«Δεν σε σκοτώνει αυτό που δεν ξέρεις, αλλά αυτό που νομίζεις πως ξέρεις και δεν ισχύει». Με αυτή την παράφραση ενός γνωστού ρητού, ο διακεκριμένος Αμερικανός οικονομολόγος Κένεθ Ρογκόφ περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο ο Ντόναλντ Τραμπ και ο «Ρασπούτιν» του εμπορίου, Πίτερ Ναβάρο, υπονομεύουν τη διεθνή οικονομική τάξη — και μαζί με αυτήν, την υπεροχή του δολαρίου.
Όπως σχολιάζει ο Ρογκόφ σε άρθρο του στον Economist, αν και το αμερικανικό νόμισμα είναι πιθανό να παραμείνει κυρίαρχο για κάποιες δεκαετίες ακόμη, η θέση του ήδη φθίνει. Το ευρώ και το γιουάν αναμένεται να διεκδικήσουν μεγαλύτερο μερίδιο στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη, ενώ και τα κρυπτονομίσματα ενισχύονται στον σκιώδη χάρτη, ο οποίος αντιστοιχεί περίπου στο ένα πέμπτο του παγκόσμιου ΑΕΠ. Η απώλεια μεριδίου σημαίνει αύξηση του κόστους δανεισμού σε δολάριο και αποδυνάμωση της αποτελεσματικότητας των αμερικανικών κυρώσεων, μεταξύ άλλων επιπτώσεων.
Ήδη πριν από την άνοδο του Τραμπ, η κυριαρχία του δολαρίου είχε αρχίσει να υποχωρεί. Όπως επισημαίνει ο Ρογκόφ, υπάρχουν πολλοί δείκτες για να μετρήσει κανείς την επιρροή του: τα αποθεματικά των κεντρικών τραπεζών, το νόμισμα τιμολόγησης στο διεθνές εμπόριο, η νομισματική βάση του διεθνούς δανεισμού.
Ξεχωρίζει όμως έναν: το ποιο νόμισμα χρησιμοποιούν οι κεντρικές τράπεζες ως σημείο αναφοράς για τη συναλλαγματική τους πολιτική. Το γεγονός ότι οι νομισματικές αρχές έχουν βαθιά γνώση των οικονομιών τους καθιστά αυτή την επιλογή ένα σύνθετο μέτρο παγκόσμιας νομισματικής ισχύος.
Το Πεκίνο βγαίνει μπροστά
Με βάση αυτόν τον δείκτη, η κυριαρχία του δολαρίου κορυφώθηκε το 2015. Από τότε, η Κίνα αρχίζει να καθιστά το γιουάν πιο ευέλικτο, ένα βήμα που ούτως ή άλλως ήταν αναμενόμενο για μια οικονομία τόσο μεγάλη, με διαφορετικούς οικονομικούς κύκλους από αυτούς των ΗΠΑ. Η κίνηση αυτή εντείνεται μετά τις αμερικανικές κυρώσεις στη Ρωσία και το πάγωμα αποθεμάτων ύψους 300 δισ. δολαρίων, καθώς το Πεκίνο αντιλαμβάνεται την πιθανότητα ανάλογης κρίσης στην Ταϊβάν.
Σύμφωνα με τον Ρογκόφ, η προσαρμογή της Κίνας παρασύρει και τους γείτονές της, αφού για τις περισσότερες ασιατικές χώρες το Πεκίνο είναι πλέον εξίσου ή και πιο σημαντικός εμπορικός εταίρος από την Ουάσιγκτον. Η Ασία αποτελεί περίπου το ήμισυ του λεγόμενου «δολαριακού μπλοκ», και η σταδιακή του αποσύνθεση έχει ήδη ξεκινήσει. Παράλληλα, η Ευρώπη δείχνει ολοένα μεγαλύτερη δυσφορία απέναντι στον έλεγχο που ασκεί η υπεροχή του δολαρίου — η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να αναπτύξει ψηφιακό ευρώ ερμηνεύεται εν μέρει ως ανταγωνιστική κίνηση.
