Skip to main content

Να μη χαθούν οι «ψηφιακές ευκαιρίες» της παγκόσμιας ανάπτυξης

Λι Χονγκμπό/ Εconomic Daily

Τα πρακτικά της συνεδρίασης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα, φανερώνουν την επιμονή της τράπεζας στην πολιτική συνεχούς αύξησης των επιτοκίων για τον περιορισμό του πληθωρισμού, πλήττοντας τις όποιες θετικές προσδοκίες στην αρχή του έτους για την παγκόσμια οικονομία. Ταυτόχρονα, η Έκθεση Καταναλωτών Ηλεκτρονικών Ειδών, γνωστή ως CES, που πραγματοποιήθηκε πριν λίγες μέρες στις Ηνωμένες Πολιτείες, επέτρεψε στο κοινό να γνωρίσει από κοντά το έργο διεθνών εταιρειών στην αντιμετώπιση του αντικτύπου της επιδημίας και στην επιτάχυνση του ψηφιακού τους μετασχηματισμού. Με την αναπτυξιακή πορεία των ανεπτυγμένων οικονομιών, όπως των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης, συνεχώς να φθίνει, πρέπει όλοι να επικεντρώσουμε τις δυνάμεις μας στην τεχνολογική καινοτομία και τη συνεργασία, και να μην επιτρέψουμε να χαθούν οι «ψηφιακές ευκαιρίες» της παγκόσμιας ανάπτυξης.

Σύμφωνα με τα πρακτικά της συνεδρίασης του Δεκεμβρίου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών που δημοσιεύτηκαν στις 4 Ιανουαρίου 2023, οι αξιωματούχοι της Τράπεζας επανέλαβαν την αποφασιστικότητά τους να μειώσουν τον πληθωρισμό, προειδοποιώντας τις αγορές να μην υποτιμήσουν την πρόθεσή τους να διατηρήσουν υψηλά τα επιτόκια για ορισμένο χρονικό διάστημα. «Η Τράπεζα είναι διατεθειμένη να διακινδυνεύσει την αύξηση της ανεργίας και την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης για να επαναφέρει τον πληθωρισμό στο μακροπρόθεσμο στόχο του 2%», δήλωσαν.

Η σκληρή στάση της Τράπεζας δεν εξέπληξε τις αγορές αλλά ούτε και τις έπεισε. Ορισμένοι αναλυτές επισημαίνουν ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών φαίνεται να μην ενδιαφέρεται για τους προφανείς κινδύνους μιας ύφεσης, αλλά είναι ωστόσο διατεθειμένη να κάνει δηλώσεις στο πλαίσιο μιας «πολιτικής ορθότητας». Επιμένει δηλαδή στη διατήρηση μιας σκληρής στάσης έως ότου ο πληθωρισμός επιβραδυνθεί ουσιαστικά, στοχεύοντας να αντιστρέψει πλήρως τη θέση της μόλις παρουσιαστεί κάποια κρίση, παρουσιάζοντας έτσι τον εαυτό της ως τον «σωτήρα» των αγορών. Αυτό το σενάριο έκανε την εμφάνισή του πριν και μετά το ξέσπασμα της επιδημίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και ακριβώς πριν και μετά την αύξηση των επιτοκίων το 2022. Με τον τρόπο αυτό, η Τράπεζα δείχνει ότι μπορεί να διατηρεί την «υπεροχή» της, ενώ οι επιπτώσεις των επιλογών της για την αμερικανική και την παγκόσμια οικονομία αποτελούν για αυτήν ζητήματα δευτερεύουσας σημασίας.

Τα μέτρα που έλαβαν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποδεικνύουν το τέλμα των νομισματικών, δημοσιονομικών και άλλων μακροοικονομικών πολιτικών τους, καθώς και τη συνεχή εξασθένιση  της αναπτυξιακής δυναμικής τους. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε μια στασιμότητα και ακινησία στην παγκόσμια οικονομία, στερώντας από την τελευταία παλαιότερες και νέες κινητήριες δυνάμεις. Την εποχή αυτή του μετασχηματισμού των παραγόντων της ανάπτυξης, η σημασία της ενίσχυσης της παγκόσμιας ανάπτυξης μέσω της τεχνολογικής καινοτομίας γίνεται ολοένα και πιο εμφανής.

