Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε μια ιστορική καμπή. Διαθέτει σπάνια αναπτυξιακά εργαλεία στα χέρια της. Οι ευρωπαϊκοί πόροι όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το ΕΣΠΑ, η παγκόσμια ώθηση προς την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση καθώς και η μεγάλη ρευστότητα στις αγορές κεφαλαίων, προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία.
Ωστόσο, η κρίσιμη ερώτηση παραμένει: υπάρχει συγκροτημένο Εθνικό Σχέδιο που θα αξιοποιήσει αυτή την ευκαιρία;
Η χώρα μας έχει πληρώσει ακριβά την απουσία στρατηγικού σχεδιασμού. Επί δεκαετίες, πολλά από τα έργα υλοποιούνταν αποσπασματικά, με τεράστιες καθυστερήσεις, αποθαρρύνοντας σοβαρές ιδιωτικές επενδύσεις, κρατώντας έτσι σε αναπτυξιακή υστέρηση και με μεγάλες ανισότητες τις περιφέρειες της χώρας. Φωτεινές ίσως εξαιρέσεις, η πρώτη περίοδος Κων/νου Καραμανλή και η περίοδος Κώστα Σημίτη. Συνέπεια όλων αυτών και σε συνδυασμό με την περίοδο των μνημονίων, η χώρα σήμερα, παρά τις βελτιώσεις των τελευταίων χρόνων, να παραπαίει οικονομικά στην ουρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως προς το κατά κεφαλήν εισόδημα, και όχι μόνο. Σε μία σειρά ποσοτικών και ποιοτικών δεικτών υστερούμε. Η χώρα δεν μπορεί πια να περιμένει. Ακόμα και αν η ανάπτυξη του ΑΕΠ είναι στο 2,5% και της Ευρώπης στο 1,5%, απαιτούνται 37 χρόνια για να προσεγγίσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Χρειαζόμαστε επομένως σοβαρότερους και υψηλότερους ρυθμούς προόδου.
Η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια, για πολλούς και κυρίως γεωπολιτικούς λόγους, να μείνει για δεκαετίες πίσω. Το δημογραφικό, η χαμηλή παραγωγικότητα, η προβληματική Δημόσια διοίκηση, η αδράνεια σε κρίσιμα ζητήματα υποδομών και επενδύσεων, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα που απειλεί όχι μόνο την πρόοδο αλλά και την βιωσιμότητα της χώρας μακροπρόθεσμα. Για να αλλάξει αυτή η πορεία, δεν αρκούν οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί όπως τους έχουμε γνωρίσει τις τελευταίες δεκαετίες μέχρι σήμερα. Χρειάζεται ουσιαστική εμπλοκή ανθρώπων που έχουν αποδείξει ότι μπορούν να διαχειριστούν πόρους, να χτίσουν οργανισμούς, να αντιμετωπίσουν κρίσεις, να καινοτομήσουν και να αντέξουν στον διεθνή ανταγωνισμό. Σύμπραξη δηλαδή στο σχεδιασμό της ανάπτυξης επιτυχημένων και αναγνωρισμένων επιστημόνων, managers και επιχειρηματιών. Χωρίς αυτές τις αλλαγές, ο χρόνος δεν θα λειτουργήσει υπέρ μας.
