Skip to main content

Ένα ρούβλι αξίζει λιγότερο από ένα σεντ

Η αναταραχή στο ρωσικό νόμισμα συνοδεύτηκε τις τελευταίες εβδομάδες από ένα κύμα παραιτήσεων στην Κεντρική Τράπεζα.

Το ρούβλι αξίζει πλέον λιγότερο από ένα σεντ του δολαρίου, καθώς το ρωσικό νόμισμα βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση εδώ και μήνες, υποχρεώνοντας την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας να πραγματοποιήσει σήμερα έκτακτη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου για να εξετάσει την αύξηση του βασικού επιτοκίου.

Για πρώτη φορά από τις 23 Μαρτίου 2022, το δολάριο ισοδυναμεί με 101,04 ρούβλιακαι το ευρώ διαπραγματεύεται στα 110,68 ρούβλια-σχεδόν διπλάσια από τα 60 ρούβλια με τα οποία ανταλλάσσονταν στην αρχή του έτους.

Στη συνεδρίαση της 21ης Ιουλίου, η ρωσική Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε να αυξήσει το βασικό επιτόκιο στο 8,5%.

Οι τεράστιες πολεμικές δαπάνες, οι δυτικές κυρώσεις και η φυγή κεφαλαίων, έχουν οδηγήσει σε διαρκή υποτίμηση του ρωσικού νομίσματος τους τελευταίους μήνες. Αρκετά ανώτερα στελέχη της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας παραιτήθηκαν μάλιστα στις αρχές Αυγούστου.

Ο βουλευτής της Κρατικής Δούμας Ντμίτρι Κουζνετσώφ  ζήτησε από την επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας Ελβίρα Ναμπιούλινα να εξηγήσει τους λόγους της πτώσης του ρουβλίου και τις συνέπειες αυτής, σύμφωνα με επιστολή, το κείμενο της οποίας, δημοσιοποίησε το πρακτορείο RIA Novosti.

Η υπηρεσία Τύπου της Τράπεζας της Ρωσίας δήλωσε στο RIA Novosti ότι η ρυθμιστική αρχή εξακολουθεί να μην βλέπει απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα από την υποτίμηση του ρουβλίου, αλλά στις επόμενες συνεδριάσεις παραδέχεται την πιθανότητα αύξησης του βασικού επιτοκίου.

Ο Κουζνέτσοφ, στην επιστολή του προς τον επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας, σημειώνει ότι, σύμφωνα με ειδικούς, το ρούβλι το 2023 αποδυναμώθηκε έναντι του δολαρίου κατά 30%. «Πολλοί οικονομολόγοι λένε ότι μέχρι το τέλος του τρέχοντος οικονομικού έτους, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να ανέλθει στο 15% και στην πραγματικότητα να αυξηθεί ακόμη περισσότερο».

Η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας ανακοίνωσε ότι οι μελλοντικές της ενέργειες θα προσπαθήσουν να σταθεροποιήσουν την αύξηση των τιμών στο 4% το 2024, και αυτό περιλαμβάνει την αύξηση του βασικού επιτοκίου στις επόμενες συναντήσεις.

Ο ρωσικός πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 4,3% σε ετήσια βάση τον Ιούλιο. Σε σύγκριση με τις προπολεμικές τιμές, το έτος 2022 έκλεισε με επίσημο πληθωρισμό 11,94%. Ωστόσο, οι τιμές πολλών προϊόντων, ειδικά αυτών που εισάγονται από το εξωτερικό, έχουν εκτοξευθεί στα ύψη, κοστίζοντας μάλιστα υπερδιπλάσια.

«Τα εκατό ρούβλια στο δολάριο δεν είναι καταστροφή, αλλά είναι μια αντανάκλαση της τρέχουσας πραγματικότητας, αυτός είναι ο λόγος για τον αυξανόμενο πληθωρισμό και θα μπορούσε να δημιουργήσει μια σειρά προβλημάτων στους Ρώσους καταναλωτές. Οι προοπτικές δεν είναι πολύ ρόδινες για μια επιχείρηση προσανατολισμένη στις εισαγωγές», γράφει  το δημοφιλές ρωσικό ιστολόγιο Suverénnaya Ekonómika.

«Να δώσετε εξηγήσεις»

Ο Ρώσος βουλευτής Κουζνέτσοφ εξέφρασε την ανησυχία του για πιθανή αύξηση των τιμών για τους καταναλωτές, ειδικά για τα εισαγόμενα αγαθά, «τα οποία συνεχίζουν να καταλαμβάνουν περίπου το 40% στο καταναλωτικό καλάθι των Ρώσων – από τα τρόφιμα μέχρι τις οικιακές συσκευές».

«Με βάση τα παραπάνω, σας ζητώ να δώσετε μια εξήγηση στους ψηφοφόρους σχετικά με τους λόγους της πτώσης της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ρουβλίου και τις συνέπειες που αναμένονται από αυτή την πτώση», έγραψε ο Κουζνέτσοφ.

