© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
«Η μούσα του Μπονάρ» είναι η Μαρτ ντε Μελινί, που πρωταγωνίστησε στους περισσότερους πίνακες του σπουδαίου ιμπρεσιονιστή ζωγράφου για τον οποίο, ομολογουμένως, λίγα ακούστηκαν έξω από την πατρίδα του, τη Γαλλία. Οι ιστορικοί της τέχνης πάντως τον μνημονεύουν συχνά – και δικαίως: Μέσω του ιμπρεσιονισμού, τον οποίο και εξέλιξε δραστικά, ο Μπονάρ, άνθρωπος βαθιά εσωστρεφής και συνεσταλμένος, έχτισε γέφυρες μεγάλες, ενώνοντας ενίοτε αντικρουόμενα καλλιτεχνικά ρεύματα, επηρεασμένος τόσο από την ιαπωνική σχολή του Νάνγκα, όσο και από τους σύγχρονους του (τον Βαν Γκογκ και τον Γκογκέν, για παράδειγμα) σε μια μοναδική σύζευξη χρωμάτων και παραστάσεων. Έμοιαζε λοιπόν να έβρισκε μεγάλη διέξοδο στη τέχνη του, άρα και στην αγάπη του για τη Μαρτ, τη γυναίκα που αποτέλεσε άλλωστε και τη μούσα του, όπως μας λέει ο τίτλος αυτής της νέας ταινίας του Μάρτιν Προβόστ, που ακολουθεί το αγαπημένο και φαινομενικά αταίριαστο ζεύγος – μιας και «εκείνη» είναι μια γυναίκα λαϊκής καταγωγής – στον κυκεώνα της σχέσης τους, με αισθητική χάρη και όμορφη (αναπόφευκτα, ιμπρεσιονιστική) ανασύσταση της εποχής, υπερτονίζοντας τις σημάνσεις του στα σημεία τριβής των χαρακτήρων.
Στο «Μόνοι στη Νέα Υόρκη», νεαρά γυναίκα και μεσήλικας οδηγός ταξί αφήνονται σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση που διαρκεί όσο και η κούρσα τους, από το αεροδρόμιο, στο Μανχάταν. Αδύνατον να μη σε αιχμαλωτίσουν οι κουβέντες τους, αδύνατον να μην σε συγκινήσουν τα βλέμματα των Σον Πεν και Ντακότα Τζόνσον – τόσο πο παραβλέπεις το ισχνό σενάριο και τις εύκολες σκηνοθετικές λύσεις που επιλέγει η Κρίστι Χολ, υπεύθυνη και για τα δύο.
Ο γαλλικός «Δεύτερος γύρος», αποτελεί μια δημοσιογραφική κομεντί – σχόλιο για τη κατάντια του επαγγέλματος σήμερα, καθώς μια συντάκτρια που έχει υποβιβαστεί σε αθλητικογράφο, λόγω των ενοχλητικών της ρεπορτάζ, βάζει στο «στόχαστρο» της έναν υποψήφιο των συντηρητικών. Έχει πλάκα, ακούγονται και δυο – τρία ουσιώδη πράγματα, και αυτά είναι μάλλον αρκετά για τους θεατές των θερινών που θέλουν απλώς να περάσουν καλά για δυο ωρίτσες.
Οι επανεκδόσεις όμως κρύβουν διαμάντια: Στη «Ριβιέρα» θα προβάλλεται αυτή την εβδομάδα «Το χρήμα της οργής» που ο μέγας Στάνλεϊ Κιούμπρικ σκηνοθέτησε το 1956, ένα αριστοτεχνικά γραμμένο (και σκηνοθετημένο, παρά τον χαμηλό προϋπολογισμό) νουάρ όπου ένας πρώην κατάδικος ετοιμάζει το «κόλπο» της ζωής του. Το σαρκαστικό φινάλε κουβαλά το αδιαμφισβήτητο άγγιγμα του δημιουργού του.
Οι λάτρες του «χρυσού» Χόλιγουντ πάντως ας σπεύσουν στην «Υψηλή κοινωνία», ένα άκρως ψυχαγωγικό ριμέικ της κωμωδίας του Τζόρτζ Κιούκορ «Κοινωνικά Σκάνδαλα», γυρισμένο το 1956 με Μπιγκ Κρόσμπι, Λιούις Άρμστρονγκ, Φρανκ Σινάτρα και Γκρέις Κέλι – η τελευταία μάλιστα θα αποχαιρετούσε το σινεμά αργότερα, για τον γάμο της με τον Πρίγκηπα του Μονακό. Τρέισι Λορντ την λένε στην ταινία (από εδώ πήρε το ψευδώνυμο της η πασίγνωστη σταρ του πορνό στα 80s, αν είχατε απορία δηλαδή), και εδώ ετοιμάζεται για τον δεύτερο της γάμο, δίχως όμως να υπολογίζει τον πρώην άντρα της, που την αγαπά ακόμα, και έχει μόλις 48 ώρες για να ανατρέψει τα σχέδια της. Με μαγευτική μουσική από τον Κόουλ Πόρτερ και ντεκόρ που ενίοτε ρίχνουν το σαγόνι σου στο πάτωμα.