Ακόμα πιο σαφές χρονοδιάγραμμα έδωσε ο Piero Cipollone για το ψηφιακό ευρώ στην 5η ακρόασή του στην Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωκοινοβουλίου χθες, παρέχοντας ταυτόχρονα τεχνικές λεπτομέρειες για τις υποδομές που θα υποστηρίξουν το ψηφιακό ευρώ.
Παράλληλα ξεκαθάρισε ότι δε θα δοθεί ούτε ευρώ σε όσους φτιάξουν τις υποδομές, μέχρι αυτές να τεθούν σε λειτουργία.
«Δε θα δώσουμε ούτε 1 ευρώ, πριν τεθούν σε λειτουργία»
Μετά από ερώτηση του Ευρωβουλευτή J.Fernandez από τους Σοσιαλιστές για το χρονοδιάγραμμα που υπάρχει για το ψηφιακό ευρώ, o Piero Cipollone, ανέφερε ότι έχουν ήδη περάσει 2 χρόνια από τότε που η Κομισιόν κατέθεσε την σχετική πρόταση, αλλά το διάστημα που μεσολάβησε διεξήχθησαν καρποφόρες συζητήσεις οι οποίες οδήγησαν στη συνεχή βελτίωση του σχεδίου του ψηφιακού ευρώ.
Η ΕΚΤ βρίσκεται τώρα στην προπαρασκευαστική φάση που θα λήξει τον Οκτώβριο, όπως έχει γράψει ήδη η «Ν», «και τότε θα πρέπει να αποφασίσουμε ποιο θα είναι το επόμενο βήμα», είπε μεταξύ άλλων ο Cipollone.
«Θεωρούμε ότι υπάρχει απτή πρόοδος στην αρμόδια ομάδα εργασίας του Συμβουλίου»(…) «και οι αρχηγοί κρατών το Μάρτιο μας ενθάρρυναν σημαντικά», συμπλήρωσε.
«Μάλλον έως το 2ο τρίμηνο του 2026 θα έχει οριστικοποιηθεί και θα έχει εγκριθεί το νομοθετικό πλαίσιο», επισήμανε εννοώντας ότι θα έχουν δηλαδή ολοκληρωθεί οι τριμερείς διάλογοι μεταξύ των τριών θεσμικών οργάνων.
«Και τότε, αφού εγκριθεί το νομοθετικό πλαίσιο, θα έχουμε να κάνουμε 2 πράγματα: 1) να ξεκινήσουμε να κατασκευάζουμε τις υποδομές, και 2) μετά να γίνει η έναρξη της λειτουργίας τους. Όλο αυτό θα πάρει 2,5 με 3 χρόνια», δήλωσε το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ.
Ωστόσο, επισήμανε ότι αυτό το χρονικό διάστημα που θα μεσολαβήσει μέχρι να τεθεί σε πλήρη λειτουργία η υποδομή του ψηφιακού ευρώ, η ΕΚΤ δεν σκοπεύει να δαπανήσει ούτε ένα ευρώ.
«Θα υπογράψουμε τις συμβάσεις με τους παρόχους αλλά δε θα δώσουμε ούτε 1 ευρώ αν δεν αρχίσει πρώτα να λειτουργεί το σχέδιο και οι δόσεις θα έχουν συμφωνηθεί με τέτοιο τρόπο που θα δίνουμε χρήματα μόνο για όσα έχουν ήδη γίνει και δεν πρόκειται να δίνουμε προκαταβολές», ξεκαθάρισε ο ίδιος.
Ανθεκτικότητα
Εξαιρετικά κρίσιμη είναι η υποδομή που θα υποστηρίζει το ψηφιακό ευρώ, σύμφωνα με το σχεδιασμό, καθώς θα πρέπει να υποστηρίζει την offline λειτουργία σε περίπτωση επιθέσεων και απειλών με την παράλληλη παροχή δικλίδων ασφαλείας για τους καταναλωτές.
Όπως έκανε ξεκάθαρο ο Piero Cipollone, η ανθεκτικότητα του ψηφιακού ευρώ, η οποία είναι μια εκ των δύο βασικών παραμέτρων του σχεδίου, εξαρτάται από την υποδομή την οποία θα το υποστηρίζει. Με στόχο να διασφαλιστεί η ανθεκτικότητα του συστήματος, θα υπάρχουν τεχνικές υποδομές για την επεξεργασία των συναλλαγών σε τουλάχιστον 3 διαφορετικές περιοχές της Ευρώπης, οι οποίες όλες θα έχουν πολλαπλούς servers. Με αυτόν τον τρόπο, εάν υπάρχει μια περιφερειακή καταστροφή ή κυβερνοεπίθεση, θα μπορέσει να υπάρχει η δυνατότητα να μεταφέρονται οι πληρωμές σε άλλο σημείο που θα μπορεί να είναι λειτουργικό έτσι ώστε να μην υπάρχει διακοπή λειτουργιών του ψηφιακού ευρώ, εξήγησε.
Η εφαρμογή
Επόμενο χαρακτηριστικό υποδομών θα είναι η εφαρμογή που θα δημιουργήσει η ΕΚΤ. Αυτή θα είναι στημένη έτσι ώστε να προβλέπει και την ανθεκτικότητα του συστήματος σε περίοδο κρίσης και να λειτουργεί οffline (χωρίς σύνδεση στο ίντερνετ) αλλά και τη συμπερίληψη, ενσωματώνοντας χαρακτηριστικά έτσι ώστε να γίνει προσβάσιμη από όλες τις ομάδες πληθυσμού όπως φωνητικές εντολές, μεγάλα γράμματα κ.ά.
Όσον αφορά την ανθεκτικότητα, η εφαρμογή αυτή θα επιτρέπει στους χρήστες να πραγματοποιούν αλλαγή μεταξύ των παρόχων πληρωμών στην περίπτωση blackout ή κυβερνοεπίθεσης. Για παράδειγμα, αν μια τράπεζα δεν μπορεί να λειτουργήσει, οι καταναλωτές της στη συνέχεια θα μπορούν να χρησιμοποιήσουν την εφαρμογή για να αλλάζουν σε μια τράπεζα η οποία δεν έχει επηρεαστεί. Κι αυτός είναι ένα λόγος για τον οποίο έχουμε προτείνει ο νομοθέτης να καταστήσει υποχρεωτικό όλοι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών να υποστηρίζουν την εφαρμογή ρου ψηφιακού ευρώ, επισήμανε ο Cipollone. Παράλληλα, θα μπορούν να πραγματοποιήσουν πληρωμές και οffline (χωρίς σύνδεση στο ίντερνετ) , κάτι που αποτελεί ένα επιπρόσθετο πλεονέκτημα ασφάλειας σε περίπτωση κυβερνοεπίθεσης ή blackout.