Skip to main content

Ομόλογα Τζέκιλ και Χάιντ: Το διπλό πρόσωπο της αγοράς και ο φόβος νέας κρίσης

H αγορά κρατικών τίτλων των ΗΠΑ μοιάζει πλέον με την ιστορία του Δρ Τζέκιλ και του κυρίου Χάιντ

Η ανάκαμψη των μετοχών μετά το σοκ των δασμών που ανακοίνωσε ο πρόεδρος Τραμπ στις αρχές Απριλίου δεν συνοδεύεται από ανάλογη ηρεμία στην αγορά ομολόγων.

Αντιθέτως, η αγορά κρατικών τίτλων των ΗΠΑ εμφανίζει σημάδια διαταραχής, με τις αποδόσεις των 10ετών ομολόγων να έχουν αναρριχηθεί στο 4,37%, παρά την υποχώρηση των βραχυπρόθεσμων αποδόσεων – μια ασυνήθιστη δυναμική που στη Wall Street αποκαλείται steepening twist.

Η κίνηση αυτή αντανακλά δύο παράλληλες και αντικρουόμενες αφηγήσεις. Από τη μία, η αγορά προεξοφλεί την προοπτική επιβράδυνσης της οικονομίας και πιέζει για μείωση επιτοκίων από τη Fed. Από την άλλη, οι επενδυτές απαιτούν υψηλότερη απόδοση για να διακρατήσουν μακροπρόθεσμα ομόλογα, αποτυπώνοντας αυξημένο «ασφάλιστρο κινδύνου» – ή term premium – λόγω της αστάθειας στην πολιτική και της αβεβαιότητας για το μέλλον του πληθωρισμού.

Το ακριβό «ασφάλιστρο αβεβαιότητας» και ο απρόβλεπτος Τραμπ

Όπως επισημαίνει η Wall Street Journal, οι αγορές έχουν αρχίσει να αμφισβητούν την αποτελεσματικότητα της Fed στη στήριξη της ανάπτυξης μέσω επιτοκιακών μειώσεων, καθώς οι μακροπρόθεσμες αποδόσεις μοιάζουν να αποσυνδέονται από τις προσδοκίες για τη νομισματική πολιτική.

Η πολιτική αστάθεια –κυρίως η απρόβλεπτη προσέγγιση του προέδρου Τραμπ στο εμπόριο– εντείνει την αβεβαιότητα για τις μελλοντικές πληθωριστικές πιέσεις και καθιστά την αγορά των αμερικανικών κρατικών ομολόγων λιγότερο ελκυστική για μακροχρόνιες τοποθετήσεις.

Το term premium, το οποίο άρχισε να αυξάνεται από την επανεμφάνιση του πληθωρισμού το 2021, κατέγραψε νέο άλμα μετά την εκλογή Τραμπ τον Νοέμβριο του 2024 και ενισχύθηκε περαιτέρω με την ανακοίνωση των νέων δασμών. Παρότι η διοίκηση επιχείρησε να μαλακώσει το μήνυμα, η ανησυχία παραμένει, και η ανοδική μετατόπιση δεν έχει αντιστραφεί.

ING: Τζέκιλ στην ύφεση, Χάιντ στο σοκ

Σύμφωνα με το τελευταίο σημείωμα της ING, η αγορά κρατικών τίτλων των ΗΠΑ μοιάζει πλέον με την ιστορία του Δρ Τζέκιλ και του κυρίου Χάιντ.

Στην «εκδοχή Τζέκιλ», η αγορά κινείται βάσει παραδοσιακής λογικής: η επιβράδυνση της οικονομίας και ο φόβος ύφεσης προκαλούν πτώση των αποδόσεων, με το 10ετές να δοκιμάζει επίπεδα κάτω από το 4%, ειδικά αν ενισχυθεί το αφήγημα για επιτοκιακές μειώσεις από τη Fed.

Στην «εκδοχή Χάιντ», όμως, τα πράγματα αλλάζουν απότομα: το δολάριο υποχωρεί, οι αποδόσεις εκτοξεύονται, και οι επενδυτές εγκαταλείπουν τα Treasuries. Η ING καταγράφει ότι μεταξύ 7 και 14 Απριλίου, η τιμή του 10ετούς ομολόγου υποχώρησε κατά 6%, ενώ το δολάριο έπεσε κατά 3,5%.

