Skip to main content

DBRS: Γιατί οι προοπτικές των ελληνικών τραπεζών παραμένουν ισχυρές

Ψήφος εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα από τον καναδικό οίκο.

Ευοίωνες περιγράφονται οι προοπτικές των τεσσάρων συστημικών τραπεζών στη νέα έκθεση του DBRS για το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, υπό τον τίτλο «Greek Banks: Robust Performance in 2023 Further Strengthens the Sector’s Credit Profile for 2024».

Χαιρετίζοντας τα θετικά οικονομικά μεγέθη του 2023, ο καναδικός οίκος αξιολόγησης, ο οποίος πριν λίγες επιβεβαίωσε την επενδυτική βαθμίδα (BBB low) της Ελλάδας, σημειώνει ότι οι τέσσερις βασικές τράπεζες πέτυχαν καθαρή κερδοφορία 3,6 δισ. ευρώ στο 12μηνο, με τα έσοδα από τόκους (NII) να παρέχουν ισχυρή ώθηση στα ετήσια μεγέθη.

Μάλιστα, ο DBRS θεωρεί ότι τα περιθώρια κερδοφορίας θα παραμείνουν ισχυρά και το 2024, παρά την ελαφρά κάμψη των NII και την εκτιμώμενη μείωση των επιτοκίων της κεντρικής τράπεζας. Κι αυτό, χάρη στο «ψαλίδισμα» της εξάρτησης των NII από το ύψος των επιτοκίων, αλλά και τη διατήρηση του χαμηλού κόστους.

Ειδική μνεία κάνει, μεταξύ άλλων, στη ρευστότητα, η οποία λαμβάνει ώθηση από τις σταθερές καταθέσεις, με αποτέλεσμα ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας να ξεπερνά το 200%, ο δείκτης σταθερής χρηματοδότησης να φθάνει στο 135% και ο δείκτης δανείων/καταθέσεις να αγγίζει το 67%.

Την ίδια στιγμή, οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να διαθέτουν χρηματοδότηση, ύψους 14 δισ. ευρώ, από την ΕΚΤ, η οποία βέβαια είναι μειωμένη κατά τουλάχιστον 70% σε σχέση με το 2022. Όσον αφορά τους τίτλους MREL, τους οποίους εκδίδουν ολοένα και πιο συχνά οι τράπεζες, αντιπροσωπεύουν μόλις το 5% της συνολικής χρηματοδότησης του κλάδου.

Ξεχωριστή αναφορά πραγματοποιεί ο DBRS και στα επίπεδα κεφαλαιοποίησης, τα οποία αυξάνονται ολοένα και περισσότερο, χάρη στην σταθερή κερδοφορία και τις διαδοχικές εκδόσεις ομολόγων. Έτσι, ο δείκτης CET1 έφθασε στο 15,6% στα τέλη του 2023, ενώ ο δείκτης συνολικών κεφαλαίων ανήλθε στο 19%.

Από την άλλη πλευρά, η ποιότητα των κεφαλαίων χαρακτηρίζεται ως σχετικά αδύναμη, εξαιτίας της υψηλής αναβαλλόμενης φορολογίας (DTC), η οποία αντανακλά περίπου το 56% του CET1. Βέβαια, αυτό το ποσοστό είναι μειωμένο σε σχέση με το 2022 (63%).

Τέλος, ο DBRS δεν παραλείπει να σχολιάσει την πρόσφατη αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), σημειώνοντας ότι η βελτιωμένη ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα, σε συνδυασμό με τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, υποστήριξαν το έργο του ΤΧΣ και ενίσχυσαν την ελκυστικότητα/ορατότητα των τραπεζών μετοχών.