Τη διαμόρφωση ενός πλέγματος για την ενίσχυση των επενδύσεων, καθώς και την έγκαιρη και αποτελεσματική εφαρμογή του δανειακού σκέλους του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας προτείνει το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).
Συγκεκριμένα, κατά την παρουσίαση της δεύτερης τριμηνιαίας έκθεσης του ΙΟΒΕ για την ελληνική οικονομία, ο διευθυντής του Ιδρύματος, Νίκος Βέττας, σημείωσε ότι η παροχή κινήτρων για καινοτόμες και παραγωγικές επενδύσεις, όπως για παράδειγμα μέσω φορολογικών υπεραποσβέσεων, είναι κάτι το οποίο θα ήθελε να ακούσει από τον πρωθυπουργό στο πλαίσιο των επικείμενων εξαγγελιών του από το βήμα της ΔΕΘ.
Η επισήμανση αυτή έγινε και με αφορμή τη δημοσίευση των τελευταίων στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ για την εξέλιξη του ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου, όπου ο Ακαθάριστος Σχηματισμός Παγίου Κεφαλαίου (ΑΣΠΚ) μειώθηκε κατά 3,2% ετησίως και κατά 6,1% σε τριμηνιαία βάση και όπως τόνισε ο κ. Βέττας, θα πρέπει να δούμε αν το συγκεκριμένο εύρημα είναι παροδικό ή αν αποτελεί τάση.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το πεδίο των επενδύσεων είναι κομβικής σημασίας για την πορεία της οικονομίας μας μεσοπρόθεσμα και παρότι έχει υπάρξει τα τελευταία χρόνια σημαντική αύξησή τους, με ρυθμό υψηλότερο των ευρωπαϊκών μέσων όρων, εντούτοις το συσσωρευμένο επενδυτικό κενό παραμένει κεντρικό πρόβλημα και οι επενδύσεις εξακολουθούν να αποτελούν μικρότερο ποσοστό της οικονομίας μας απ’ ό,τι απαιτείται για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στη συνέχεια.
Σε κάθε περίπτωση, όπως επισημαίνει το ΙΟΒΕ, η υποστήριξη ενός νέου παραγωγικού υποδείγματος, μεγαλύτερης εξωστρέφειας και καινοτομίας, δεν νοείται χωρίς επενδύσεις που θα αλλάξουν το μίγμα των επιχειρήσεων και της παραγωγής. Από τις πιο πρόσφατες τάσεις, προκύπτουν τουλάχιστον δύο συμπεράσματα. Πρώτον, οι κατοικίες και οι κατασκευές εξακολουθούν να έχουν μεγάλη βαρύτητα και, συνεπώς, πολιτικές που θα ενισχύσουν τις επενδύσεις σε αυτές χωρίς να επιστρέφουν σε ένα παρωχημένο παραγωγικό υπόδειγμα είναι υψηλής προτεραιότητας. Δεύτερον, παρά τη θετική τάση τα τελευταία χρόνια, η μεγαλύτερη ενίσχυσή τους, που είναι αναγκαία, έχει ως προϋπόθεση τομές για απλούστευση διαδικασιών στη δημόσια διοίκηση και άρση εμποδίων εισόδου στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.
Φορολογικές αλλαγές
Ο κ. Βέττας ανέδειξε και ως θέμα προτεραιότητας την άρση των υπερβολικών φορολογικών επιβαρύνσεων στη μισθωτή εργασία. Όπως ανέφερε ο ίδιος, θα περίμενε από τον πρωθυπουργό στη ΔΕΘ να ανακοινώσει την τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας και τη μείωση των φόρων για τους μισθωτούς. «Είναι ένα θέμα που το έχουμε επισημάνει πολλά χρόνια και πρέπει να γίνει αναπροσαρμογή» σημείωσε ο κ. Βέττας.
Δημογραφική κρίση
Επίσης, ο κ. Βέττας αναφέρθηκε και στη δημογραφική κρίση, σημειώνοντας ότι η πολιτεία πρέπει να εστιάσει στην επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος, στηρίζοντας έμπρακτα τις ελληνικές οικογένειες.
Όπως είπε, οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα για το συγκεκριμένο πρόβλημα, φέροντας ως παράδειγμα την έλλειψη δημόσιων και γενικά βρεφονηπιακών σταθμών, που έχει ως αποτέλεσμα μια μεγάλη οικονομική επιβάρυνση για τις οικογένειες, που πολλές φορές τις αναγκάζει να τίθεται ένας μέλος της και συνήθως η γυναίκα, εκτός αγοράς εργασίας. Το αποτέλεσμα αυτών των συνθηκών είναι προφανώς η υπογεννητικότητα.
