«Καμπανάκια» για την ένταση της εργασίας, αλλά και για τα περιστατικά παρενόχλησης και εκφοβισμού στον εργασιακό χώρο κρούει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, δίνοντας στη δημοσιότητα το τρίτο από μια σειρά νέων Κειμένων Πολιτικής, όπου παρουσιάζονται τα εμπειρικά ευρήματα της πρώτης δημοσκοπικής έρευνάς του για την ποιότητα της εργασίας στην Ελλάδα.
Ανησυχητικά είναι τα ευρήματα που αφορούν την ανάληψη καθηκόντων με αυστηρά χρονοδιαγράμματα και πιεστικές προθεσμίες, καθηκόντων δηλαδή που απαιτούν την ταχύτατη ολοκλήρωση σύνθετων και απαιτητικών έργων με περιορισμένα περιθώρια για ανάπαυση. Σύμφωνα με την έρευνα, στο σύνολο του δείγματος στο ερώτημα αναφορικά με το εάν η εργασία τους απαιτεί την τήρηση αυστηρών χρονοδιαγραμμάτων το 73% των εργαζομένων απάντησε θετικά. Στο ερώτημα εάν εργάζονται υπό συνθήκες άγχους το 19% δήλωσε «ναι, πάντα», το 31% «ναι, τις περισσότερες φορές» και το 37% «ναι, μερικές φορές». Δηλαδή το 87% των εργαζομένων βιώνει στρες και ένταση στην εργασία του. Την ίδια στιγμή το 51%, δηλαδή ένας στους δύο εργαζομένους, δήλωσε ότι «πολύ συχνά/συχνά» η ψυχολογική πίεση στην εργασία του επηρεάζει την οικογενειακή και την ευρύτερη κοινωνική ζωή του.
Η εικόνα ανά ηλικιακή ομάδα και ανά επίπεδο εκπαίδευσης
Αναλύοντας περαιτέρω τα ευρήματα, διαπιστώνεται ότι το 73% των ηλικιακών ομάδων 17-34 και 35-54 ετών δήλωσε ότι η εργασία του απαιτεί την τήρηση αυστηρών χρονοδιαγραμμάτων. Μικρότερο (68%) είναι το ποσοστό στην ηλικιακή ομάδα 55+ ετών. Το 47% των ερωτηθέντων της ηλιακής ομάδας 17-34 ετών δήλωσε ότι «πάντα» ή «τις περισσότερες φορές» εργάζεται υπό συνθήκες άγχους. Αντίστοιχες απαντήσεις έδωσε το 50% της ηλικιακής ομάδας 35-54 ετών και το 53% της ηλικιακής ομάδας 55+ ετών. Η ψυχολογική πίεση στην εργασία επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την οικογενειακή και την ευρύτερη κοινωνική ζωή των ηλικιακών ομάδων 35-54 ετών (57%) και 55+ ετών (52%). Στη νεότερη ηλικιακή ομάδα των 17-34 ετών το ποσοστό είναι επίσης αρκετά υψηλό (41%).
Επίσης, το 82% των κατόχων μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος δήλωσε ότι η εργασία του απαιτεί την τήρηση αυστηρών χρονοδιαγραμμάτων. Ακολουθούν οι απόφοιτοι λυκείου (73%) και οι απόφοιτοι ΑΕΙ/ΤΕΙ (71%).
Σε ποιους κλάδους καταγράφονται τα υψηλότερα ποσοστά εργασίας υπό συνθήκες άγχους
Σε κλαδικό επίπεδο δύο στους τρεις εργαζομένους εργάζονται με αυστηρά χρονοδιαγράμματα, ένδειξη εντατικοποίησης της εργασίας. Ειδικότερα, το 79% των εργαζομένων στην εκπαίδευση, το 77% σε επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες, το 76% στη μεταποίηση και σε δραστηριότητες παροχής καταλύματος και υπηρεσιών εστίασης, το 73% στην ενημέρωση και την επικοινωνία, το 72% στις μεταφορές και την αποθήκευση, το 71% σε δραστηριότητες σχετικές με την ανθρώπινη υγεία και την κοινωνική μέριμνα, το 70% στις κατασκευές και το 67% στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο και στην επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων. Την ίδια απάντηση έδωσε το 65% των εργαζομένων στις επιχειρήσεις που απασχολούσαν από 1 έως 9 άτομα, το 70% στις επιχειρήσεις από 10 έως 49 άτομα, το 77% στις επιχειρήσεις από 50 έως 250 άτομα και το 84% στις επιχειρήσεις άνω των 250 ατόμων.
