Στο επίκεντρο του πρώτου πάνελ του 4ου Οικονομικού Συνεδρίου της Ναυτεμπορικής βρέθηκαν οι προοπτικές ανάπτυξης σε ένα περιβάλλον διαρκών ανατροπών και κρίσεων, ο ρόλος των επενδύσεων και της επιχειρηματικότητας, η ανθεκτικότητα του παραγωγικού ιστού, καθώς και η θέση της Ελλάδας στο διεθνές σκηνικό.
Στο πρώτο πάνελ συμμετείχαν οι ακόλουθοι ομιλητές: Υφυπουργός Εξωτερικών κ. Χάρης Θεοχάρης, ο Πρόεδρος Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, κ. Ιωάννης Μπρατάκος, ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ και Καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Νίκος Βέττας, ο Πρύτανης Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Σπυρίδων Κίντζιος και ο Γενικός Διευθυντής Εταιρικής Τραπεζικής της CrediaBank κ. Κωνσταντίνος Χριστοδούλου.
Χ. Θεοχάρης: Έχουμε ένα περιβάλλον στο οποίο η χώρα μας έχει τα ατού της
Ο Υφυπουργός Εξωτερικών κ. Χάρης Θεοχάρης τόνισε ότι «το περιβάλλον στο οποίο καλείται και η ελληνική πολιτική τάξη, δηλαδή η χώρα μας, να διαχειριστεί σε πολιτικό-γεωστρατηγικό επίπεδο τις τεκτονικές αλλαγές που γίνονται αλλά και η οικονομία μας να αντιμετωπίσει σε οικονομικό επίπεδο, είναι πράγματι πολύ δύσκολο. Παρ’όλα αυτά η χώρα μας έχει κάποια πλεονεκτήματα. Το πρώτο πλεονέκτημα είναι ότι μετά από αυτή τη μεγάλη κρίση που περάσαμε, έχουμε τουλάχιστον σε δημοσιονομικό επίπεδο μπει σε έναν πολύ ενάρετο κύκλο και χωρίς να δημιουργούμε πρόβλημα-βάρος στην οικονομία. Η οικονομία η ίδια παράγει τα δημοσιονομικά αποτελέσματα τα οποία είναι απαραίτητα, ώστε να κατέβει το χρέος μας σε ένα τέτοιο επίπεδο που να είμαστε ανθεκτικοί σε περίπτωση που ο οικονομικός κύκλος γυρίσει προς την άλλη κατεύθυνση».
«Τώρα πια έχουμε επιχειρήσεις που έχουν πια τη φιλοδοξία να έχουν εξωστρέφεια, να βγουν έξω, να επιχειρήσουν», σημείωσε. «Δεν είμαι σίγουρος ότι είμαστε μονοκαλλιέργεια όσο λέμε. Κάτω από το ραντάρ, όπως λέμε, γίνεται μια αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου. Βλέπουμε το μερίδιο της μεταποίησης, της βιομηχανίας να αυξάνει και να κλείνει – από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο – σε κάποιον βαθμό τον κύκλο. Βλέπουμε τις επενδύσεις να κλείνουν την απόσταση από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Όμως, αυτή είναι μια διαδικασία που έχει ακόμη πολύ δρόμο», είπε ο Υφυπουργός Εξωτερικών.
«Έχω την αίσθηση ότι έχουμε ένα περιβάλλον στο οποίο η χώρα μας έχει τα ατού της. Και αυτά τα ατού πρέπει να τα αξιοποιήσουμε στο μέγιστο, ώστε με αυτοπεποίθηση πια να βγούμε παραέξω και να φέρουμε αποτέλεσμα χάριν της ελληνικής οικονομίας», υπογράμμισε ο κ. Θεοχάρης.
Ι. Μπρατάκος: Να λάβουμε υπόψιν σημαντικές δυσκολίες οι οποίες είναι μπροστά μας
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, κ. Ιωάννης Μπρατάκος, επισήμανε: «Έχουμε γεωπολιτικές αναταράξεις οι οποίες προφανώς δημιουργούν οικονομικές ανωμαλίες και παραδοξότητες. Δημιουργούν μια αβεβαιότητα, βλέπετε ότι στο νότο έχουμε το μεσανατολικό το οποίο επί δεκαετίες μας δημιουργεί προβλήματα. Ως προς τον βορρά έχουμε τα ζητήματα του πολέμου της Ουκρανίας που δημιουργεί πρόσθετο κόστος στην ενέργεια που επιβαρύνει τις επιχειρήσεις».
