Ενόσω το Χρηματιστήριο Αθηνών «τρέχει» ένα σερί 11 ανοδικών μηνών, έχοντας σκαρφαλώσει στα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας 15ετίας (>2.000 μονάδων), είναι σαφές ότι τα περιθώρια ανόδου των εισηγμένων αρχίζουν να γίνονται ολοένα και πιο περιορισμένα.
Είναι ενδεικτικό ότι, με βάση την εικόνα των ιδίων κεφαλαίων του α’ εξαμήνου, ο δείκτης P/BV (τιμή/μετοχή προς λογιστική αξία/μετοχή), ο οποίος αποτελεί ένα συνηθισμένο και αξιόπιστο μέσο αποτίμησης των μετοχών, διαμορφώνεται στο 1,6x, δηλαδή υψηλότερα σε σχέση τόσο με τις αντίστοιχες τιμές των προηγούμενων ετών (πέριξ του 1,0x), όσο και με τον μέσο όρο των Αναπτυσσόμενων Αγορών της Ευρώπης (1,4x), στις οποίες μέχρι και σήμερα συγκαταλέγεται η Ελλάδα.
Ωστόσο, τα παραπάνω αποτελούν τη μία όψη του νομίσματος, καθώς υπάρχει και μια δεύτερη ανάγνωση των πραγμάτων, η οποία είναι σαφώς πιο αισιόδοξη. Με δεδομένο ότι η ελληνική αγορά ετοιμάζεται να αλλάξει… πίστα και να προσδεθεί στο «άρμα» των Αναπτυγμένων Αγορών της Γηραιάς Ηπείρου, αυτό αμέσως τροποποιεί αισθητά τους όρους του παιχνιδιού. Και ο λόγος είναι ο εξής απλός: Το μέσο P/BV για τις ώριμες αγορές, αυτήν τη στιγμή, καθορίζεται στο 2,3x, κάτι που αποτυπώνει discount της τάξης του 30% για τις ελληνικές μετοχές.
Τα τέσσερα turn-around stories που «ψήνονται» στο Χρηματιστήριο
Δηλαδή με την «ταμπέλα» των Developed Markets οι ελληνικές μετοχές αυτομάτως καθίστανται αρκετά πιο «φθηνές» και ελκυστικές σε σχέση με ό,τι θεωρούνται σήμερα στην κατηγορία των Αναπτυσσόμενων Αγορών. Βέβαια, αυτή είναι μια συζήτηση που θα μας απασχολήσει περισσότερο από αύριο, αφού πρώτα γίνει γνωστή η απόφαση του FTSE Russell για την ταξινόμηση του Χ.Α.
Πάντως, ακόμη και με τα τωρινά δεδομένα, όπου οι αποτιμήσεις των εισηγμένων, με βάση τη σχέση λογιστικής και χρηματιστηριακής αξίας, έχουν εν μέρει «τσιμπήσει», στο ταμπλό εξακολουθούν να υπάρχουν δεκάδες μετοχές, οι οποίες διαπραγματεύονται σε ιδιαιτέρως θελκτικά επίπεδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ ο τρέχων μέσος δείκτης P/BV βρίσκεται στο 1,6x, τουλάχιστον 36 μετοχές βλέπουν το P/BV να «παίζει» κάτω του 1x. Αυτό σημαίνει ότι σχεδόν 1 στις 3 εισηγμένες έχει χρηματιστηριακή αξία μικρότερη της λογιστικής αξίας, δηλαδή του ύψους των ιδίων κεφαλαίων που αποδίδονται στους μετόχους της μητρικής εταιρείας.
Βέβαια, ας έχουμε υπόψη ότι ο δείκτης P/BV, παρά την ευρέως αποδεδειγμένη χρησιμότητά του, δεν πρέπει να θεωρείται πανάκεια, καθώς περιλαμβάνει κι αρκετούς αστερίσκους. Έτσι, οι επενδυτές, ενόσω εξετάζουν τις αποτιμήσεις με βάση τα ίδια κεφάλαια της κάθε εισηγμένης, οφείλουν να υπολογίζουν κι άλλους παράγοντες, όπως είναι η ετήσια κερδοφορία, οι μερισματικές αποδόσεις, το ευρύτερο οικονομικό και χρηματιστηριακό περιβάλλον, αλλά και η λεγόμενη υπεραξία, η οποία προκύπτει από άυλα χαρακτηριστικά, όπως οι μελλοντικές προοπτικές, το «αφήγημα» της διοίκησης, ο κλάδος δραστηριοποίησης, η αξιοπιστία κ.α.