Εργασία υπό συνθήκες άγχους «πάντα» ή «τις περισσότερες φορές» ανέφερε το 46% των εργαζομένων στην εκπαίδευση, το 52% στην ενημέρωση και την επικοινωνία, το 56% σε δραστηριότητες σχετικές με την ανθρώπινη υγεία και την κοινωνική μέριμνα, το 52% σε επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες, το 53% στη μεταφορά και την αποθήκευση, το 48% στις κατασκευές, το 52% στη μεταποίηση, το 51% σε δραστηριότητες παροχής καταλύματος και υπηρεσιών εστίασης και το 47% στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο και στην επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων. Επίσης, το 40% των εργαζομένων στις επιχειρήσεις από 1 έως 9 άτομα, το 51% στις επιχειρήσεις από 10 έως 49 άτομα, το 55% στις επιχειρήσεις από 50 έως 250 άτομα και το 62% στις επιχειρήσεις άνω των 250 ατόμων. Τέλος, το 41% στις επιχειρήσεις από 1 έως 9 άτομα δήλωσε ότι «πολύ συχνά/συχνά» η ψυχολογική πίεση στην εργασία του επηρεάζει την οικογενειακή και την ευρύτερη κοινωνική ζωή του. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο 56% στις επιχειρήσεις από 10 έως 49 άτομα, μειώνεται στο 51% στις επιχειρήσεις από 50 έως 250 άτομα και αυξάνεται πάλι στο 62% στις επιχειρήσεις άνω των 250 ατόμων.
Οι αρνητικές επιπτώσεις
Όπως επισημαίνει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, η συσσώρευση εργασιακής πίεσης συνδέεται με ένα ευρύ φάσμα αρνητικών επιπτώσεων στην υγεία. Επαγγελματική εξουθένωση, συναισθηματική εξάντληση, διαταραχές ύπνου, μείωση της παραγωγικότητας λόγω κόπωσης και λαθών, αύξηση απουσιών από την εργασία, υψηλότερα ποσοστά πρόωρης συνταξιοδότησης και αύξηση του κόστους υγείας για τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης. Για τους λόγους αυτούς, όπως τονίζεται, είναι αναγκαίος ο επανασχεδιασμός της εργασίας με ρεαλιστικές προθεσμίες, η προώθηση της εργασιακής αυτονομίας, η αυστηρή τήρηση περιόδων ανάπαυσης και διαλειμμάτων, καθώς και η καλλιέργεια μιας σύγχρονης επιχειρηματικής κουλτούρας βιώσιμης απόδοσης, αντί για την κουλτούρα εξουθένωσης και υπερεκμετάλευσης της εργασίας.
Σχεδόν 1 στους 10 εργαζομένους έχει αντιμετωπίσει συνθήκες σεξουαλικής παρενόχλησης και εργασιακού εκφοβισμού
Από την επεξεργασία των ευρημάτων της μελέτης διαπιστώνεται παράλληλα ότι σχεδόν ένας στους δέκα εργαζομένους δήλωσε ότι έχει αντιμετωπίσει συνθήκες σεξουαλικής παρενόχλησης και εργασιακού εκφοβισμού. Εξετάζοντας την έμφυλη διάσταση, παρατηρείται ότι το 10% των γυναικών και το 9% των ανδρών δήλωσαν ότι έχουν δεχτεί στην εργασία τους σεξουαλική παρενόχληση ή/και bullying.
