Καθοριστικός θεωρείται ο Σεπτέμβριος για την κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2026 αλλά και για τη «θεμελίωση» του επόμενου πακέτου στήριξης, ύψους περίπου 1,5 δισ. ευρώ, το οποίο θα ανακοινωθεί στη ΔΕΘ της επόμενης χρονιάς, με στόχο να εφαρμοστεί το 2027.
Το οικονομικό επιτελείο, ολοκληρώνοντας νέο γύρο διαβουλεύσεων με τα κλιμάκια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (οι επαφές έχουν «κλειδώσει» για το τελευταίο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου), θα πρέπει να καταλήξει στο μακροοικονομικό σενάριο της επόμενης χρονιάς και να «κλειδώσει» τους δημοσιονομικούς στόχους. Στο επίκεντρο θα βρεθούν, για ακόμη μια φορά, οι δαπάνες.
Το 2026 θα είναι εξαιρετικά κρίσιμη χρονιά, λόγω της λήξης του Ταμείου Ανάκαμψης, είναι ανοικτό το ενδεχόμενο να υπάρξουν πρόσθετες ανάγκες στο σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.
Αυτό, με τη σειρά του, μπορεί να ανατρέψει τους αρχικούς σχεδιασμούς για το ποσοστό μεταβολής των καθαρών δαπανών, από το οποίο και εξαρτάται το αν θα μπορεί να χρηματοδοτηθεί πακέτο μέτρων στήριξης και για την επόμενη χρονιά, δηλαδή για το 2027.
Οι πηγές χρηματοδότησης
Οι αβεβαιότητες που εξακολουθούν να υπάρχουν, όσον αφορά τον προϋπολογισμό του 2026, είναι και ο λόγος για τον οποίο ο πρωθυπουργός αναμένεται να αποφύγει στη φετινή Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης τις αναφορές στα μέτρα στήριξης που θα μπορούν να υλοποιηθούν και μετά το 2026. Ωστόσο, οι προβολές που έχει ήδη κάνει το οικονομικό επιτελείο δείχνουν ότι μπορεί να υπάρξει ένας προς διάθεση δημοσιονομικός χώρος και για το κρίσιμο (και λόγω εκλογών) 2027.
Δύο είναι οι υποψήφιες πηγές χρηματοδότησης αυτού του χώρου:
- Πρώτον, η υπεραπόδοση που υπήρξε κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2024, η οποία μπόρεσε να χρηματοδοτήσει τα φετινά μέτρα στήριξης (το επίδομα των 250 ευρώ που θα δοθεί τον Νοέμβριο, αλλά και την επιδότηση ενοικίου). Αυτή η υπεραπόδοση έχει «σπάσει» σε κομμάτια και μπορεί να χρηματοδοτήσει μέτρα στήριξης μέχρι και το 2027.
- Από την άλλη, πηγή χρηματοδότησης μπορεί να αποτελέσει ο επιτρεπόμενος ρυθμός μεταβολής των καθαρών δαπανών αλλά και η ρήτρα διαφυγής για τις στρατιωτικές δαπάνες. Συνολικά, υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να δημιουργηθεί ένα νέο πακέτο μέτρων στήριξης για το 2027, συνολικού προϋπολογισμού αντίστοιχου με αυτόν του 2026 που θα ανακοινωθεί σε λίγες ημέρες (περίπου 1,5 δισ. ευρώ), αλλά αυτό απαιτεί επίτευξη δημοσιονομικών στόχων εντός του 2026. Όχι τόσο σε επίπεδο πρωτογενούς πλεονάσματος (και ο προϋπολογισμός της επόμενης χρονιάς θα προβλέπει ισχυρά πρωτογενή πλεονάσματα λίγο κάτω από το 3%), όσο σε επίπεδο ρυθμού μεταβολής καθαρών δαπανών.
Η λήξη του ΤΑΑ το 2026
Το 2026 έχει μια σημαντική ιδιαιτερότητα. Είναι η χρονιά κατά την οποία θα λήξει το περιθώριο άντλησης πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ). Το αν θα υπάρξει ή όχι παράταση από την πλευρά της Ε.Ε. δεν είναι κάτι που υπάρχει αυτή τη στιγμή στον ορίζοντα. Και το μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσο θα δημιουργηθεί κάποιο επενδυτικό κενό από ήδη δρομολογημένα έργα, τα οποία θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, εις βάρος φυσικά του ρυθμού μεταβολής των καθαρών δαπανών.
Οι επαφές του φθινοπώρου
Στο φθινοπωρινό ραντεβού με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, θα «κλειδώσουν» οι προβλέψεις για την εξέλιξη των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών της φετινής χρονιάς: του πληθωρισμού και του ρυθμού ανάπτυξης. Θα έχει προηγηθεί η ανακοίνωση των στοιχείων για την πορεία της ελληνικής οικονομίας κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους. Με την καταγραφή ποσοστού ανάπτυξης της τάξεως του 2% και πάνω για το διάστημα Απριλίου – Ιουνίου, ο ετήσιος στόχος για το 2025 δεν θα τροποποιηθεί και θα παραμείνει στην περιοχή του 2,4%. Κρίσιμα θα είναι και τα στοιχεία για την πορεία του πληθωρισμού για τον Αύγουστο, καθώς, αν παραμείνει στα υψηλά επίπεδα των προηγούμενων μηνών, είναι πιθανό να ανέβει ο πήχης του ετήσιου στόχου από το 2,4% που είναι σήμερα.
Οι τελικές επιδόσεις του 2025 κρίνουν τις μελλοντικές δαπάνες
Ανάλογα με τα τελικά στοιχεία του 2025 θα οριστικοποιηθούν και οι προβλέψεις για το 2026. Όλα συγκλίνουν στο ότι, για την επόμενη χρονιά, ο πήχης, σε ό,τι αφορά τον ρυθμό ανάπτυξης, θα μπει, για μια ακόμη χρονιά, πάνω από το 2% και ότι ο πληθωρισμός θα εκτιμηθεί στην περιοχή του 2,2%-2,4% για ολόκληρο το 2026. Σε δημοσιονομικό επίπεδο, η πρώτη εκτίμηση είναι ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα κινηθεί στην περιοχή του 2,5%, με αποτέλεσμα να υπάρξει ένα οριακό έλλειμμα σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης. Εδώ παίζει ρόλο και η μεταβολή των αμυντικών δαπανών. Ναι μεν το 2026 θα ισχύσει η ρήτρα διαφυγής (που σημαίνει ότι οι αμυντικές δαπάνες δεν θα προσμετρώνται στον υπολογισμό του δείκτη καθαρών δαπανών και του ρυθμού μεταβολής του), αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτές οι δαπάνες δεν θα μειώνουν το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Το δημόσιο χρέος
Όσον αφορά τον δείκτη του χρέους, η Ελλάδα προετοιμάζεται για νέα σημαντική μείωση το 2026. Ο δείκτης χρέος προς ΑΕΠ θα πέσει κάτω από το 140% και πλέον θα έρθει σε απόσταση αναπνοής από τον αντίστοιχο της Ιταλίας. Ανάλογα με τις δημοσιονομικές και μακροοικονομικές εξελίξεις και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, είναι πιθανό ότι η Ελλάδα θα πάψει να είναι η χώρα με την υψηλότερη αναλογία χρέους προς ΑΕΠ της Ευρώπης ήδη από το 2027, δύο χρόνια νωρίτερα σε σχέση με τον επίσημο ελληνικό στόχο.