Σε ασφυκτικό κλοιό βρίσκονται εκατομμύρια φορολογούμενοι με ληξιπρόθεσμα χρέη προς τη Φορολογική Διοίκηση, καθώς είτε βρίσκονται ήδη αντιμέτωποι είτε κινδυνεύουν άμεσα με κατασχέσεις σε εισοδήματα, καταθέσεις και περιουσιακά στοιχεία τους επειδή δεν μπορούν πλέον να ρυθμίσουν σε δόσεις τις οφειλές τους.
Ακόμη δε και όσοι έχουν ενταχθεί σε ρυθμίσεις κινδυνεύουν να τις χάσουν και να υπερχρεωθούν λόγω του ότι αδυνατούν να τις εξυπηρετήσουν ομαλά.
Στην ελληνική νομοθεσία αυτή τη στιγμή δεν ισχύει καμία ρύθμιση 72 ή 100 ή 120 μηνιαίων δόσεων στην οποία μπορεί να ενταχθούν εξαρχής ή εκ νέου οι οφειλέτες μεσαίου και μεγάλου ύψους ληξιπρόθεσμων οφειλών. Οι μόνες ρυθμίσεις που ισχύουν και μπορούν να αξιοποιηθούν αυτή τη στιγμή είναι οι πάγιες ρυθμίσεις του ν. 4152/2013, που προβλέπουν τμηματική εξόφληση έως και σε 24 έντοκες μηνιαίες δόσεις για οφειλές από τακτικές φορολογικές υποχρεώσεις ή αποπληρωμή σε 25 έως 48 έντοκες μηνιαίες δόσεις για έκτακτες οφειλές προερχόμενες κυρίως από φόρους κληρονομιών και πρόστιμα από φορολογικούς ή τελωνειακούς ελέγχους. Αλλά ακόμη κι αυτές οι ρυθμίσεις, τις οποίες αξιοποιούν κυρίως φορολογούμενοι με σχετικά χαμηλού ύψους ποσά ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση, περιλαμβάνουν πολύ αυστηρούς όρους συμμόρφωσης που συχνά αδυνατούν να εκπληρώσουν οι ήδη ενταχθέντες οφειλέτες με συνέπεια να τίθενται εκτός των συγκεκριμένων ρυθμίσεων ή να κινδυνεύουν άμεσα να τις απολέσουν.
Ως εκ τούτου, αυτή τη στιγμή είναι πολύ μικρό το ποσοστό ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση που βρίσκονται ενταγμένες σε ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής, ενώ αντιθέτως είναι πολύ μεγάλος πλέον ο αριθμός των οφειλετών που βρίσκονται ήδη αντιμέτωποι ή κινδυνεύουν να βρεθούν αντιμέτωποι με κατασχέσεις στα εισοδήματα, τις καταθέσεις τους και τα περιουσιακά τους στοιχεία λόγω της αδυναμίας τους να εξοφλήσουν άμεσα ολοσχερώς ή να ρυθμίσουν με βιώσιμο τρόπο σε δόσεις τα χρέη τους.
Την τραγική αυτή κατάσταση αποτυπώνουν τα πρόσφατα δημοσιοποιηθέντα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), σύμφωνα με τα οποία:
- Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση οι οποίες έχουν ενταχθεί σε ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής αντιπροσωπεύουν συνολικά ποσοστό μόλις 3,26% επί του συνόλου των οφειλών. Συγκεκριμένα, από τις συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 110,8 δισ. ευρώ (την 1η/5/2025) είχαν υπαχθεί σε ρυθμίσεις μόλις τα 3,62 δισ. ευρώ ή ποσοστό 3,26%.
- Οι φορολογικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ έχουν ήδη επιβάλει αναγκαστικά μέτρα είσπραξης -δηλαδή κατασχέσεις εισοδημάτων, τραπεζικών καταθέσεων, κινητών και ακινήτων περιουσιακών στοιχείων- σε 1.601.659 οφειλέτες φυσικά και νομικά πρόσωπα, που αντιστοιχούν στο 72,47% του συνόλου των οφειλετών οι οποίοι δεν έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους ή έχουν απολέσει ρυθμίσεις οφειλών και δεν μπορούν πλέον να ξαναρυθμίσουν σε δόσεις τα χρέη τους (δεν έχουν άλλη ευκαιρία υπαγωγής σε ρύθμιση).
- Ο συνολικός αριθμός των οφειλετών που επίσης δεν έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους ή έχουν απολέσει ρυθμίσεις οφειλών και δεν μπορούν πλέον να ρυθμίσουν ξανά σε δόσεις τα χρέη τους, οπότε απειλούνται με αναγκαστικά μέτρα είσπραξης εντός των προσεχών μηνών και ετών, φθάνει τους 608.543.