«Χωρίς αλλαγή στη γεωπολιτική ατζέντα και στην εσωτερική πολιτική, είναι απίθανο να βελτιωθεί κάτι εδώ», προειδοποιεί η επενδυτική εταιρεια Loko-Invest. «Η πίεση στο ρούβλι μπορεί να συνεχιστεί ακόμη και αν η οικονομία συνεχίσει να επιβραδύνεται το δεύτερο εξάμηνο του έτους μαζί με τις δαπάνες του προϋπολογισμού», σημειώνει η εταιρεια που εδρεύει στην Πολωνία.

Οι λόγοι, σύμφωνα με την εταιρεία, είναι ότι οι τιμές εισαγωγής «δεν είναι ευαίσθητες στη ρωσική συναλλαγματική ισοτιμία» και το ισοζύγιο πληρωμών αντικατοπτρίζει τα προβλήματα της ρωσικής οικονομίας από τότε που το Κρεμλίνο αποφάσισε να εισβάλει στην Ουκρανία.

Κύμα παραιτήσεων

Η αναταραχή στο ρωσικό νόμισμα συνοδεύτηκε τις τελευταίες εβδομάδες από ένα κύμα παραιτήσεων στην Κεντρική Τράπεζα. Ο αντιπρόεδρος Γιούρι Ισάγιεφ παραιτήθηκε την 1η Αυγούστου. Υπεύθυνος του τμήματος κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και του ελέγχου συναλλάγματος, ο Ισάγιεφ είχε διοριστεί στη θέση μόλις τον περασμένο Ιανουάριο. Στη συνέχεια ο ρωσικός Τύπος επεσήμανε ότι η παραίτηση οφείλεται σε λόγους υγείας.

Η πρώτη αντιπρόεδρος της τράπεζας, Ξένια Γιουντάγεβα, παραιτήθηκε επίσης, λίγο αργότερα.

Η αποχώρηση αυτών των ανώτερων αξιωματούχων συνέπεσε επίσης με την ανακοίνωση ότι η ρωσική κυβέρνηση θα σπάσει τον ιερό δημοσιονομικό της κανόνα. Προκειμένου να σταματήσει την υποτίμηση του ρουβλίου, το Υπουργείο Οικονομίας αποφάσισε να σταματήσει την αγορά συναλλάγματος με τα πλεονάζοντα έσοδα από πετρέλαιο και φυσικό αέριο τους επόμενους μήνες, όπως ορίζει ο κανόνας του προϋπολογισμού.

Δυτικές κυρώσεις

Αυτός ο κανόνας, που αποσκοπεί στην παροχή σταθερότητας στην εθνική οικονομία, ορίζει ότι η κυβέρνηση πρέπει να αποκτήσει χρυσό και ξένο νόμισμα (κινεζικό γουάν  λόγω των  κυρώσεων) για να τροφοδοτήσει το Ρωσικό Εθνικό Επενδυτικό Ταμείο, το μισό του οποίου έχει παγώσει από τη Δύση και το άλλο μισό έχει χρησιμεύσει ως μαξιλάρι για την ενίσχυση της οικονομίας, μέχρι στιγμής. «Οι παρεμβάσεις θα ασκούσαν περιττή πρόσθετη πίεση στη συναλλαγματική ισοτιμία και τα πλεονάζοντα κέρδη θα χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση του δημόσιου ελλείμματος», εξήγησε κυβερνητική πηγή στη ρωσική εφημερίδα Vedomosti, στις αρχές Αυγούστου.

Τουλάχιστον το ένα τρίτο του προϋπολογισμού δαπανάται για τον πόλεμο και τα έσοδα έχουν πέσει κατακόρυφα. Το δημόσιο έλλειμμα έφτασε τα 2,82 τρισεκατομμύρια ρούβλια στα τέλη Ιουλίου, σε σύγκριση με την πρόβλεψη των 2,9 τρισεκατομμυρίων για ολόκληρη την χρονιά.

Εισόδημα «κάτω από τις πέτρες»

Τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο ήταν 41% χαμηλότερα τους πρώτους επτά μήνες του έτους σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2022. Τα λοιπά έσοδα αυξήθηκαν κατά 19,8%, εν μέρει λόγω της σταθερότητας που επιτεύχθηκε με την προηγούμενη αλλαγή και του περιορισμού του πληθωρισμού.

Η ρωσική οικονομία υφίσταται έναν βαθύ μετασχηματισμό από το 2022 καθώς έχει μετασχηματιστεί σε μια πολεμική οικονομία και το μεγαλύτερο μέρος της κατανάλωσης δεν είναι ιδιωτική, αλλά από το κράτος. Ως εκ τούτου, το Κρεμλίνο αναζητά εισόδημα «κάτω από τις πέτρες». Ο Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν ενέκρινε μάλιστα πρόσφατα έναν αναδρομικό ειδικό φόρο κατανάλωσης 10% «στα υπερβάλλοντα κέρδη» των εταιρειών το 2021 και το 2022.