Σε μια περίοδο κατά την οποία ο πληθωρισμός, οι γεωπολιτικές εντάσεις και η τεχνολογική ανατροπή συνθέτουν ένα τοπίο αβεβαιότητας, ο επικεφαλής οικονομολόγος της UBS Global Wealth Management, Paul Donovan, επιχειρεί να δώσει τις κατευθύνσεις που ξεχωρίζουν το πρόσκαιρο από το δομικό. Οι δασμοί, λέει, προκαλούν μόνο ένα «σοκ 12-18 μηνών» στον πληθωρισμό.
Το πραγματικό στοίχημα όμως είναι αλλού: στην ποιότητα των δεδομένων που τροφοδοτούν τις κεντρικές τράπεζες, στη διατήρηση της ανεξαρτησίας τους, αλλά και στη βαθιά κοινωνική αναδιάταξη που φέρνουν η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση και η ιστορική μεταβίβαση πλούτου ύψους 83 τρισ. δολαρίων στις νεότερες γενιές και στις γυναίκες.
Αρχίσαμε τη συζήτησή μας από το shutdown στις ΗΠΑ – το πρώτο από το 2018, αλλα συνολικά το 20ο από το 1976 – και τις πιθανές επιπτώσεις του στην οικονομία και τις αγορές. Ο κ. Donovan εμφανίστηκε καθησυχαστικός, εξηγώντας πως αυτό που συνήθως βλέπουμε είναι ένα «σοκ» στην οικονομία για όσα διαρκεί το «λουκέτο» στις ομοσπονδιακές υπηρεσίες, το οποίο ακολουθείται όμως από μία δυναμική ανάκαμψη αμέσως μετά. Κατά συνέπεια θα είναι ένα διαχειρίσιμο φαινόμενο – εφόσον η πολιτική πόλωση δεν παρατείνει υπερβολικά τη διάρκειά του.
«Ένα πλήγμα 12-18 μηνών»
Αν το shutdown είναι ένα ζήτημα που επηρεάζει πρωτίστως τους Αμερικανούς, η πολιτική του Τραμπ στο εμπόριο και ιδιαίτερα οι δασμοί επηρεάζουν όλο τον κόσμο. Τον ρώτησα αν φοβάται πως εισερχόμαστε σε μία νέα εποχή υψηλού δομικού πληθωρισμού. Ο ίδιος θεωρεί ότι ο αντίκτυπος στο μέτωπο του πληθωρισμού θα είναι 12 έως 18 μηνών και μετά θα επιστρέψουμε και πάλι σε φυσιολογικά επίπεδα.
Όπως εξηγεί, οι καταναλωτές δεν επωμίζονται το πλήρες βάρος: «Ένας δασμός 10% σε ένα καταναλωτικό αγαθό δεν σημαίνει αύξηση 10% στην τελική τιμή. Στις περισσότερες ανεπτυγμένες οικονομίες σημαίνει μόλις 4%, γιατί ο δασμός δεν εφαρμόζεται στο κόστος του μεταφορέα ή στο μισθό του υπαλλήλου».
Η ανησυχία του εστιάζει αλλού: «Ο μεγαλύτερος κίνδυνος δεν είναι οι δασμοί αυτοί καθεαυτοί αλλά το ενδεχόμενο να μην αναγνωριστεί από τους υπεύθυνους πολιτικής μια πιο αργή τάση ανάπτυξης λόγω μειωμένης αποδοτικότητας. Τότε κινδυνεύεις να τρέξεις την οικονομία πολύ “ζεστά”».
«Οι υπόλοιποι παίζουν καλά»
Παρά την αμερικανική στροφή στον προστατευτισμό, ο Donovan βλέπει αυτοσυγκράτηση αλλού. «Η γενική αίσθηση διεθνώς είναι να μη μπαίνουν δασμοί, γιατί σχεδόν πάντα αυτοί πληρώνονται από τον εγχώριο καταναλωτή». Η Ευρώπη αποφεύγει να φορολογήσει τους πολίτες της με τέτοιο τρόπο, ενώ η Κίνα – που προσπαθεί να ενισχύσει την εσωτερική κατανάλωση – «είναι πολύ προσεκτική να μη θεωρηθεί ότι κάνει ντάμπινγκ, γιατί αυτό θα έπληττε τον πολιτικό της ρόλο στην Ασία».
Έτσι, όπως λέει, οι περισσότερες χώρες «παίζουν αρκετά καλά μεταξύ τους», με ελάχιστες εξαιρέσεις ήπιων δασμών στον χάλυβα από τον Καναδά και το Μεξικό.
Ο πονοκέφαλος των κεντρικών τραπεζών
Μέσα σε αυτό το σύνθετο περιβάλλον, πόσο δύσκολη είναι η δουλειά των κεντρικών τραπεζών; Υπάρχει ο κίνδυνος πρόωρης ή πολύ καθυστερημένης αντίδρασης; Ο επικεφαλής οικονομολόγος της UBS κρούει τον κώδωνα του κινδύνου. «Ο πρόεδρος της Fed Πάουελ έχει επιλέξει τη στρατηγική της εξάρτησης από τα δεδομένα. Δεν είμαι φαν αυτής της προσέγγισης, γιατί σημαίνει ότι κοιτάς πάντα το τελευταίο στοιχείο που έχεις στη διάθεσή σου, ενώ η νομισματική πολιτική λειτουργεί με καθυστέρηση 12-18 μηνών».