7 άξονες
Οφείλουμε επομένως, αν θέλουμε να μιλήσουμε σοβαρά για ανάπτυξη, να προχωρήσουμε σε ένα καινούργιο Εθνικό Σχέδιο βασισμένο σε 7 θεμελιώδεις άξονες:
1. Στοχευμένη περιφερειακή ανάπτυξη: Η Ελλάδα δεν μπορεί να αναπτυχθεί ισόρροπα χωρίς αποκεντρωμένο σχεδιασμό. Από τη Δυτική Μακεδονία έως τα νησιά του Αιγαίου, πρέπει να καθοριστούν οι ανάγκες κάθε περιοχής, με μετρήσιμους στόχους και δείκτες προόδου. Κάθε περιφέρεια οφείλει να αξιοποιήσει και να αναδείξει, σε συνεργασία με κεντρικές υπηρεσίες, το δικό της συγκριτικό πλεονέκτημα — φυσικοί πόροι, γεωγραφική θέση, πολιτιστική ταυτότητα ή ανθρώπινο δυναμικό — ώστε να καταστεί πυλώνας του εθνικού παραγωγικού μοντέλου. Ταυτόχρονα, χρειάζεται να ενισχυθούν οι διαπεριφερειακές οικονομικές σχέσεις: έργα και επενδύσεις που δεν εξυπηρετούν μόνο τοπικά συμφέροντα, αλλά δημιουργούν συνδέσεις και αλληλεξαρτήσεις μεταξύ περιοχών. Οδικοί άξονες, ενεργειακά δίκτυα, ερευνητικά κέντρα, clusters και σύγχρονα logistics που ενώνουν περιφέρειες μπορούν να λειτουργήσουν ως καταλύτες παραγωγικής ολοκλήρωσης σε εθνική κλίμακα.
2. Αναβάθμιση Δημόσιας Διοίκησης: Η αναβάθμιση της ελληνικής δημόσιας διοίκησης αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση για την πρόοδο της χώρας. Μία σύγχρονη, παραγωγική και αποτελεσματική διοίκηση, οφείλει να βασίζεται στην αξιοκρατία και αξιολόγηση, την διαφάνεια, την τεχνογνωσία και την συνεχή επιμόρφωση. Ο περιορισμός της γραφειοκρατίας, μέσα από την ψηφιοποίηση υπηρεσιών και την διασύνδεση των μητρώων διευκολύνει τον πολίτη, μειώνει το διοικητικό κόστος, συμβάλλει ουσιαστικά στην προσέλκυση επενδύσεων και ενισχύει την εμπιστοσύνη στο κράτος. Έχουν γίνει πολύ σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια, αλλά είμαστε ακόμη αρκετά πίσω.
3. Λειτουργική διασύνδεση υποδομών: Υποδομές που δεν συνεργάζονται μεταξύ τους είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Χρειαζόμαστε λιμάνια που συνδέονται χωρίς δυσκολίες με την ακτοπλοΐα και τις μεταφορές ή τους σιδηροδρόμους, ενεργειακά έργα με αποθήκες και υποδομές δικτύων, νοσοκομεία με στελέχωση. Γεωργία διασυνδεμένη με τουριστικές ανάγκες και εφοδιαστικές αλυσίδες σε Ελλάδα και εξωτερικό. Επιπλέον, πρέπει να δημιουργηθούν γεωγραφικά ενοποιημένα οικοσυστήματα — με πανεπιστήμια, παραγωγικές μονάδες, επιχειρήσεις διανομής και logistics — ώστε η ανάπτυξη να είναι συστημική και βιώσιμη.
4. Στοιχειώδης υποστήριξη της τουριστικής βιομηχανίας: Η επιτυχία του ελληνικού τουρισμού τα τελευταία χρόνια, κρύβει πίσω της μία σοβαρή και διογκούμενη κρίση: την αδυναμία εξεύρεσης κατοικίας για τους ανθρώπους που εργάζονται και κρατούν όρθιες τις τοπικές κοινωνίες των νησιών. Εργαζόμενοι στον τουρισμό, εποχικοί υπάλληλοι, δημόσιοι λειτουργοί, γιατροί, εκπαιδευτικοί, πυροσβέστες, λιμενικοί, καλούνται κάθε χρόνο να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε περιοχές που το κόστος στέγασης είναι πλέον απαγορευτικό ή η διαθεσιμότητα μηδενική. Άμεση προτεραιότητα και ανάγκη η ένταξη της κατασκευής καταλυμάτων για τους παραπάνω εργαζόμενους, στον υπό διαμόρφωση αναπτυξιακό νόμο.