Οι κίνδυνοι και τα προβλήματα με τις ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής
Ακόμη όμως και φορολογούμενοι που έχουν εντάξει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές τους προς τη Φορολογική Διοίκηση σε πάγιες ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής κινδυνεύουν άμεσα να χάσουν τις ρυθμίσεις τους αυτές, εφόσον δεν εκπληρώνουν εγκαίρως τις τρέχουσες φορολογικές υποχρεώσεις τους. Ήδη δε πολλοί από αυτούς υφίστανται σημαντική υπερχρέωση με προσαυξήσεις των μηνιαίων δόσεων των ρυθμίσεών τους κατά 15%, καθώς δεν καταφέρνουν να τις εξοφλούν εμπρόθεσμα.
Ας δούμε όμως πιο αναλυτικά τι κινδύνους έχουν για τους οφειλέτες της Φορολογικής Διοίκησης οι μη έγκαιρες πληρωμές δόσεων ή άλλες ασυνέπειες στην εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων και πότε ακριβώς επέρχεται απώλεια ρυθμίσεων:
Τι προβλέπεται για τις συνέπειες και τις προϋποθέσεις απώλειας
Κατ’ αρχήν, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, σε περίπτωση απώλειας μιας ρύθμισης τμηματικής καταβολής ολόκληρη η ανεξόφλητη οφειλή με τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής αναβιώνει πλήρως και γίνεται άμεσα απαιτητή από τη Φορολογική Διοίκηση, δηλαδή θα πρέπει να εξοφληθεί εφάπαξ. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης είναι πλέον εκτεθειμένος στο ενδεχόμενο επιβολής κατασχέσεων σε εισοδήματα, καταθέσεις και περιουσιακά στοιχεία του.
Η απώλεια μιας πάγιας ρύθμισης 2 έως 24 μηνιαίων δόσεων ή 13 έως 48 μηνιαίων δόσεων επέρχεται εφόσον ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση της ρύθμισης πέραν της μίας φοράς, δηλαδή εφόσον καθυστερήσει την πληρωμή μιας δόσης της ρύθμισης για πάνω από έναν μήνα
β) δεν υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις εισοδήματος και φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή τους, εντός τριών (3) μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους,
γ) δεν εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές του, καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης, εντός τριμήνου από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής τους,
δ) έχει υποβάλει ελλιπή ή αναληθή στοιχεία προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση.
Οι παραπάνω προϋποθέσεις απώλειας ισχύουν από τις 19 Απριλίου 2024 και είναι λίγο πιο ευνοϊκές από αυτές που ίσχυαν μέχρι τις 18 Απριλίου 2024.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με διατάξεις που ψηφίστηκαν πέρυσι τον Απρίλιο μαζί με τον νέο Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (άρθρα 88-91 του ν. 5104/2024), απώλεια οποιασδήποτε ρύθμισης τμηματικής καταβολής οφειλής προς τη Φορολογική Διοίκηση δεν επέρχεται πλέον άμεσα, εάν ο οφειλέτης δεν εξοφλήσει ή δεν τακτοποιήσει τυχόν νέα βεβαιωμένη οφειλή του. Σε κάθε τέτοια περίπτωση, δίδεται πλέον στον οφειλέτη χρονικό περιθώριο τριών μηνών για την εξόφληση της νέας αυτής οφειλής του ή για τη ρύθμισή της σε δόσεις. Το χρονικό περιθώριο των τριών μηνών ξεκινά να «μετράει» από τη λήξη της προθεσμίας πληρωμής της νέας οφειλής. Αυτό σημαίνει ότι όσοι φορολογούμενοι έχουν τακτοποιήσει αυτή τη στιγμή οφειλές τους με πάγιες ρυθμίσεις 24 ή 48 δόσεων εάν δεν πληρώσουν εμπρόθεσμα μία ή περισσότερες δόσεις του ΕΝΦΙΑ του 2025 ή του φόρου εισοδήματος για το φορολογικό έτος 2024 ή του ΦΠΑ μιας τρέχουσας φορολογικής περιόδου δεν χάνουν τις ρυθμίσεις για τα παλαιά χρέη τους, αλλά σε κάθε περίπτωση μη πληρωμής μιας δόσης εκ των τριών προαναφερθέντων φόρων έχουν χρονικό περιθώριο τριών μηνών από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της να προχωρήσουν σε ολοσχερή εξόφλησή της ή στην ένταξή της σε μια νέα πάγια ρύθμιση.
