Skip to main content

Σινιάλο Πάουελ για νέα μείωση επιτοκίων από τη Fed

REUTERS/Tom Brenner

Οι ανησυχίες του επικεφαλής της Fed για την αγορά εργασίας «δείχνουν», περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής

Ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, Τζέι Πάουελ, προειδοποίησε ότι η αγορά εργασίας στις ΗΠΑ δείχνει περαιτέρω σημάδια επιβράδυνσης, υποδηλώνοντας ότι θα μπορούσε να στηρίξει μια νέα μείωση επιτοκίων αργότερα μέσα στον μήνα.

Μιλώντας στη Φιλαδέλφεια, ο Πάουελ δήλωσε ότι «οι κίνδυνοι για την απασχόληση έχουν αυξηθεί», δίνοντας την ισχυρότερη έως τώρα ένδειξη ότι υπάρχουν αρκετά στατιστικά στοιχεία που δικαιολογούν μια ακόμη μείωση επιτοκίων κατά ένα τέταρτο της ποσοστιαίας μονάδας.

Ο πρόεδρος της Fed πρόσθεσε ότι, ακόμη και χωρίς τα πθο πρόσφατα στοιχεία του Γραφείου Στατιστικών Εργασίας (τα οποία καθυστερούν εξαιτίας του shutdown της ομοσπονδιακής κυβέρνησης), τα ιδιωτικά στοιχεία για την αγορά εργασίας, καθώς και οι εσωτερικές αναλύσεις της Fed, παρέχουν επαρκείς ενδείξεις ότι η αγορά εργασίας χωλαίνει.

Χαμηλές προσδοκίες

Τα «διαθέσιμα στοιχεία» δείχνουν ότι «τόσο οι απολύσεις όσο και οι προσλήψεις παραμένουν χαμηλές», ανέφερε ο Πάουελ, ενώ «οι αντιλήψεις των νοικοκυριών για τη διαθεσιμότητα θέσεων εργασίας και των επιχειρήσεων για τη δυσκολία εύρεσης προσωπικού συνεχίζουν την καθοδική τους πορεία».

Τα σχόλια αυτά υποδηλώνουν ότι ο Πάουελ υιοθετεί μια πιο ήπια προσέγγιση στη νομισματική πολιτική, ακόμη κι αν πολλοί οικονομολόγοι ανησυχούν ότι οι δασμοί της κυβέρνησης Τραμπ μπορούν να προκαλέσουν νέο κύμα πληθωρισμού στην αμερικανική οικονομία.

Η κεντρική τράπεζα πέρυσι μείωσε για πρώτη φορά από τον Δεκέμβριο τα επιτόκια, ρίχνοντας το επιτόκιο-στόχο των ομοσπονδιακών κεφαλαίων στο 4–4,25%, εν μέσω ενδείξεων επιβράδυνσης της αγοράς εργασίας.

Η επόμενη συνεδρίαση της Fed είναι στις 28–29 Οκτωβρίου, με τους επενδυτές να ποντάρουν έντονα σε νέα μείωση κατά ένα τέταρτο της μονάδας.

Ο Πάουελ δήλωσε την Τρίτη ότι οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό παραμένουν «ευθυγραμμισμένες με τον στόχο του 2%».