Skip to main content

Οι short sellers επανήλθαν δυναμικά στο προσκήνιο

Ποντάρουν σε ακόμη μεγαλύτερη πτώση των μετοχών των τραπεζών και άλλων εταιρειών

Την ώρα που η χρηματοπιστωτική κρίση στις ΗΠΑ ξετυλίγεται σε αργή κίνηση με σημείο αιχμής τις περιφερειακές τράπεζες που οι μετοχές τους παρουσιάζουν κάθετη πτώση, το short selling έχει επιστρέψει δυναμικά στο προσκήνιο.

Μπορεί οι απώλειες των μετοχών των συγκεκριμένων τραπεζών να έχουν προκαλέσει πολύ πόνο στους επενδυτές, όμως οι short sellers ποντάρουν σε ακόμη μεγαλύτερη πτώση τόσο των τραπεζών όσο και άλλων εταιρειών που θεωρούνται υπερεκτιμημένες. Στην πρακτική αυτή, οι short sellers δανείζονται μετοχές τις οποίες πωλούν και εν συνεχεία τις επαναγοράζουν σε χαμηλότερη τιμή και όταν επιστρέφουν τις μετοχές που έχουν δανειστεί καρπώνονται τη διαφορά.

Τα περσινά κέρδη

Πέρυσι, οι short-sellers σημείωσαν κέρδη 300 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με την εταιρεία ανάλυσης δεδομένων S3 Partners. Πρόκειται για τετραπλάσια αύξηση σε σύγκριση με τα κέρδη του 2018 το τελευταίο έτος που οι short sellers σημείωσαν κέρδη. Οι μετοχές που συμμετείχαν σε αυτή την πρακτική έδωσαν μία απόδοση της τάξης του 30,8% πέρυσι, που σημαίνει ότι οι short sellers παρουσίασαν καλύτερες επιδόσεις από αυτές της Wall Street, η οποία κατέγραψε τις μεγαλύτερες απώλειες από το 2008. Στη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας, όμως, οι short sellers είχαν κατά μέσο όρο ετησίως αρνητική απόδοση της τάξης του 4,4%.

Τα μεγάλα στοιχήματα

Η έντονη μεταβλητότητα των αγορών στη διάρκεια του περσινού έτους ευνόησε την πρακτική αυτή, όμως η εντυπωσιακή ανάκαμψη που παρουσίασαν οι αγορές μετοχών στην αρχή του τρέχοντος έτους δεν άφησε χώρο στην απαισιοδοξία. Τα μεγάλα στοιχήματα του 2022, η Tesla και η Coinbase, παρουσίασαν τον πρώτο μήνα του έτους ανάκαμψη 44% και 74% αντίστοιχα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι short sellers να χάσουν από στοιχήματα περί τα 81 δισ. δολάρια στη διάρκεια του φετινού Ιανουαρίου.

Όμως τώρα, με τις αγορές να παρουσιάζουν έντονες αυξομειώσεις δοκιμάζοντας τις αντοχές τους, το short selling γίνεται ξανά επίκαιρο.

Οι μετοχές που έχουν σορταριστεί περισσότερο φέτος είναι αυτές της Silvergate, της τράπεζας κρυπτονομισμάτων που κατέρρευσε πριν από λίγο καιρό, με ποσοστό 73,4%, η Carvana με ποσοστό 58%, η Root με ποσοστό 56%, η Bed Bath & Beyond με 48%, η Applied με 49%, η Beyond Meat με 37%, η Novavax με 36%, σύμφωνα με στοιχεία της Statista έως τα τέλη Φεβρουαρίου. Το ενδιαφέρον ωστόσο τώρα εστιάζεται στους τομείς που αιμορραγούν, όπως τράπεζες, με τους κερδοσκόπους να βρίσκουν «ανοικτή πόρτα» και να ρίχνουν περισσότερο «λάδι στη φωτιά».

Η Silicon Valley Bank (SVB) και η Signature Bank συμπεριλαμβάνονται μεταξύ των 20 μετοχών περιφερειακών τραπεζών των ΗΠΑ που έχουν σορταριστεί περισσότερο τις τελευταίες ημέρες, σύμφωνα με την S3 Partners. Short sellers, που θέλησαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους, αναφέρουν ότι είχαν βάλει στο μάτι τη SVB από πέρυσι, έναν χρόνο πριν, παρακολουθώντας τις οικονομικές καταστάσεις της, δεδομένου ότι και η περιφερειακή κεντρική τράπεζα του Σαν Φρανσίσκο έκρουε εδώ και πολύ καιρό τα καμπανάκια κινδύνου.

Επίσης, σύμφωνα με το CNBC, οι short sellers έχουν αποκομίσει κέρδη άνω των 3 δισ. δολαρίων από πονταρίσματα μετοχών ευρωπαϊκών και αμερικανικών τραπεζών και της Credit Suisse από τις αρχές Μαρτίου έως σήμερα. Τα σορταρίσματα αυτά θα παραμείνουν ανοικτά, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, έως ότου το χρηματιστήριο του Nasdaq και οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ αποφανθούν ότι οι μετοχές αυτές θα πρέπει να διαγραφούν ή ότι δεν αξίζουν τίποτε.

Μεγάλη ανησυχία

Αυτή η έντονη επανεμφάνιση των short sellers προκαλεί ωστόσο μεγάλη ανησυχία στις ρυθμιστικές αρχές και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, καθότι η πρακτική αυτή θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο κατάρρευσης μετοχές τραπεζών που βρίσκονται ήδη σε δεινή κατάσταση, την ώρα που πιστωτικά ιδρύματα «κάθονται» σε τεράστιες κρυμμένες ζημίες από τα χαρτοφυλάκια ομολόγων τους. Η συνεχιζόμενη σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής έχει μειώσει τα μέγιστα την τρέχουσα αξία των ομολόγων και μόνο στις ΗΠΑ οι αρμόδιες αρχές υπολογίζουν ότι οι αρνητικές αποτιμήσεις στα τέλη του 2022 έφθαναν στα 620 δισ. δολάρια.