Τα μεγάλα λιμάνια και στις δύο ακτές του Ειρηνικού λειτουργούν και πάλι κανονικά , με τα γιγαντιαία πλοία να μεταφέρουν εμπορευματοκιβώτια από και προς την Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Τα εργοστάσια σε όλη την Κίνα εργάζονται πυρετωδώς και στις ΗΠΑ, οι μεγάλες αλυσίδες, όπως η Walmart και η Target, έχουν ξεκινήσει και πάλι τις παραγγελίες.
Η συμφωνία που επιτεύχθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο στη Γενεύη για την τρίμηνη, αμοιβαία μείωση των δασμών στα αμερικανικά και τα κινεζικά προϊόντα σε διαχειρίσιμα επίπεδα, έχει βάλει και πάλι μπροστά την μηχανή του εμπορίου.
«Οι δασμοί ύψους 30% από την πλευρά των ΗΠΑ εξακολουθούν να είναι σημαντικοί, αλλά φαίνεται ήδη ότι υπάρχει περιθώριο διαπραγμάτευσης για τη μείωσή τους στο 10%», τονίζουν παράγοντες της αγοράς. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζονται άλλωστε την Κίνα περισσότερο από ό,τι το Πεκίνο την Ουάσιγκτον», προσθέτουν οι ίδιες πηγές.
Οι Κινέζοι κατασκευαστές είναι τόσο ανταγωνιστικοί και έχουν σημειώσει τόσο μεγάλη πρόοδο στην παραγωγικότητα που μπορούν να απορροφήσουν τους αυξημένους κατά 30% δασμούς στις εξαγωγές στις ΗΠΑ, χωρίς μεγάλη ζημιά. Στην πραγματικότητα, η σημαντικότερη εμπορική σχέση στον κόσμο μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών, μπορεί να επιστρέψει στα φυσιολογικά επίπεδα.
«Αν η συμφωνία παραταθεί και μετά τα μέσα Αυγούστου, ο δασμολογικός πόλεμος θα έχει τελειώσει. Φυσικά, ένας φόρος 30% από την πλευρά των ΗΠΑ εξακολουθεί να είναι σημαντικός, αλλά φαίνεται ήδη να υπάρχει περιθώριο διαπραγμάτευσης για τη μείωσή του στο 10%.
Λίγες οι παραχωρήσεις της Κίνας
Η Κίνα έκανε πολύ λίγες παραχωρήσεις για να εξασφαλίσει τη συμφωνία. Δεν έχει ανοίξει την αγορά της σε αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς, δεν έχει αγοράσει περισσότερα φαρμακευτικά προϊόντα, ούτε έχει περιορίσει τις προσπάθειές της να εισέλθει σε βιομηχανίες υψηλότερης αξίας, από την αυτοκινητοβιομηχανία έως την τεχνητή νοημοσύνη και την αεροδιαστημική.
Ο Πρόεδρος Τραμπ , από την άλλη πλευρά, προβληματίζεται, βλέποντας τις δυνητικά καταστροφικές επιπτώσεις στην αμερικανική οικονομία, από μια διακοπή των κινεζικών εισαγωγών . «Ο Τραμπ δεν είναι προετοιμασμένος να αντιμετωπίσει την αναπόφευκτη απότομη αύξηση του πληθωρισμού, ούτε μια πιθανή ύφεση. Ιδιαίτερα ,καθώς ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ αρνείται να προχωρήσει στις μειώσεις των επιτοκίων που αξιώνει ο Λευκός Οίκος», τονίζουν αμερικανοί αναλυτές.
Τι θα γίνει στη συνέχεια
Οσο και αν οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, έχουν προς το παρόν εκτονώσει την εμπορική τους διαμάχη, το τι θα γίνει μετά την εκπνοή της 90ήμερης εκεχειρίας, δεν μπορεί ακόμη να απαντηθεί. «Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, κατά την οποία θα συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις, και οι δύο πλευρές θα ανταλλάσσουν ιδέες, σε στενή επαφή», τονίζουν οι ίδιες πηγές. Για τον σκοπό αυτό άλλωστε, θα πραγματοποιούνται τακτικές διαβουλεύσεις στην Κίνα και τις ΗΠΑ ή σε τρίτη χώρα, ανακοίνωσε το Υπουργείο Εμπορίου στο Πεκίνο.
Στην ουσία πάντως, δεν έχει αλλάξει τίποτα όσον αφορά τα ζητήματα που διακυβεύονται. Η κατηγορία του προέδρου Τραμπ ότι η Κίνα εμπλέκεται σε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές παραμένει.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να αλλάξουν τις συνθήκες της αγοράς, ιδίως στους τομείς των φαρμακευτικών προϊόντων, των ημιαγωγών και του χάλυβα. Το Πεκίνο, από την άλλη πλευρά, συνεχίζει να μιλάει για την «εσφαλμένη πρακτική» των ΗΠΑ να επιβάλλουν μονομερείς δασμούς.
Παράγοντες της αγοράς προειδοποιούν κατά μιας πρόωρης ευφορίας. «Το επίπεδο των δασμών παραμένει υψηλότερο από ό,τι στην αρχή του έτους και μια συμφωνία δεν είναι ακόμη ολοκληρωμένη», σχολίασε ο επικεφαλής οικονομολόγος της ING, Κάρστεν Μπρζέσκι και προσθέτει :«Το ότι το χειρότερο σενάριο δεν συμβαίνει δεν σημαίνει ότι όλα είναι καλά».
Σύμφωνα με το περιοδικό The Atlantic αυτή η ιστορία «έχει ένα μάθημα για όλους όσους απειλεί ο Τραμπ, είτε χώρες, εταιρείες είτε πανεπιστήμια: Ο Τραμπ είναι ο κλασικός νταής που λαχταρά την υποταγή αλλά φοβάται τη σύγκρουση».