Skip to main content

Πώς θα ελεγχθεί η αγορά των cryptos: Νέοι κανόνες για την προστασία των επενδυτών

Για την κατάταξη των κρυπτοστοιχείων θα πρέπει να ακολουθηθεί μια ενιαία προσέγγιση  τυποποιημένου ελέγχου

Νέους κανόνες για τα κρυπτοστοιχεία και την αγορά των ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων θέτει με απόφασή της η Τράπεζα της Ελλάδος, ενσωματώνοντας ουσιαστικά τις κατευθυντήριες γραμμές της Κοινής Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών (ΕΕΑ).

Με όχημα τον Κανονισμό της ΕΕ 2023/1114, γνωστό ως MiCA, η απόφαση εδραιώνει τις υποχρεώσεις των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων για τα κρυπτοστοιχεία με στόχο την προστασία των επενδυτών και την διασφάλιση σταθερότητας της ακμάζουσας αγοράς των κρυπτοστοιχείων.

Σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ και ισχύει από τις 8 Σεπτεμβρίου τα πιστωτικά ιδρύματα, τα ιδρύματα πληρωμών και τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος που εδρεύουν στην Ελλάδα, καλούνται να συμμορφωθούν με μια σειρά από απαιτήσεις.

Ειδικότερα, η απόφαση αφορά πιστωτικά ιδρύματα με έδρα στην Ελλάδα, που α)προτίθενται να προσφέρουν στο κοινό ή να επιδιώξουν την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση μίας μάρκας με αναφορά σε περιουσιακά στοιχεία (asset referenced token – ART) και υποχρεούνται να υποβάλουν στην Τράπεζα της Ελλάδος νομική γνωμοδότηση σχετικά με τον χαρακτηρισμό του κρυπτοστοιχείου καθώς και τα ιδρύματα πληρωμών και τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος με έδρα στην Ελλάδα, τα οποία α) σκοπεύουν να διενεργήσουν δημόσια προσφορά για μία ART ή να επιδιώξουν την εισαγωγή της προς διαπραγμάτευση, στο πλαίσιο διαδικασίας αδειοδότησης  του MiCA ή β) προτίθενται να παράσχουν ή παρέχουν υπηρεσίες κρυπτοστοιχείων.

Τα βήματα ελέγχου

Για την κατάταξη των κρυπτοστοιχείων θα πρέπει να ακολουθηθεί μια ενιαία προσέγγιση  τυποποιημένου ελέγχου από όλα τα εμπλεκόμενα ιδρύματα με τα εξής βήματα:

1) Προσδιορισμός ψηφιακής αναπαράστασης μίας αξίας ή ενός δικαιώματος: Σύμφωνα με την απόφαση, οι υπόχρεες οντότητες οφείλουν να προσδιορίζουν εάν υπάρχει ψηφιακή αναπαράσταση μίας αξίας ή ενός δικαιώματος, τα οποία αποτελούν τα απαραίτητα χαρακτηριστικά ενός κρυπτοστοιχείου.

2) Μεταβίβαση και αποθήκευση: Στη συνέχεια, αξιολογείται από τις υπόχρεες οντότητες εάν η ψηφιακή αναπαράσταση της αξίας ή/και του δικαιώματος μπορεί να μεταβιβαστεί και να αποθηκευτεί ηλεκτρονικά με χρήση τεχνολογίας κατανεμημένου καθολικού (DLT) ή παρόμοια.  Η απόφαση εξηγεί ότι μία μάρκα θεωρείται «μη μεταβιβάσιμη», αν η μάρκα γίνεται αποδεκτή αποκλειστικά από τον εκδότη της, ενώ παράλληλα  δεν υπάρχει τεχνική δυνατότητα μεταβίβασής της από τον κάτοχό της σε άλλα πρόσωπα.

3) Συμβατότητα: Mόνο εφόσον πληρούνται και τα δύο στοιχεία (ψηφιακή αναπαράσταση μιας αξίας ή/και δικαιώματος και μεταβίβαση και αποθήκευση ηλεκτρονικά με χρήση τεχνολογίας DLT ή παρόμοιας τεχνολογίας), η μάρκα θα θεωρείται ότι είναι συμβατή με κρυπτοστοιχείο για τους σκοπούς του MiCA.

4) Εξαιρέσεις: Ωστόσο, για να προσδιοριστεί εάν το κρυπτοστοιχείο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού, οι υπόχρεες οντότητες θα πρέπει να αξιολογήσουν και όλες τις εξαιρέσεις  που προβλέπει ο κανονισμός, ενώ παράλληλα θα πρέπει να  εξετάζεται αν το κρυπτοστοιχείο είναι μοναδικό και μη εναλλάξιμο με άλλα κρυπτοστοιχεία. Ο Κανονισμός  εξαιρεί ορισμένα πρόσωπα (όπως οι κεντρικές τράπεζες και την ΕΚΤ) και προϊόντα (όπως τα χρηματοπιστωτικά μέσα, οι καταθέσεις και τα ασφαλιστικά προϊόντα) από το πεδίο εφαρμογής του.

5) Κατηγοριοποίηση: Εάν δεν εμπίπτει σε καμία από τις εξαιρέσεις, τότε το κρυπτοστοιχείο κατηγοριοποιείται ως: μάρκα ηλεκτρονικού χρήματος (ΕΜΤ), ART ή άλλο κρυπτοστοιχείο.

Στο επίκεντρο τα ARTs

Στο επίκεντρο τίθενται τα Asset Referenced Tokens (ARTs), τα οποία είναι οι μάρκες που αναφέρονται σε περιουσιακά στοιχεία. Για να μπορεί ένα πιστωτικό ίδρυμα να εκδώσει μια ART ή να την εισάγει προς διαπραγμάτευση αυτό θα πρέπει να καταθέσει στην Τράπεζα της Ελλάδος μια λεπτομερή νομική γνωμοδότηση.

Η φόρμα της γνωμοδότησης δίνεται στο τέλος του σχετικού ΦΕΚ και πρέπει να περιλαμβάνει απαραίτητες πληροφορίες όπως ο σκοπός της γνωμοδότησης και τα στοιχεία του φυσικού ή νομικού προσώπου που εκδίδει τη γνωμοδότηση, πληροφορίες σχετικά με το πρόσωπο που προτίθεται να προβεί σε δημόσια προσφορά ή να επιδιώξει εισαγωγή προς διαπραγμάτευση καθώς και μια σειρά από στοιχεία που περιγράφουν την κατηγοριοποίηση του κρυπτοστοιχείου.

Για να διασφαλιστεί η αξιοπιστία της διαδικασίας, μάλιστα, η απόφαση αναφέρει ότι η γνωμοδότηση μπορεί να συνταχθεί είτε από εσωτερικό είτε από εξωτερικό νομικό σύμβουλο, ο οποίος πρέπει να είναι ικανός να ενεργεί με αντικειμενικότητα και χωρίς σύγκρουση συμφερόντων, ενώ οφείλει να προσκομίσει και αποδεικτικά στοιχεία της επαγγελματικής του ικανότητας, όπως διπλώματα και πιστοποιητικά εγγραφής σε επαγγελματικούς φορείς.