Έχοντας όλα αυτά κατά νου, ας δούμε μερικά από τα συμπεράσματα, τα οποία προκύπτουν από την ανάλυση της «Ν» σ’ ένα δείγμα 124 εταιρειών της Κύριας Αγοράς του Χρηματιστηρίου Αθηνών:
- Με την αθροιστική αξία των ιδίων κεφαλαίων, τα οποία αποδίδονται στους μετόχους της μητρικής, να διαμορφώνεται σε 84,974 δισ. ευρώ για το α’ εξάμηνο του 2025, και την κεφαλαιοποίηση να καθορίζεται σε 138,304 δισ. ευρώ με βάση τις τιμές των μετοχών στη συνεδρίαση της 3ης Οκτωβρίου, ο μέσος δείκτης P/BV του Χ.Α. ανέρχεται στο 1,63x.
- Συνολικά 46 εισηγμένες «παίζουν» με P/BV μεταξύ 1x και 2x. Πρόκειται για ένα εύρος, το οποίο οι επενδυτές θεωρούν το πλέον συνηθισμένο και το πλέον… υγιές, καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις αντανακλά μια ορθώς αποτιμημένη εισηγμένη, ιδίως σε περιόδους σταθερής οικονομικής ανάπτυξης και βελτιωμένων θεμελιωδών αποτελεσμάτων.
- Ακόμη πιο ελκυστικές, όμως, θεωρούνται οι 36 εταιρείες του Χ.Α., οι οποίες έχουν P/BV κάτω του 1x, με αποτέλεσμα η αξία των ιδίων κεφαλαίων, για διάφορους λόγους, να είναι μεγαλύτερη από την αξία των μετοχών στο ταμπλό του Χ.Α. Εδώ υπάρχουν δύο τινά. Είτε η αγορά κάνει… λάθος στην αποτίμηση, μην αποδίδοντας την ορθή αξία στην εισηγμένη, είτε η τελευταία εμφανίζει ζημιογόνα οικονομικά μεγέθη ή προβληματικό ισολογισμό (αυξημένο δανεισμό, αρνητικές ταμειακές ροές κ.α.), κάτι που επιδρά αρνητικά στην αποτύπωση του P/BV.
- Την ίδια στιγμή, υπάρχουν 40 εταιρείες, οι οποίες διαπραγματεύονται με P/BV άνω του 2x, δηλαδή η τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία είναι διπλάσια της πραγματικής αξίας. Όπως προαναφέρθηκε, αυτό δεν σημαίνει ότι όλες οι παραπάνω είναι υπερβολικά αποτιμημένες από την αγορά, καθώς ο επενδυτές λαμβάνουν υπόψη κι άλλες παραμέτρους. Βέβαια, σε κάθε περίπτωση, όταν το P/BV αρχίζει να… ξεφεύγει, τότε θα πρέπει να γινόμαστε αρκετά πιο προσεκτικοί.
- Τέλος, δύο εισηγμένες έχουν αρνητικά ίδια κεφάλαια (ΒΙΟΤΕΡ και Δούρος), με αποτέλεσμα να μην καθίσταται εφικτός ο υπολογισμός του P/BV.
Χρηματιστήριο: «Under control» ο καθαρός δανεισμός για τις Εισηγμένες
- Ο τραπεζικός κλάδος, ο οποίος λειτουργεί ως σηματωρός της ελληνικής αγοράς, βλέπει το μέσο P/E να βρίσκεται στην περιοχή του 1,2x, το οποίο είναι εμφανώς υψηλότερο σε σχέση με τις τιμές των προηγούμενων ετών, οι οποίες δεν ξεπερνούσαν το 1x. Αυτό ως συνέπεια έχει «ψαλιδίσει» το discount σε σχέση με το εξωτερικό, όπου οι ομοειδείς διαπραγματεύονται στα ίδια ή και λιγότερο χαμηλότερα επίπεδα. Ωστόσο, το γεγονός ότι ο κλάδος τελεί σε μια διαδικασία συνεχούς επέκτασης, είτε οργανικής είτε μη οργανικής, σε συνδυασμό με την επικείμενη αναβάθμιση του Χ.Α. στις Αναπτυγμένες Αγορές, μπορεί να αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού, δημιουργώντας… χώρο για υψηλότερες αποτιμήσεις.
- Υπάρχουν αρκετοί κλάδοι της οικονομίας, οι οποίοι για διάφοροι λόγοι δεν μπορούν να κάνουν… γκελ στο ταμπλό του Χ.Α. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα των ΑΕΕΑΠ, των οποίων η χρηματιστηριακή αξία όχι απλώς υπολείπεται της λογιστικής αξίας, αλλά έχει και σημαντικό discount, το οποίο ανά περίπτωση υπερβαίνει ακόμη και το -30%.
(Τα παραπάνω αποτελούν προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας και δεν συνιστούν προτροπή για αγορά, πώληση ή διακράτηση οποιασδήποτε μετοχής)