Από την έντυπη έκδοση
Του Μωυσή Λίτση
[email protected]
Έλλειψη προσωπικού στις βρετανικές επιχειρήσεις προκαλεί το Brexit, καθώς πολλοί εργαζόμενοι υπήκοοι της Ε.Ε. επιστρέφουν στην πατρίδα τους, υποστηρίζει η Συνομοσπονδία Εύρεσης και Πρόσληψης (REC), που εκπροσωπεί τα γραφεία εύρεσης εργασίας. Η Συνομοσπονδία Εύρεσης και Πρόσληψης ανακοίνωσε χθες ότι η έλλειψη προσωπικού στις βρετανικές επιχειρήσεις επιδεινώθηκε τον Ιούλιο, λόγω της αναχώρησης εργαζομένων οι οποίοι είναι υπήκοοι της Ε.Ε., μετά την ετυμηγορία του περσινού δημοψηφίσματος υπέρ του Brexit.
Τα δικαιώματα των υπηκόων από χώρες της Ε.Ε. είναι ένα ακόμη ακανθώδες ζήτημα των διαπραγματεύσεων για το Brexit, το οποίο δημιουργεί αβεβαιότητα σε πολλούς εργαζόμενους που προέρχονται από τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., καθώς δεν είναι σίγουρο αν θα συνεχίσει να ισχύει η ελεύθερη διακίνηση προσώπων από χώρες της Ε.Ε. και αν ναι, μέχρι πότε.
Η υπουργός Εσωτερικών Άμπερ Ρουντ είχε δηλώσει πρόσφατα ότι μετά το Brexit θα παύσει να ισχύει η ελεύθερη διακίνηση προσώπων, λέγοντας ωστόσο πως η Βρετανία θα συνεχίσει να κρατά τις πόρτες ανοικτές στην ελεγχόμενη μετανάστευση από τις χώρες της Ε.Ε.
Η Ρουντ διαβεβαίωνε με άρθρο της στους «Financial Times» ότι οι επιχειρήσεις δεν θα βρεθούν στο «χείλος του γκρεμού» όσον αφορά τη μετανάστευση και ότι η Βρετανία θα συνεχίσει να προσελκύει τους «λαμπρότερους και καλύτερους μετανάστες από ολόκληρο τον κόσμο».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η REC, η διαθεσιμότητα προσωπικού στο σύνολό της κατέγραψε τη μεγαλύτερη μείωση εδώ και ενάμιση χρόνο τον προηγούμενο μήνα. «Τα τμήματα της οικονομίας τα οποία εξαρτώνται πιo πολύ από εργαζόμενους που προέρχονται από την Ε.Ε. δέχονται ακόμη μεγαλύτερη πίεση καθώς εργαζόμενοι υπήκοοι της Ε.Ε. επιστρέφουν στην πατρίδα τους» δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της REC Κέβιν Γκριν.
«Οι εργοδότες δεν πασχίζουν απλά να προσλάβουν τους πιο άξιους και καλύτερους, αλλά και ανθρώπους να απασχοληθούν ως σεφ, οδηγοί και εργάτες αποθήκης».
Το Λονδίνο, κατά τη Συνομοσπονδία, παρουσιάζει τη μεγαλύτερη έλλειψη προσωπικού, με τους ρυθμούς πρόσληψης να είναι οι πιο αργοί από οπουδήποτε αλλού στη Βρετανία. «Οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, ένα σημαντικό τμήμα της αγοράς εργασίας του Λονδίνου, δεν προσλαμβάνουν με το συνηθισμένο τους ρυθμό, καθώς η αβεβαιότητα για το Brexit κάνει τους εργοδότες πιο επιφυλακτικούς», επισήμανε ο Γκριν.
Εκτός από τα δικαιώματα των μεταναστών που προέρχονται από την Ε.Ε., ένα άλλο μεγάλο ζήτημα που θα πρέπει να διευθετηθεί με το Brexit, είναι η δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, οι αποφάσεις του οποίου, για τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., είναι ανώτερες από αυτές των εθνικών δικαστηρίων.
Ο πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου της Βρετανίας Ντέιβιντ Νιουμπέργκερ δήλωσε χθες σε συνέντευξή του στο BBC πως η κυβέρνηση θα πρέπει να ξεκαθαρίσει το πώς τα βρετανικά δικαστήρια θα ερμηνεύουν τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, μετά το Brexit.
«Αν το κοινοβούλιο του Ηνωμένου Βασιλείου αποφανθεί ότι θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, τότε θα το κάνουμε, αν πει πως δεν πρέπει, τότε δεν θα το κάνουμε και σε γενικές γραμμές θα κάνουμε ό,τι λέει ο νόμος» επισήμανε ο Νιουμπέργκερ.
«Αν δεν ξεκαθαρίσει τι πρέπει οι δικαστές να πράττουν όσον αφορά τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, τότε οι δικαστές θα πρέπει απλώς να κάνουν το καλύτερο. Αλλά το να κατηγορηθούν οι δικαστές γι’ αυτό, όταν το κοινοβούλιο θα έχει αποτύχει να το κάνει, θα ήταν άδικο».
Η Βρετανία έχει ξεκινήσει την πολύπλοκη διαδικασία επανεθνικοποίησης της νομοθεσίας, έπειτα από 40 και πλέον χρόνια που αυτή καθοριζόταν από την ένταξη της χώρας στην Ε.Ε. Ο νόμος περί «ανάκλησης», ο οποίος θα καθορίζει μεταξύ άλλων τη νομική διαδικασία μετά το Brexit, θα συζητηθεί από το βρετανικό κοινοβούλιο.
Οι οπαδοί του Brexit δεν θέλουν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να έχει καμία δικαιοδοσία στα ζητήματα της Βρετανίας. Ωστόσο τα 40 και πλέον χρόνια «δεδικασμένων» με βάση την ευρωπαϊκή νομοθεσία, η οποία μεταφερόταν στο εθνικό δίκαιο, δεν είναι εύκολο να «παραγραφούν».
Ο πρώην γενικός εισαγγελέας Ντομινίκ Γκριέβε, ένας από τους πιο σφοδρούς πολέμιους του Brexit, μιλώντας στο ραδιόφωνο του BBC, υποστήριξε ότι «η νομοθεσία για την αποχώρησή μας από την Ε.Ε. είναι πάρα πολύ ασαφής για το ποια θα είναι η σχέση ανάμεσα στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και τη νομολογία καθώς και των δικαστηρίων μας».