Skip to main content

Σε ναρκοπέδιο η ελληνική οικονομία λόγω του πολέμου στη Μέση Ανατολή

Η πορεία των τιμών των καυσίμων είναι και η βασική αγωνία καθώς οι συνέπειες είναι πολλαπλές τόσο σε μακροοικονομικό όσο και σε δημοσιονομικό επίπεδο:

Σενάρια πολέμου αρχίζουν να επεξεργάζονται στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, με στόχο να εκτιμηθούν πιθανές επιπτώσεις σε βασικά οικονομικά μεγέθη στο ενδεχόμενο δυσμενούς εξέλιξης στη Μέση Ανατολή.

Ως τέτοια ορίζεται η έναρξη ενός πολέμου στην περιοχή χωρίς ορατό χρονικά ορίζοντα τέλους, γεγονός που πολλαπλασιάζει τις αβεβαιότητες. Ο προϋπολογισμός του 2024 έχει στηριχτεί σε μια σειρά από αισιόδοξες παραδοχές, οι οποίες δύσκολα θα επαληθευτούν σε περίπτωση εκτεταμένων εχθροπραξιών και θα λειτουργήσουν ως «νάρκες» στη σχεδιαζόμενη οικονομική πολιτική.

Σύμφωνα με τον δημοσιονομικό προγραμματισμό της κυβέρνησης που αποτυπώνεται στην εισηγητική έκθεση του προσχεδίου του προϋπολογισμού του 2024, η τιμή του πετρελαίου θα πρέπει να κινηθεί -κατά μέσο όρο- στην περιοχή των 80-82 δολαρίων το βαρέλι και η τιμή του φυσικού αερίου στο χρηματιστήριο του Άμστερνταμ στα 40 ευρώ ανά μεγαβατώρα.

Αυτές οι τιμές έχουν ήδη ξεπεραστεί πριν καν αρχίσει το νέο οικονομικό έτος, καθώς μετά τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου το πετρέλαιο έχει ανέλθει ήδη στα 92 δολάρια το βαρέλι, ενώ το φυσικό αέριο έσπασε και το όριο των 50 ευρώ ανά μεγαβατώρα παρουσιάζοντας μεγάλα σκαμπανεβάσματα.

Η πορεία των τιμών των καυσίμων είναι και η βασική αγωνία καθώς οι συνέπειες είναι πολλαπλές τόσο σε μακροοικονομικό όσο και σε δημοσιονομικό επίπεδο:

1. Βασική παραδοχή για να «βγει» ο προβλεπόμενος ρυθμός ανάπτυξης του 3% μέσα στο 2024 είναι ότι θα καταγραφεί περαιτέρω μείωση στο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η σημαντική μείωση που καταγράφεται μέσα στο 2023 οφείλεται κυρίως στην αποκλιμάκωση των τιμών της ενέργειας, γι’ αυτό και μια αντιστροφή της τάσης είναι πολύ πιθανό ότι θα προκαλέσει σημαντικά προβλήματα.

2. Σε δημοσιονομικό επίπεδο, τα ακριβά καύσιμα επηρεάζουν το σκέλος των δαπανών καθώς πρέπει να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες λειτουργίας των κρατικών υπηρεσιών και των φορέων της γενικής κυβέρνησης. Επίσης, εντείνονται οι πιέσεις για στήριξη των νοικοκυριών. Ήδη ο πρωθυπουργός άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο περαιτέρω στήριξης εφόσον υπάρξει εκτροχιασμός του ενεργειακού κόστους.

3. Οι ενεργειακές τιμές μπορούν να αποτελέσουν αιτία για αναθέρμανση του πληθωριστικού μετώπου. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος στάθηκε ιδιαίτερα σε αυτόν τον κίνδυνο, μιλώντας για κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού σε πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες.

Τα ομόλογα

Δεν είναι όμως μόνο το πετρέλαιο. Ήδη, η αβεβαιότητα έχει «χτυπήσει» τις αποδόσεις των ομολόγων εκτινάσσοντας το κόστος δανεισμού των χωρών. Το ιταλικό ομόλογο «έπιασε» και πάλι χθες το υψηλό των 11 ετών. Η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης δανείζεται στη 10ετία με επιτόκιο άνω του 5%, ενώ ακόμη και η Γερμανία «φλερτάρει» με το 3%.

Για την Ελλάδα, το γεγονός ότι η απόδοση «συγκρατείται» στην περιοχή του 4,4% αποδίδεται περισσότερο στην προσδοκία της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας από τον οίκο S&P σήμερα. Η αύξηση του κόστους δανεισμού «χτυπά» τους προϋπολογισμούς στην τελική γραμμή και αυξάνει τα ελλείμματα σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης.

Για τον ελληνικό προϋπολογισμό το… ευτύχημα σε αυτή τη συγκυρία είναι ότι το επιτόκιο με το οποίο τοκίζεται το ελληνικό χρέος είναι «κλειδωμένο» σε πολύ μεγάλο ποσοστό και ότι οι αναχρηματοδοτήσεις που απαιτούνται σε ετήσια βάση είναι εξαιρετικά περιορισμένες (περίπου 7 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση).

Οι τουριστικές εισπράξεις

Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η επίπτωση μπορεί να έλθει κυρίως από τον τουρισμό. Ο στόχος για ανάπτυξη 3% μέσα στο 2024 έχει στηριχτεί πέρα από την αύξηση των επενδύσεων και στην παραδοχή ότι θα καταγραφεί νέο ιστορικό ρεκόρ εσόδων από τον τουρισμό. Αν η χρονιά κλείσει φέτος με εισπράξεις κοντά στα 20 δισ. ευρώ, τότε το 2024 θα πρέπει να φτάσουμε στα 21 δισ. ευρώ.

Αυτό προϋποθέτει ότι δεν θα δημιουργηθεί κλίμα ανασφάλειας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο με αποτέλεσμα τον περιορισμό των αφίξεων στη χώρα, αλλά και θα αποφύγουν την ύφεση μεγάλες οικονομίες της Ε.E. που αποτελούν κύριες πηγές του τουριστικού ρεύματος.