«Όλα αυτά δημιουργούν παγκοσμίως παράδοξα», υπογράμμισε, αναφέροντας οικονομικά δεδομένα από ΗΠΑ, Γερμανία, Ρωσία.
«Η Ελλάδα σήμερα είναι σε μια καλύτερη κατάσταση απ’ότι 6 χρόνια πριν. Έχουμε αυξημένες εξαγωγές, έχουμε σημαντικές επενδύσεις, έχουμε μειώσει την ανεργία. Μα, όμως, είναι όλα αυτά αρκετά; Όταν σε λίγα χρόνια, τελειώνοντας και το RRF, ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι αρκετά μειωμένος σε σχέση με τον σημερινό ρυθμό ανάπτυξης – με τα σημερινά δεδομένα, με τις σημερινές εκτιμήσεις που έχουν οι διεθνείς οίκοι – πώς εμείς θα μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε; Λαμβάνοντας δε υπόψιν σημαντικές δυσκολίες οι οποίες είναι μπροστά μας. Ήδη τις υφιστάμεθα αλλά θα είναι και μπροστά μας», αναφέροντας τον αρνητικό αντίκτυπο της κλιματικής κρίσης στην ελληνική οικονομία.
Ν. Βέττας: Να μας συγκρίνουμε με πριν το 2008
Στη συνέχεια, ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ και Καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Νίκος Βέττας, ανάφερε: «Εγώ θα προτείνω μια μεθοδολογική προσέγγιση, η οποία έχει ως εξής: Να προσπαθήσουμε να συγκρίνουμε τον εαυτό μας, την ελληνική οικονομία, με συγκεκριμένα παραδείγματα του παρελθόντος».
«Να κάνουμε τη σύγκριση με πριν από 10 χρόνια; Πριν από 10 χρόνια ήταν το 2015. Δε νομίζω να χάσουμε χρόνο να μας συγκρίνουμε με πριν από 10 χρόνια, δεν έχει νόημα. Να μας συγκρίνουμε με πριν από 5 χρόνια; Αυτό έχει νόημα. Σε σχέση με πριν από 5 χρόνια έχει υπάρξει βελτίωση σε όλους τους επιμέρους δείκτες. Η χρηματοδότηση έχει επανέλθει περίπου σε κανονικά επίπεδα. Οι επενδύσεις έχουν αυξηθεί και τρέχουν πιο γρήγορα από την Ευρώπη. Η ανεργία έχει πέσει πάρα πολύ σημαντικά. Οι τιμές των ακινήτων έχουν πάει στα προ κρίσης επίπεδα. Τρέχουμε με αυτό το περιβόητο 2-2,5%, τρέχουμε πιο γρήγορα από την Ευρώπη», εξήγησε.
«Αυτό το οποίο προτείνω σε όλους να κάνουμε, είναι να μας συγκρίνουμε με πριν το 2008. Νομίζω ότι αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα, διότι ο καθένας έχει τους προσωπικούς του φόβους οράματα, εφιάλτες. Ο εθνικός μας φόβος θα πρέπει θα πρέπει να είναι να μην αναπτυχθούμε με τον τρόπο ο οποίος μας χτύπησε στον τοίχο μετά το 2008», επισήμανε ο κ. Βέττας, σημειώνοντας ότι «δεν μπορούμε να πάρουμε ως δεδομένο ότι το περιβάλλον μας θα είναι ευνοϊκό από εδώ και πέρα».
Κ. Χριστοδούλου: Η ανθεκτικότητα είναι μια στρατηγική επιλογή
Ο Γενικός Διευθυντής Εταιρικής Τραπεζικής της CrediaBank κ. Κωνσταντίνος Χριστοδούλου, τόνισε ότι «η ανθεκτικότητα δεν είναι πλέον η επιβίωση σε συνθήκες κρίσης. Είναι σε συνθήκες κρίσης να μπορώ να προσαρμόζομαι, να μετασχηματίζομαι και να καταφέρνω να δημιουργώ εν μέσω κρίσης».