Ένα σημαντικό πρόβλημα, όπως τονίζει, είναι το γεγονός πως έχουμε και μία αισθητή φθορά στην ποιότητα των δεδομένων:
«Το ποσοστό συμμετοχής στις έρευνες έχει καταρρεύσει. Στις ΗΠΑ πολύ λιγότερες από το 50% των εταιρειών απαντούν στην έρευνα για τις νέες θέσεις εργασίας. «Το Job Openings Survey θα έπρεπε απλώς να μην δημοσιεύεται πια, με απαντήσεις μόλις στο 30%», τονίζει, ενώ προσθέτει: «Έχει μπει στο παιχνίδι και η πολιτική προκατάληψη». Δίνει ως παράδειγμα τις εκθέσεις της Fed του Ντάλας, όπου όπως σημειώνει, βλέπεις πια να διατυπώνονται ακραίες πολιτικές απόψεις οι οποίες αλλοιώνουν τα αποτελέσματα.
Όλα αυτά καθιστούν τις αποφάσεις πιο αβέβαιες.
Χρέος και «τιμωροί» των ομολόγων: «Το χρήμα υπάρχει»
Παρά τη χαλάρωση που βλέπουμε από τις κεντρικές τράπεζες, το κόστος δανεισμού των κυβερνήσεων βαίνει αυξανόμενο. Και τούτο γιατί κινούνται ανοδικά ελλείμματα και χρέη. Είναι λοιπόν πιθανό να οδηγηθούμε σε μία κατάσταση, στην οποία οι αγορές θα παίξουν και πάλι τον ρόλο του τιμωρού των κυβερνήσεων, όπως έγινε και στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης;
Εδώ ο κ. Donovan εμφανίζεται αρκετά καθησυχαστικός. «Ναι, το χρέος είναι υψηλό σε σχέση με τα τελευταία 20-30 χρόνια, αλλά όχι σε σχέση με τον 20ό αιώνα. Ταυτόχρονα μάλιστα ο ιδιωτικός πλούτος βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά. Επομένως το χρήμα υπάρχει», εξηγεί.
Το ζητούμενο, όπως επισημαίνει, είναι «να κινητοποιηθεί αυτός ο πλούτος για την αγορά ομολόγων», μέσω κινήτρων όπως φοροαπαλλαγές, προγράμματα αποταμιεύσεων ή ακόμη και νέες μορφές φορολογίας πλούτου.
«Η Ιταλία στη δεκαετία του ’90 είναι καλό παράδειγμα. Παρά την πολιτική αστάθεια, έμαθε να διαχειρίζεται το χρέος και να πουλά ομόλογα. Το ίδιο μπορεί να κάνει και η Γαλλία σήμερα, παρ’ όλη την τρέχουσα αναταραχή».
Η μεγάλη δύναμη ανατροπής
Με τις αγορές να έχουν μάθει να ζουν με το πολιτικό ρίσκο και τους γεωπολιτικούς κινδύνους, ποια θα είναι η «δύναμη» εκείνη, που θα φέρει τις μεγαλύτερες ανατροπές μεσοπρόθεσμα; Η πράσινη μετάβαση, η επανάσταση της generative ΑΙ.
Κατά τον Donovan η πιο ουσιαστική δύναμη ανατροπής είναι συνολικά αυτό που ονομάζουμε τέταρτη βιομηχανική επανάσταση. «AI, ρομποτική, αυτοματοποίηση, ψηφιοποίηση, social media. Αυτό είναι που αλλάζει τα πάντα: την κοινωνία, τον τόπο κατοικίας, τον τρόπο εργασίας».
Η αλλαγή είναι διττή:
- Θετική, με μεγαλύτερη αποδοτικότητα που στηρίζει και την πράσινη μετάβαση, όπως και συνολικά την οικονομία.
- Αρνητική, με τον κίνδυνο του «scapegoat economics»: «Όταν οι άνθρωποι φοβούνται τις αλλαγές, ψάχνουν να κατηγορήσουν κάποιον άλλο. Αυτό οδηγεί σε προκαταλήψεις και οικονομικές στρεβλώσεις».
Τι πρέπει λοιπόν να οδηγεί τις αποφάσεις μας; «Το μάντρα για επιτυχία τα επόμενα 20 χρόνια είναι “ο σωστός άνθρωπος, στη σωστή θέση, τη σωστή στιγμή”», τονίζει.
Η μεγάλη μεταβίβαση του πλούτου και ο ρόλος των γυναικών
Μέσα στην επόμενη εικοσαετία θα έχουμε τεράστιες αλλαγές και στην κατανομή του πλούτου, αφού οι γενιές Χ και millenials κληρονομούν την περιουσία των boomers.
«Περίπου 83 τρισ. δολάρια θα αλλάξουν χέρια, κυρίως σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική. Από αυτά, περίπου 9 τρισ. θα πάνε πρώτα “πλαγίως”, δηλαδή στις συζύγους, και στη συνέχεια θα “κατέβουν” στις επόμενες γενιές. Έτσι, οι γυναίκες θα ελέγχουν πιθανότατα την πλειοψηφία του παγκόσμιου πλούτου μέσα σε 20 χρόνια».
Η αλλαγή δεν είναι μόνο ποσοτική αλλά και ποιοτική:
Οι νεότερες γενιές είναι πιο προσανατολισμένες στη βιωσιμότητα.
Οι γυναίκες, όπως λέει, «επενδύουν πιο ορθολογικά, κάνουν την έρευνά τους και δείχνουν μεγαλύτερη δέσμευση στις αποφάσεις».
Ωστόσο, επισημαίνει ότι πολλές εξακολουθούν να κρατούν τα κεφάλαια σε τραπεζικούς λογαριασμούς αντί να τα επενδύουν, κάτι που μπορεί να επηρεάσει τη χρηματοδότηση μακροπρόθεσμων έργων.