Π.χ. φορολογούμενος που δεν πλήρωσε έως τις 30 Απριλίου 2025 τη 2η δόση του ΕΝΦΙΑ του 2025 κι έχει αφήσει απλήρωτη και την 3η δόση του ΕΝΦΙΑ του 2025, που έληξε στις 31 Μαΐου 2025, δεν χάνει αυτή τη στιγμή τυχόν πάγιες ρυθμίσεις στις οποίες έχει εντάξει παλαιότερα χρέη του. Για να αποτρέψει όμως την απώλεια των ρυθμίσεων αυτών, θα πρέπει:
- να εξοφλήσει ή να ρυθμίσει με νέα πάγια ρύθμιση τη 2η δόση του ΕΝΦΙΑ του 2025 έως και τις 31 Ιουλίου 2025 (εντός τριών μηνών από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της)
- να εξοφλήσει ή να ρυθμίσει με νέα πάγια ρύθμιση την 3η δόση του ΕΝΦΙΑ του 2025 έως και τις 31 Αυγούστου 2025 (εντός τριών μηνών από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της)
Αν δεν εξοφλήσει ή δεν τακτοποιήσει με νέα πάγια ρύθμιση τη 2η δόση του ΕΝΦΙΑ του 2025 μέχρι τις 31 Ιουλίου θα χάσει όλες τις πάγιες ρυθμίσεις για τα παλαιά χρέη του και ολόκληρα τα ποσά τους θα γίνουν άμεσα διεκδικήσιμα από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) μέσω κατασχέσεων σε καταθέσεις, εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία.
Αν πάλι εξοφλήσει ή τακτοποιήσει τη 2η δόση του ΕΝΦΙΑ μέχρι τις 31 Ιουλίου, αλλά δεν κάνει το ίδιο με την 3η δόση του ΕΝΦΙΑ έως τις 31 Αυγούστου, τότε και πάλι θα χάσει όλες τις πάγιες ρυθμίσεις για τα παλαιά χρέη με τις ίδιες δυσμενείς συνέπειες.
Τι γίνεται σε περίπτωση μη έγκαιρης υποβολής φορολογικών δηλώσεων
Μια άλλη σημαντική αλλαγή που επέφερε στο καθεστώς απώλειας ρυθμίσεων το άρθρο 88 του ν. 5104/2024 είναι και ότι ακόμη κι αν φορολογούμενος που έχει τακτοποιήσει οφειλές του με πάγιες ρυθμίσεις 24 ή 48 δόσεων δεν υποβάλει εμπρόθεσμα τις φορολογικές δηλώσεις για τις οποίες είναι υπόχρεος (φόρου εισοδήματος, ΦΠΑ κ.λπ.) δεν χάνει πλέον άμεσα τις ρυθμίσεις του αυτές, αλλά έχει περιθώριο τριών μηνών από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής κάθε δήλωσης να την υποβάλει εκπρόθεσμα και να γλιτώσει από τον κίνδυνο απώλειας των ρυθμίσεών του.
Κίνδυνοι υπερχρέωσης λόγω μη εμπρόθεσμης πληρωμής δόσεων
Οι φορολογούμενοι που έχουν εντάξει οφειλές τους σε πάγιες ρυθμίσεις κινδυνεύουν επιπλέον και με τεράστια υπερχρέωση εφόσον δεν είναι συνεπείς στην πληρωμή των μηνιαίων δόσεων των ρυθμίσεών τους.
Συγκεκριμένα, η καθυστέρηση πληρωμής μίας δόσης δεν συνεπάγεται μεν απώλεια της ρύθμισης, αλλά έχει ως συνέπεια την επιβάρυνση της καθυστερημένης δόσης με προσαύξηση 15%.
Η δόση αυτή με την αναλογούσα προσαύξηση πρέπει να καταβληθεί το αργότερο μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας καταβολής της επόμενης δόσης. Δηλαδή, σε μια τέτοια περίπτωση, ο οφειλέτης καλείται να καταβάλει μέσα σε έναν μήνα δύο μηνιαίες δόσεις, τη μία εκ των οποίων προσαυξημένη κατά 15%.
Εάν δεν μπορεί να καταβάλει μέσα στον ίδιο μήνα και την τρέχουσα δόση, τότε αυτή θα μεταφερθεί στον επόμενο μήνα προσαυξημένη και πάλι κατά 15%. Έτσι, υπάρχει περίπτωση ο οφειλέτης, λόγω συνεχούς αδυναμίας του να καταβάλλει εντός ενός μήνα την προσαυξημένη κατά 15% καθυστερημένη δόση και την τρέχουσα, να καλείται κάθε μήνα να πληρώνει τις δόσεις της ρύθμισής του προσαυξημένες κατά 15%.