5. Ανάπτυξη πληροφοριακών και στατιστικών υποδομών: Η τεκμηριωμένη πολιτική είναι το αντίδοτο στον αυτοσχεδιασμό. Πρέπει να στηθούν σωστά και να αξιοποιηθούν στοχευμένα οι βάσεις δεδομένων, οι δείκτες και οι μελέτες. Στατιστική υπηρεσία με επιστήμονες και εξοπλισμό σε κάθε Περιφέρεια. Χωρίς πληροφόρηση και Τράπεζες Δεδομένων, δεν μπορεί να υπάρξει βάση για σοβαρό σχεδιασμό. Καθοριστική είναι η μέτρηση του ισοζυγίου εισροών-εκροών ανά Περιφέρεια. Πόροι που δημιουργούνται, πρέπει να επενδύονται και να παραμένουν στην Περιφέρεια. Στόχος είναι το θετικό ισοζύγιο ώστε η οικονομία της Περιφέρειας να αναβαθμίζει την αξία της, να βελτιώνει τον πλούτο της και να συμβάλει θετικά στους εθνικούς αναπτυξιακούς στόχους.
6. Στρατηγικός χρονικός ορίζοντας: Οι υποδομές χρειάζονται ορίζοντα 10–20 ετών. Ο τετραετής εκλογικός κύκλος δεν επαρκεί για να θεμελιωθεί στρατηγική. Η χώρα χρειάζεται διακομματική και θεσμική συμφωνία, ίσως και κοινωνική νομιμοποίηση μέσω δημοψηφίσματος ή ψηφισμάτων πολιτών, ώστε το σχέδιο να αποκτήσει διάρκεια και συνέχεια. Αποφάσεις με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια για σχεδιαζόμενα έργα σε περιφερειακό, διαπεριφερειακό και εθνικό επίπεδο, θα επιταχύνει την υλοποίηση έργων και θα αποτρέψει φαινόμενα αδιαφάνειας και πλεγμάτων αλληλεξάρτησης.
7. Δημογραφική στρατηγική και προσέλκυση στην Περιφέρεια: Η ερήμωση της υπαίθρου και η φυγή των νέων δεν ανακόπτονται με επιδόματα. Απαιτείται συνολικό σχέδιο για να γίνει η περιφέρεια ελκυστική με ποιοτικές υπηρεσίες υγείας και παιδείας, υποδομές, πολιτιστική ζωή, επαγγελματικές προοπτικές και προσιτή κατοικία. Δεν πρέπει βέβαια ποτέ να ξεχνάμε ότι θεμέλιο δημογραφικής πολιτικής είναι η στήριξη της οικογένειας και προπαντός η εργασία με προοπτικές. Μόνο έτσι θα αντιστραφεί η τάση συρρίκνωσης και θα ενισχυθεί η τοπική ανάπτυξη.
Θεσμική Υλοποίηση και Φορέας Στρατηγικού Σχεδιασμού
Για την υλοποίηση των παραπάνω, η Ελλάδα χρειάζεται μία νέα αρχιτεκτονική, ένα νέο σχέδιο που θα προσεγγίσει με ταχύτητα τα προβλήματα ανάπτυξης, θα δημιουργήσει πλούτο και βιοτικό επίπεδο, που θα έχει τα χαρακτηριστικά μία ευημερούσας Ευρωπαϊκής χώρας.
Ένα σχέδιο τέτοιας εμβέλειας δεν μπορεί να υλοποιηθεί μόνο με τους υφιστάμενους μηχανισμούς της δημόσιας διοίκησης. Απαιτείται η σύσταση μίας Ανεξάρτητης Εθνικής Αναπτυξιακής Εταιρείας κεφαλαίου και συμμετοχών (fund), το οποίο θα φέρει θεσμική συνέχεια, τεχνοκρατική επάρκεια και επενδυτική δυναμική. Θα πρέπει να εντάξει στον προγραμματισμό την επαναχρησιμοποίηση των υδάτινων πόρων, τις έξυπνες πόλεις και επιχειρηματικά πάρκα, τον ψηφιακό και κυρίως θεματικό τουρισμό, την αξιοποίηση μεταλλευτικού και ενεργειακού πλούτου, κυκλική οικονομία για μείωση αποβλήτων και άλλες σύγχρονες επενδύσεις με υψηλές αποδόσεις και ισχυρό αναπτυξιακό αποτύπωμα.