Επικαλούμενος τις γεωπολιτικές εντάσεις, υπογράμμισε ότι «οι κρίσεις πλέον είναι ένα μόνιμο χαρακτηριστικό του επιχειρηματικού κόσμου. Συνεπώς η ανθεκτικότητα δεν είναι μια συγκυριακή ανάγκη, είναι μια στρατηγική επιλογή».
«Εθνική ανθεκτικότητα χωρίς ανθεκτικές επιχειρήσεις δεν γίνεται. Και ανθεκτικές επιχειρήσεις χωρίς ένα τραπεζικό σύστημα το οποίο με συνέπεια, με ευελιξία και με διορατικότητα να στηρίζει τις επιχειρήσεις, πάλι δεν γίνεται», πρόσθεσε ο κ. Χριστοδούλου. «Ως CrediaBank έχουμε θέσει ως προτεραιότητα να είμαστε δίπλα στον επιχειρηματία. Από την μικρή οικογενειακή επιχείρηση μέχρι την πολύ μεγάλη εξαγωγική. Τι δεν δουλεύει; Δεν δουλεύουν πλέον οι τυποποιημένες λύσεις. Τι δουλεύει; Δουλεύουν οι εξατομικευμένες λύσεις. Άρα, ο εστιασμός στα συγκεκριμένα δεδομένα μιας επιχείρησης προκειμένου να διαλέξουμε χρηματοδοτικές γραμμές οι οποίες να έχουν βιώσιμα σχήματα αποπληρωμής. Επενδυτικά εργαλεία τα οποία είναι στοχευμένα είτε για πράσινες υποδομές είτε για βιώσιμες τεχνολογίες. Και τρίτον γραμμές ρευστότητας οι οποίες να είναι συνδεδεμένες με την πραγματική παραγωγή», συμπλήρωσε.
Σπ. Κίντζιος: Ευκαιρία για την Ελλάδα να χαράξει γνήσια αγροτική πολιτική
Τέλος, ο Πρύτανης Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Σπυρίδων Κίντζιος, ανάφερε ότι «πρέπει να δούμε δύο δεδομένα τα οποία πολλές φορές δεν αντιλαμβανόμαστε. Το ένα είναι ότι η Ελλάδα είναι μια γεωργική χώρα. Μαζί με τον τουρισμό είναι οι δύο πυλώνες της κύριας οικονομικής ανάπτυξης, ως συμμετοχή τουλάχιστον στο ΑΕΠ. Στηρίζει 600.000 οικογένειες που ασχολούνται πρωτογενώς και κατά κύριο λόγο με αυτήν. Και είναι στην αρχή μιας τεράστιας αξίας η πρωτογενής παραγωγή η οποία περνάει μέσα από τη βιομηχανία τροφίμων και τον τουρισμό και καταλήγει στον καταναλωτή».
«Η επιδότηση της πρωτογενούς παραγωγής είναι κάτι απαραίτητο προκειμένου να υπάρχει η διατροφική ασφάλεια κάθε χώρας», πρόσθεσε.
«Ενόψει και της αναθεώρησης της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, η οποία πλέον μεταθέτει το βάρος της κατανομής των κονδυλίων από κεντρικό επίπεδο – την Ευρωπαϊκή Ένωση – στις κυβερνήσεις των κρατών-μελών. Άρα, εδώ έχουμε μια πρόκληση και μια ιστορική ευκαιρία. Να πάψει η πολιτεία να είναι απλώς αναδιανομέας των επιδοτήσεων, διεκπεραιωτικά, και να εφαρμόσει ξανά όπως γινόταν τη δεκαετία του ’60 γνήσια αγροτική πολιτική», σημείωσε ο κ. Κίντζιος.
Τη συζήτηση συντόνισε η δημοσιογράφος της Naftemporiki TV, Μαρία Σμιλίδου.