Η μεγαλύτερη απειλή εκ των έσω
Ωστόσο, οι μεγαλύτερες απειλές για την πρωτοκαθεδρία του δολαρίου, τονίζει ο Ρογκόφ, προέρχονται εκ των έσω. Πρώτον, από την ανεξέλεγκτη πορεία του αμερικανικού χρέους, η οποία επιβαρύνεται από το τέλος της εποχής των πολύ χαμηλών μακροπρόθεσμων επιτοκίων. Αν η ταραχώδης πολιτική του Τραμπ αποδυναμώσει περαιτέρω το λεγόμενο «εξωφρενικό προνόμιο» του δολαρίου, δηλαδή το προνομιακό επιτόκιο δανεισμού που απολαμβάνουν οι ΗΠΑ, το κόστος θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο.
Δεύτερη πηγή ανησυχίας είναι η ολοένα εντονότερη πολιτική αμφισβήτηση της ανεξαρτησίας της Fed. Όπως παρατηρεί ο Ρογκόφ, οι επιθέσεις του Τραμπ στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα, την οποία προσπαθεί να καταστήσει αποδιοπομπαίο τράγο για την ύφεση που μπορεί να προκαλέσουν οι δασμοί του— είναι πρωτοφανείς. Αλλά ούτε οι προοδευτικοί πολιτικοί εξαιρούνται: επιθυμούν να στρέψουν τη Fed σε ζητήματα περιβάλλοντος, ανισότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης και να επιβάλουν ψηφιακό νόμισμα που θα μειώσει τον ρόλο των εμπορικών τραπεζών, κατευθύνοντας τη ροή χρήματος σε πολιτικά επιλεγμένους τομείς.
Ο Ρογκόφ παραδέχεται ότι ο Τραμπ δεν ξεκίνησε την παρακμή του δολαρίου, όμως πιθανότατα θα αποδειχθεί με την αμέριστη συμβολή του «Ρασπούτιν» – Ναβάρο επιταχυντής της. Αποδομώντας το παγκόσμιο εμπορικό καθεστώς, στο οποίο οι ΗΠΑ ήταν οι μεγάλοι ωφελημένοι, η κυβέρνηση Τραμπ επιτίθεται παράλληλα σε κάθε πυλώνα της νομισματικής κυριαρχίας των ΗΠΑ. Ενώ έχει μειώσει τη ροή παράτυπων μεταναστών, δείχνει εχθρικός και απέναντι στη νόμιμη μετανάστευση. Ταυτόχρονα, υποσκάπτει τη δυναμική των κορυφαίων πανεπιστημίων της χώρας, που αποτελούν πηγή καινοτομίας και ανάπτυξης.
Επίθεση στο Κράτους Δικαίου
Το σημαντικότερο όμως πλήγμα, σύμφωνα με τον Ρογκόφ, είναι η συνολική υπονόμευση του Κράτους Δικαίου. Μέχρι σήμερα, η εμπιστοσύνη στο αμερικανικό νομικό σύστημα αποτελούσε θεμέλιο για την ελκυστικότητα των επενδύσεων σε αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία — όχι μόνο κρατικά ομόλογα, αλλά και μετοχές, εταιρικά ομόλογα, ακίνητα. Οι τιμές μπορεί να ανεβοκατεβαίνουν, αλλά τουλάχιστον ξέρεις πως κατέχεις αυτό που αγόρασες. Αν όμως ο Τραμπ καταφέρει να επεκτείνει δραστικά τις εξουσίες του Προέδρου, τότε οι ξένοι επενδυτές θα νιώθουν λιγότερο ασφαλείς.
Ο Ρογκόφ κλείνει το άρθρο του με μια εύστοχη υπενθύμιση. Όπως απαντούσε ο μεγάλος Δανός σκακιστής Μπεντ Λάρσεν όταν τον ρωτούσαν αν προτιμά να είναι καλός ή τυχερός: «και τα δύο». Οι Αμερικανοί τείνουν να υπερεκτιμούν τη δική τους αξία, λησμονώντας πόση τύχη τούς έχει συνοδεύσει: από την κατάρρευση των σοβιετικών μεταρρυθμίσεων στα 60s, μέχρι το πρόωρο άνοιγμα της ευρωζώνης στην Ελλάδα. Αυτή τη φορά, όμως, προειδοποιεί ο Ρογκόφ, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Αν ο Τραμπ δεν σταματήσει το χάος —αρχίζοντας έστω με την αποπομπή του «Ρασπούτιν» του εμπορίου— η τύχη της Αμερικής δείχνει να εξαντλείται.