Το fund αυτό θα πρέπει να διοικείται από επιλεγμένα στελέχη με ειδικές γνώσεις, ευρύτερη μόρφωση και μακροπρόθεσμο όραμα – άτομα με αποδεδειγμένη εμπειρία στον σχεδιασμό και την υλοποίηση μεγάλων έργων και επιχειρηματικών μονάδων. Στον πυρήνα του, θα υπάρχει συμμετοχή του Δημοσίου, αλλά και ισχυρή συμμετοχή ιδιωτών και επιχειρηματιών, με αντάλλαγμα όχι μόνο οικονομικά οφέλη αλλά και εθνική αναγνώριση της συμβολής τους. Το fund θα συγκεντρώσει κεφάλαια ύψους τουλάχιστον 60 δισ. ευρώ σε βάθος 10ετίας, με:
- Δέσμευση του κράτους για ετήσια συμμετοχή 3 δις. ευρώ. Μπορεί μέρος του κεφαλαίου να γίνεται και με εισφορά σοβαρών και αξιοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων.
- Αντίστοιχη ετήσια συνεισφορά από μεγάλες ελληνικές εταιρίες (εμπορικές, βιομηχανικές, ναυτιλιακές, τραπεζικές, ασφαλιστικές και ασφαλιστικά ταμεία, Έλληνες του εξωτερικού κ.λπ.).
- Θα μπορεί να αντλήσει σταδιακά και πρόσθετα 30 δις. ευρώ με ομολογιακές εκδόσεις εντός της 10ετίας, αθροίζοντας έτσι μία δύναμη πυρός, ύψους 90 δις ευρώ.
Το fund θα έχει την δυνατότητα να δημιουργεί θυγατρικές εταιρίες για την υλοποίηση επενδύσεων και την διαχείριση συμμετοχών. Επίσης, θα υπάρξουν έργα που θα πρέπει να μισθώνονται από το Δημόσιο ή Δημοτικές Υπηρεσίες. Τα μερίσματα από τις κερδοφόρες επενδύσεις θα διανέμονται τόσο στο Δημόσιο όσο και στους ιδιώτες μετόχους. Το Δημόσιο επωφελείται πολλαπλά από την ανάπτυξη και τη δημιουργία πλούτου καθώς και την αναβάθμιση του εθνικού παραγωγικού δυναμικού. Οι ιδιώτες θα επωφεληθούν παράλληλα από την υπεραξία που θα δημιουργηθεί με την εισαγωγή του fund στο Χ.Α.Α. Η υλοποίηση ενός τέτοιου επενδυτικού προγράμματος αυξάνει επιπλέον κατά 2,5% τουλάχιστον τον μέσο όρο του ΑΕΠ, χωρίς τις πρόσθετες επιδράσεις, όπως η υποκατάσταση των εισαγωγών. Αυτό σημαίνει προσέγγιση του κατά κεφαλήν εισοδήματος προς τον μέσο Ευρωπαϊκό σε 10-13 χρόνια αντί για 37 ή 40 χρόνια. Η χώρα χρειάζεται μία νέα προσέγγιση της αναπτυξιακής της πολιτικής που θα στηρίζεται όχι μόνο στις περιοχές των μεγάλων αστικών κέντρων.
Πρέπει να αξιοποιηθεί και η Περιφέρεια.
Η ανάπτυξη των Περιφερειών δεν είναι παράρτημα της εθνικής στρατηγικής — είναι ο πυρήνας της. Χωρίς συμμετοχικό και μακρόπνοο σχεδιασμό που να ενώνει τα τοπικά με τα εθνικά, η Ελλάδα θα συνεχίσει να «μεγεθύνεται» στα χαρτιά, αλλά να μην αναπτύσσεται ουσιαστικά και ισόρροπα. Το στοίχημα δεν είναι μόνο ποσοτικό, δηλαδή να προσεγγίσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αλλά και ποιοτικό: να βγούμε από την «μιζέρια της ουράς» και να διεκδικήσουμε μια δυναμική θέση, διακριτή στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο χάρτη. Και προπαντός να αισθανθούν οι πολίτες της, ότι συμμετέχουν στα οφέλη που θα προκύψουν.
*Ο Μιχάλης Σάλλας είναι Πρόεδρος Lyktos Group, Επίτιμος Πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς, πρώην καθηγητής Πανεπιστημίου