Για έναν διεθνή επενδυτή, αυτό σημαίνει συνολική ζημιά 10% σε μια μόλις εβδομάδα – την ώρα που ο Euro Stoxx 50 ενισχυόταν κατά 6,5%.

Το σενάριο “Sell America Inc.” και οι γεωπολιτικές αποχρώσεις

Η ανάλυση της ING δίνει βάρος στο σενάριο «Sell America Inc.», το οποίο έχει τρεις διαστάσεις:

  • τιμωρητική: π.χ. Κίνα ή Ευρωπαίοι που πωλούν αμερικανικά κρατικά ομόλογα ως ένδειξη δυσαρέσκειας
  • αμυντική: όταν οι επενδυτές φοβούνται ότι θα μείνουν με τον «μουτζούρη» και
  • θεμελιώδη: καθώς το έλλειμμα και ο πληθωρισμός των ΗΠΑ ενισχύουν τις πιέσεις.

Το αποτέλεσμα; Αυξημένος κίνδυνος για νέα έξαρση στις αποδόσεις, ίσως και προς το ψυχολογικό όριο του 5%. Η ING θεωρεί ότι οι αρχές θα κινηθούν για να αποτραπεί κάτι τέτοιο, όμως η κατεύθυνση είναι σαφής: όσο παραμένει το έλλειμμα, η πολιτική αβεβαιότητα και η απειλή πληθωρισμού, το term premium θα παραμένει ψηλά.

Συναλλαγματικοί κίνδυνοι και φυγή από το δολάριο

Η αποδυνάμωση του δολαρίου προσθέτει ένα ακόμα επίπεδο κινδύνου. Το ευρώ, το γεν, το φράγκο και το δολάριο Ταϊβάν έχουν ήδη ενισχυθεί πάνω από 8% από την αρχή του έτους έναντι του αμερικανικού νομίσματος. Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι η ακραία ισχυροποίηση χρηματοδοτικών νομισμάτων, όπως το φράγκο ή το γεν, μπορεί να αποσταθεροποιήσει δανειακές θέσεις – ειδικά σε περιβάλλον μοχλευμένων τοποθετήσεων.

Η προσοχή στραμμένη στη Fed και στο υπουργείο Οικονομικών

Η Fed φαίνεται να αναγνωρίζει τους περιορισμούς της. Ο πρόεδρος Πάουελ τόνισε ότι η Τράπεζα δεν βιάζεται να μειώσει τα επιτόκια, επικαλούμενος ισχυρά οικονομικά δεδομένα αλλά και τον κίνδυνο αναζωπύρωσης του πληθωρισμού.

Το υπουργείο Οικονομικών από την πλευρά του εμφανίζεται πιο προσεκτικό στον σχεδιασμό εκδόσεων: οι αυξήσεις στις εκδόσεις μακροπρόθεσμου χρέους περιορίστηκαν το 2023 και ο υπουργός Σκοτ Μπέσεντ, παρά τις προηγούμενες επικρίσεις του, δεν σχεδιάζει άμεσα αλλαγές.

Το δίλημμα της επόμενης μέρας: αποδόσεις κάτω από 4% ή πάνω από 5%;

Καθώς οι μήνες που έρχονται θα φέρουν νέες ενδείξεις για την οικονομική κατεύθυνση, οι επενδυτές καλούνται να κινηθούν σε μια αγορά διπλής φύσης. Αν οι φόβοι ύφεσης κυριαρχήσουν, μπορεί να δούμε τις αποδόσεις του 10ετούς να κατρακυλούν εκ νέου. Α

ν όμως επιστρέψει το σενάριο Χάιντ –η πώληση αμερικανικών assets, η φυγή από το δολάριο και η αμφισβήτηση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας– τότε η νέα ισορροπία ίσως διαμορφωθεί κάπου ανάμεσα στο 4,5% και το 5%.

Σε κάθε περίπτωση, το βασικό μήνυμα είναι ξεκάθαρο: η εποχή που οι επενδυτές θεωρούσαν τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα προφανή ασφαλή προορισμό έχει τελειώσει. Και αυτό, από μόνο του, είναι η πιο επικίνδυνη αλλαγή.