Στο σύνολο του δείγματος ως πρώτος προσδιοριστικός παράγοντας τέτοιων συνθηκών δηλώθηκε η ηλικία (36%), το φύλο (27%), ο σεξουαλικός προσανατολισμός (10%) και η εθνικότητα (7%). Αξιοσημείωτο είναι ότι στους άνδρες ως πρώτη επιλογή εμφανίζεται η ηλικία (35%), ενώ η εθνικότητα δηλώθηκε με ποσοστό 15%. Στις γυναίκες ως πρώτη επιλογή δηλώθηκε το φύλο (42%), ενώ η εθνικότητα είχε ποσοστό μόλις 3%. Επίσης, στην ηλικιακή ομάδα 55+ ετών η εθνικότητα δεν δηλώθηκε ως παράγοντας σεξουαλικής παρενόχλησης και εργασιακού εκφοβισμού. Στην ηλικιακή ομάδα 17-34 ετών ο σεξουαλικός προσανατολισμός δηλώθηκε σε ποσοστό 10%, το υψηλότερο όλων των ηλικιακών ομάδων.
Στους κατόχους μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τα υψηλότερα ποσοστά
Εντύπωση προκαλεί επίσης το εύρημα ότι τα υψηλότερα ποσοστά των ερωτηθέντων που δήλωσαν ότι αντιμετώπισαν σεξουαλική παρενόχληση και εργασιακό εκφοβισμό είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος (16%). Ακολουθούν εκείνοι με τεχνική εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση (15%). Ως προς τους προσδιοριστικούς παράγοντες, οι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος δήλωσαν ως πρώτη επιλογή το φύλο (43%), και ακολουθούν η ηλικία (36%), η εθνικότητα (20%) και ο σεξουαλικός προσανατολισμός (7%).
Αξιοσημείωτο είναι ακόμη το εύρημα ότι σε όσους είχαν ολοκληρώσει έως και το γυμνάσιο η ηλικία ως προσδιοριστικός παράγοντας της σεξουαλικής παρενόχλησης και του εργασιακού εκφοβισμού δηλώθηκε με ποσοστό σχεδόν 100%.
Οι κλάδοι με τα υψηλότερα ποσοστά σεξουαλικής παρενόχλησης και εργασιακού εκφοβισμού
Παράλληλα, το υψηλότερο ποσοστό σεξουαλικής παρενόχλησης και εργασιακού εκφοβισμού σημειώνεται στις επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες (14%), και ακολουθούν οι δραστηριότητες σχετικές με την ανθρώπινη υγεία και την κοινωνική μέριμνα (13%), η μεταποίηση (11%) και οι δραστηριότητες παροχής καταλύματος και υπηρεσιών εστίασης (10%).
Αξιοσημείωτο είναι ότι ως προς τους παράγοντες που σχετίζονται με τη σεξουαλική παρενόχληση και τον εργασιακό εκφοβισμό στην εκπαίδευση οι ερωτώμενοι ως πρώτη επιλογή δήλωσαν την εθνικότητα (60%).
Τέλος, στις επιχειρήσεις άνω των 250 ατόμων σημειώνεται το μεγαλύτερο ποσοστό σεξουαλικής παρενόχλησης και εργασιακού εκφοβισμού (12%). Όπως υπογραμμίζει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, η σεξουαλική παρενόχληση και ο εργασιακός εκφοβισμός δεν πρέπει να αξιολογούνται ως μεμονωμένα περιστατικά διακρίσεων, αλλά ως δομικά φαινόμενα με βαθιές κοινωνικές, πολιτισμικές και οικονομικές ρίζες. Για τον λόγο αυτό η ανάλυσή τους πρέπει να εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο αφενός των κοινωνικών ανισοτήτων και αφετέρου του δραματικού περιορισμού της προστασίας των εργαζομένων τις τελευταίες δεκαετίες, της ελαστικοποίησης και απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων, της οργανωσιακής κουλτούρας και των σχέσεων εξουσίας στον χώρο εργασίας.
naftemporiki.gr