Skip to main content

Τράπεζες: Οι αντοχές τους και η διπλή παγίδα των επιτοκίων

Μετά την κατάρρευση των SVB, Signature και την κρίση της Credit Suisse ίσως δούμε πιο γρήγορα μείωση επιτοκίων. Είναι αυτό καλό για τις τράπεζες;

Η κατάρρευση της Silicon Valley Bank, η οποία και πυροδότησε ισχυρούς κλυδωνισμούς ανά τις διεθνείς αγορές, επαναφέροντας στο προσκήνιο τους φόβους για τραπεζική κρίση, ήταν αποτέλεσμα ενός λάθος στοιχήματος: Η τράπεζα πίστευε ότι τα επιτόκια θα μείνουν για πολύ καιρό ακόμη σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα και για αυτό επένδυσε το άφθονο ρευστό από τις «φουσκωμένες» καταθέσεις της σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα. Τα επιτόκια αυξήθηκαν απότομα και εκείνη λύγισε. Οι αυξήσεις επιτοκίων – οι πλέον επιθετικές των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών, αναδεικνύονται σε σοβαρό πρόβλημα για τις τράπεζες εκείνες που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους σημαντικές ποσότητες ομολόγων. Η SVB, στην οποία η αναλογία των ομολόγων έφτανε το 80% των καταθέσεων – είναι βέβαια μία ιδιαίτερη περίπτωση. Ωστόσο ακόμη και με χαμηλότερη έκθεση στα ομόλογα, οι επιτοκιακές αυξήσεις μπορούν να πυροδοτήσουν προβλήματα ρευστότητας. Αυτό είναι που ανησυχεί τους επενδυτές, οι οποίοι και σφυροκοπούσαν χωρίς έλεος τις τραπεζικές μετοχές τις προηγούμενες ημέρες.

Ωστόσο θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην Ευρώπη η εικόνα των τραπεζών είναι διαφορετική από εκείνη στις ΗΠΑ. Στον απόηχο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 οι εποπτικές αρχές της Ευρώπης ήταν αρκετά πιο αυστηρές από τις αντίστοιχες αμερικανικές. Το αποτέλεσμα είναι σύμφωνα με στοιχεία της Autonomous Research (για 11 μεγάλες αμερικανικές τράπεζες και 33 ευρωπαϊκές μεγάλες τράπεζες) ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας στις ΗΠΑ να είναι στο 118%, την ώρα που στη Γηραιά Ήπειρο έχει εκτιναχθεί στο 165%. Δεν είναι ο μόνος δείκτης που αποκαλύπτει την ανθεκτικότητα του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η έκθεση σε ομόλογα είναι επίσης πολύ διαφορετική. Στην Ευρωζώνη κρατικά ομόλογα και ομόλογα οργανισμών συνθέτουν το 40% του χαρτοφυλακίου, ενώ στις ΗΠΑ το 80%, σύμφωνα με τη Moody’s.

Τι θα κάνουν οι κεντρικές τράπεζες

Θα ήταν το «φάρμακο» για τη ρευστότητα μία μεταστροφή στη νομισματική πολιτική; Η Fed πιστεύεται ότι θα κάνει μία παύση αυτόν και τον επόμενο μήνα, επιστρέφοντας στις επιτοκιακές αυξήσεις από τον Μάιο. Η ΕΚΤ από την άλλη εκτιμάται ότι θα συνεχίσει ακάθεκτη με μία νέα αύξηση των 50 μονάδων βάσης σήμερα, αφού τα προβλήματα στη γηραιά ήπειρο, με κορυφαίο την Credit Suisse, δεν φαίνεται να σχετίζονται άμεσα με την πολιτική της. Αρκετοί αναλυτές ωστόσο επισημαίνουν πως με το κλίμα να έχει επιδεινωθεί τόσο δραστικά, θα έπρεπε και η Κριστίν Λαγκάρντ να αναθεωρήσει την πολιτική της.

Ρευστότητα ναι, αλλά τι γίνεται με τα κέρδη;

Αν τελικά οι αυξήσεις επιτοκίων παγώσουν και ο νέος κύκλος χαλάρωσης (μειώσεις) έρθει νωρίτερα από ό,τι περιμέναμε, τα ομόλογα θα ανακάμψουν και μαζί και η ρευστότητα των τραπεζών. Θα έχουμε όμως ένα άλλο πρόβλημα τότε για τις τράπεζες: πρόβλημα κερδοφορίας.

Όπως επισημαίνει και η WSJ, μία από τις άμεσες επιπτώσεις της κορύφωσης των ανησυχιών για τις τράπεζες ήταν να μετριαστεί η αναστροφή στην καμπύλη απόδοσης, καθώς οι traders άρχισαν να ποντάρουν σε επιβράδυνση των κινήσεων της Federal Reserve. Οι αποδόσεις των βραχυπρόθεσμων ομολόγων υποχωρούν πολύ ταχύτερα από εκείνες των μακροπρόθεσμων. Η καμπύλη παραμένει ανεστραμμένη, αλλά η ψαλίδα ανάμεσα σε βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα ομόλογα έχει κλείσει από πάνω από 1 μονάδα στις 8 Μαρτίου σε 0,4 μονάδα σήμερα.

Οι τράπεζες «πόνταραν» στα υψηλά επιτόκια για αύξηση των κερδών τους. Μία απότομη μεταστροφή της νομισματικής πολιτικής θα τις έριχνε και πάλι σε παγίδα επιτοκίων: αυτή τη φορά παγίδα για τα κέρδη.