Η πορεία της οικονομίας
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, η οικονομία διατηρεί τη δυναμική της, ωστόσο οι δυσμενείς διεθνείς εξελίξεις κρύβουν κινδύνους. Η προστατευτική εμπορική πολιτική των ΗΠΑ εντείνει την αβεβαιότητα, καθώς παραμένει ασαφές το τελικό ύψος των δασμών και η αντίδραση των υπόλοιπων χωρών. Επίσης, ο βαθμός επαναφοράς και η ένταση του εμπορικού προστατευτισμού ενδέχεται να προκαλέσει διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες και αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων, περιπλέκοντας την άσκηση νομισματικής πολιτικής.
Παρ’ όλα αυτά, για το 2025, το ΙΟΒΕ διατηρεί την εκτίμησή του για ανάπτυξη στο 2,2%. Ως προς τις συνιστώσες, οι πάγιες επενδύσεις αναμένεται να διατηρήσουν τη δυναμική τους (+5,0%), παρά την κακή επίδοσή τους στο α’ τρίμηνο του έτους. Η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να επιβραδυνθεί ελαφρά συγκριτικά με το προηγούμενο έτος και να είναι της τάξης του +1,8%, ενώ η δημόσια κατανάλωση προβλέπεται να έχει θετικό πρόσημο 1,2%. Το έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο αναμένεται να αυξηθεί οριακά, καθώς η αύξηση των εισαγωγών κατά 1,6% υπερκαλύπτει την αύξηση των εξαγωγών κατά 1,5%.
Για το 2026, το ΙΟΒΕ εκτιμά ανάπτυξη στο 2,4%. Αναφορικά με τις συνιστώσες, αναμένουμε διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής της κατανάλωσης, με ηπιότερο όμως βαθμό, καθώς παρά την αξιοσημείωτη αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης (+1,2%), η ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται να επιβραδυνθεί σημαντικά (+1,0%). Οι πάγιες επενδύσεις (+9,0%) αναμένεται να ωφεληθούν από την επιτάχυνση της υλοποίησης του ΤΑΑ και το χαμηλότερο κόστος χρήματος, ωστόσο υπό προϋποθέσεις και κινδύνους που απορρέουν από το εξωτερικό περιβάλλον. Το εξωτερικό έλλειμμα, το οποίο ενέχει και διαρθρωτικά χαρακτηριστικά, αναμένεται να διατηρηθεί, ίσως και να διευρυνθεί, λόγω κυρίως της παράτασης της παγκόσμιας αβεβαιότητας, η οποία με τη σειρά της δυσχεραίνει τόσο τις εξαγωγές (+2,9%) όσο και τις εισαγωγές (+3,1%), θέτοντας προκλήσεις για την εξωτερική ζήτηση.
Πιάνει «ταβάνι» ο τουρισμός
Τον κώδωνα του κινδύνου για την πορεία των εσόδων από τον τουρισμό έκρουσε χθες ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ, αφού ήταν και πρώην πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Γιάννης Ρέτσος. Όπως επεσήμανε, τα έσοδα από τον τουρισμό, αν όχι από φέτος, αλλά σίγουρα από το επόμενο έτος, θα είναι χαμηλότερα, καθώς και οι αφίξεις «πιάνουν ταβάνι» και η μέση δαπάνη μειώνεται. Εξαίρεση, με βάση τα στοιχεία της ταξιδιωτικής κίνησης, αποτελούν έως τώρα η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με τον κ. Ρέτσο.
Ο ίδιος επεσήμανε ότι η διεθνής οικονομική αβεβαιότητα και οι πόλεμοι στην περιοχή έχουν επιπτώσεις για τις αφίξεις και εστίασε στον ανταγωνισμό που ασκούν οι άλλες μεσογειακές χώρες, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι κάποιος θα επιλέξει να πάει διακοπές εκεί που προσφέρεται καλύτερο προϊόν, σε καλύτερες τιμές.
Για την αντιμετώπιση του διαφαινόμενου προβλήματος, ο κ. Ρέτσος προτείνει να υπάρξει μια κεντρική στρατηγική μεταξύ της πολιτείας και του κλάδου και να τεθούν σαφείς στόχοι για την ενίσχυση του τουριστικού προϊόντος.