Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα μειώσει αύριο για όγδοη συνεχόμενη φορά τα επιτόκια, στο 2%, κατά τη συνεδρίαση του ΔΣ στην Φρανκφούρτη. Αυτό είναι πλέον δεδομένο. Οι αγορές το έχουν προβλέψει με πιθανότητα 98%, δεδομένης της μείωσης του πληθωρισμού στην ευρωζώνη σε μόλις 1,9%, τον Μάιο.
Το μεγάλο «αγκάθι» για την Κριστίν Λαγκάρντ και τους άλλους κεντρικούς τραπεζίτες παραμένουν πάντως οι απειλές του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για εμπορικό πόλεμο, οι οποίες επιβαρύνουν περαιτέρω τις οικονομικές προοπτικές της ευρωζώνης.
«Οι δασμοί του Ντόναλντ Τραμπ έχουν ενισχύσει το αίσθημα του επείγοντος. Η Ευρώπη βρίσκεται στο στόχαστρο του προέδρου των ΗΠΑ λόγω του μεγάλου εμπορικού πλεονάσματος που έχει με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τροφοδοτώντας φόβους για πλήγμα στους εξαγωγείς της ηπείρου», αναφέρει η HSBC.
Η παγκόσμια οικονομική τάξη
«Η παγκόσμια οικονομική τάξη, που βασίζεται στην αμερικανική ηγεσία και την κυριαρχία του δολαρίου, «καταρρέει», δήλωσε μάλιστα η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, αναφερόμενη στις προστατευτικές πολιτικές των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ακόμη και πριν ο πρόεδρος των ΗΠΑ απειλήσει να αυξήσει απότομα τους δασμούς στα ευρωπαϊκά προϊόντα, η ΕΚΤ είχε ήδη μειώσει το κόστος δανεισμού ως απάντηση στην επιβράδυνση του πληθωρισμού στην Ευρώπη.
Τώρα, οι ανησυχίες για την οικονομική ζοφερότητα στην ευρωζώνη των 20 χωρών έχουν σταδιακά επισκιάσει τους φόβους για την άνοδο των τιμών.
Κερδήθηκε η μάχη του πληθωρισμού
«Η μάχη κατά του πληθωρισμού έχει ήδη κερδηθεί», λέει ο Ραφαέλ Γκαγιάρντο, επικεφαλής οικονομολόγος της εταιρείας διαχείρισης κεφαλαίων Carmignac.
«Πάγια εντολή της ΕΚΤ είναι η σταθερότητα των τιμών, την οποία θεωρεί ότι επιτυγχάνεται με πληθωρισμό 2,0% και οι κίνδυνοι για την ανάπτυξη έχουν μειωθεί μεσοπρόθεσμα, γεγονός που σημαίνει ότι μια περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής είναι πλήρως δικαιολογημένη. Το ερώτημα είναι πότε και πόσο περισσότερο;» αναρωτιέται ο Γάλλος οικονομολόγος και προσθέτει: «Φυσικά, η εξάρτηση από τα δεδομένα θα συνεχίσει να αποτελεί τον βασικό παράγοντα για τις αποφάσεις της νομισματικής πολιτικής» οικονομικής πολιτικής, με τη μικρή επιφύλαξη ότι τα βασικά επιτόκια θα είναι πιο «ουδέτερα».
Ευρωπαίοι παράγοντες της αγοράς που μίλησαν στη Ναυτεμπορική, τονίζουν ότι οι απόψεις εντός του Συμβουλίου της ΕΚΤ διίστανται προς το παρόν. «Η ΕΚΤ θα συνεδριάσει ξανά στις 24 Ιουλίου και μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, οι συνεδριάσεις νομισματικής πολιτικής θα πραγματοποιηθούν τον Σεπτέμβριο, τον Οκτώβριο και τον Δεκέμβριο. Αναμένεται μια τελική μείωση των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο, στο 1,75%. Μετά από αυτό, η ΕΚΤ είναι πιθανό να αφήσει τα επιτόκια αμετάβλητα για το άμεσο μέλλον», αναφέρουν οι ίδιες πηγές.
Οι προβλέψεις της τεχνητής νοημοσύνης
Η Commerzbank χρησιμοποίησε πάντως τις δυνατότητες της τεχνικής νοημοσύνης για να εξετάσουν και «επιστημονικά» την πορεία των επιτοκίων. Οι οικονομολόγοι της γερμανικής τράπεζας έχουν αναπτύξει έναν «δείκτη ChatECB» που χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη για να ταξινομήσει όλες τις ομιλίες, τις συνεντεύξεις και τα σχόλια των μελών του Συμβουλίου της ΕΚΤ ως «γερακίστικα» ή «ήπια», δημιουργώντας ένα είδος βαρομέτρου επιτοκίων.
Ο δείκτης δείχνει επί του παρόντος «ότι η επικοινωνία των κεντρικών τραπεζιτών της ΕΚΤ έχει γίνει ακόμη πιο ήπια από το τέλος του περασμένου έτους, υποδεικνύοντας έτσι περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων», αναφέρει η Commerzbank
«Οι κίνδυνοι πληθωρισμού είναι υπό έλεγχο, η οικονομική ανάκαμψη είναι πιθανό να ξεκινήσει το φθινόπωρο ή το αργότερο έως το 2026, η οποία πιθανότατα θα ενισχύσει ξανά τις τιμές», εκτιμούν παράγοντες της αγοράς. «Μεσοπρόθεσμα, ο κίνδυνος πληθωρισμού δεν έχει αποτραπεί», προειδοποιεί όμως ο οικονομολόγος Φρίντριχ Χάινεμαν του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών του Μάνχαϊμ (ZEW). «Η επιστροφή στον στόχο του 2% δεν αποτελεί ακόμη λόγο για πανηγυρισμούς, δεδομένης της κακής οικονομικής κατάστασης», τονίζει ο Γερμανός οικονομολόγος και προσθέτει: «Μόνο όταν ο πληθωρισμός υποχωρήσει σταθερά κάτω από το 2% με κανονική αξιοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, «η επιστροφή στη σταθερότητα των τιμών θα είναι πραγματικά επιτυχής».
Το Γερμανικό «πακέτο»
Ο Χάινεμαν αναφέρεται ρητά στην επεκτατική δημοσιονομική πολιτική της Γερμανίας. Το πακέτο επενδύσεων της νέας ομοσπονδιακής κυβέρνησης που χρηματοδοτείται από χρέος θα μπορούσε «όχι μόνο να σταθεροποιήσει την ανάπτυξη, αλλά και να τροφοδοτήσει τον πληθωρισμό».
Σύμφωνα με τον Γερμανό οικονομολόγο, «ένα επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ, κάτω του 1,75% θα ήταν δικαιολογημένο μόνο σε μια επιδεινούμενη οικονομική κατάσταση».