδυνεύει να οδηγήσει τις τιμές του πετρελαίου στα ύψη.
Μια άνοδος πάνω από τα 80 δολάρια το βαρέλι θα είχε σοβαρό πολιτικό κόστος στο εσωτερικό των ΗΠΑ — ειδικά σε προεκλογική περίοδο.
Έτσι, η Ουάσιγκτον παλινδρομεί ανάμεσα σε κυρώσεις και εξαιρέσεις. Το ίδιο είχε συμβεί το 2018 με το Ιράν. Το ίδιο πιθανώς θα ξανασυμβεί τώρα — με την Κίνα στο βάθος να κερδίζει χρόνο και ισχύ.
Ο κόσμος που αλλάζει
Η Κίνα δεν επιδιώκει ρήξη με τις ΗΠΑ, αλλά είναι έτοιμη να ζήσει χωρίς αυτές. Ο εμπορικός πόλεμος του Τραμπ, αντί να τη φρενάρει, τη βοήθησε να εδραιώσει την αυτάρκειά της, να αναβαθμίσει τις τεχνολογίες της και να εδραιώσει την επιρροή της στον Παγκόσμιο Νότο.
Την ώρα που η Ινδία «τιμωρείται» και προσπαθεί να ισορροπήσει, το Πεκίνο παραμένει σταθερό, υπομονετικό και πιο σίγουρο από ποτέ για τη μακροπρόθεσμη νίκη του.