Στις 5 Ιανουαρίου 2023, η έκθεση CES άνοιξε τις πύλες της στο Λας Βέγκας. Πάνω από 3.700 εταιρείες από περισσότερες από 170 χώρες και περιοχές παρουσίασαν καινοτόμα προϊόντα και τεχνολογίες για τα ηλεκτρικά οχημάτα, την ψηφιακή περίθαλψη, την τεχνητή νοημοσύνη, τη ρομποτική, την τεχνολογία τροφίμων και τα «έξυπνα» σπίτια.

Ορισμένοι αναλυτές επισημαίνουν ότι τα τελευταία τρία χρόνια, η ταχεία ενσωμάτωση ψηφιακών τεχνολογιών στην πραγματική οικονομία, όπως τα μαζικά δεδομένα (big data), το υπολογιστικό νέφος και η τεχνητή νοημοσύνη, έχει ωθήσει τον βιομηχανικό μετασχηματισμό και την ανάπτυξη της κατανάλωσης ψηφιακών προϊόντων στο ηλεκτρονικό εμπόριο, την τηλεργασία και την κατασκευή ψηφιακών πλατφορμών.

Η χρήση των ψηφιακών δεδομένων ως ένα νέο συντελεστή παραγωγής έχει μεταβάλει σημαντικά τον παραδοσιακό κλάδο της παραγωγής και των υπηρεσιών, δίνοντας νέα ώθηση στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη.

Ενώ το ξέσπασμα της επιδημίας έπληξε σοβαρά την παγκόσμια οικονομία, επιτάχυνε ταυτόχρονα και τον ψηφιακό μετασχηματισμό της. Σε πείσμα της COVID-19, η ψηφιακή οικονομία εξακολουθεί να αναπτύσσεται, επιδεικνύοντας μεγάλες αναπτυξιακές προοπτικές και ανθεκτικότητα. Για παράδειγμα, o Γενικός Γραμματέας της Ένωση Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN) Λιμ Γιοκ Χόι (Lim Jock Hoi) υποστηρίζει ότι η ψηφιακή οικονομία των χωρών της Ένωσης θα αυξηθεί από το 1,3% του συνολικού ΑΕΠ τους το 2015 στο 8,5% μέχρι το 2025. Αυτός είναι ο λόγος που τα τελευταία χρόνια τα κράτη ανταγωνίζονται μεταξύ τους για τη διαμόρφωση στρατηγικών και την προσφορά πολιτικών κινήτρων με στόχο την ανάπτυξη της ψηφιακής οικονομίας. Ο τρόπος με τον οποίο θα αξιοποιήσουμε τις ψηφιακές ευκαιρίες αποτελεί βασικό παράγοντα στην αναμόρφωση της δομής του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος και στην ενίσχυση των δυνάμεων της παγκόσμιας ανάπτυξης.

Παρατηρούμε ωστόσο ότι ορισμένες χώρες, και κυρίως οι Ηνωμένες Πολιτείες, αδυνατούν να αντιστρέψουν την καθοδική πορεία της δικής τους οικονομικής ανάπτυξης και επιμένουν εμμονικά στην κατασκευή τεχνολογικών «κλειστών ομάδων» και «τειχών», επιβάλλοντας τεχνολογικούς αποκλεισμούς και εμποδίζοντας την ομαλή ανάπτυξη της ψηφιακής οικονομίας. Η κοντόφθαλμη αυτή συμπεριφορά που έχει ως στόχο τη διαίρεση είναι βέβαιο ότι θα επιδράσει αρνητικά την παγκόσμια συνεργασία στον τομέα της καινοτομίας, τις επιστημονικές και τεχνολογικές ανταλλαγές και τις βιομηχανικές και εφοδιαστικές αλυσίδες. Μόλις χαθούν οι «ψηφιακές ευκαιρίες» της παγκόσμιας ανάπτυξης, το πλήγμα στην παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη θα είναι τεράστιο.