Skip to main content

Βουτιά και πάλι στην ύφεση με μείωση του ΑΕΠ έως 4%

Από την έντυπη έκδοση
 
Βαρύ υφεσιακό πλήγμα στην οικονομία κατάφερε η παρατεταμένη αβεβαιότητα των τελευταίων μηνών, που κλιμακώθηκε με το κλείσιμο των τραπεζών και τα capital controls.

Η Κομισιόν και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στην κοινή τους έκθεση, προβλέπουν βαθιά ύφεση φέτος, αλλά και το 2016, ενώ σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα θα διαμορφωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα μέχρι και το 2017, καθώς έχει εξασθενήσει η δυναμική της οικονομίας.

Οι εξελίξεις αυτές είναι συνέπεια των τελευταίων δραματικών γεγονότων που έφεραν την οικονομία στα πρόθυρα του Grexit (κίνδυνο που δεν έχει διαφύγει ακόμη) και οδηγούν, αμέσως μετά την υπογραφή της συμφωνίας, στην κατάρτιση ενός νέου Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος, με στόχους προσαρμοσμένους στα νέα αρνητικά δεδομένα.

Στην έκθεση της Κομισιόν και της ΕΚΤ εκτιμάται πλέον πως η οικονομία θα πέσει ξανά σε ύφεση το 2015, καθώς η μείωση του πραγματικού ΑΕΠ θα κινηθεί μεταξύ 2% και 4%. Σημειώνεται πως η προηγούμενη εκτίμηση της Κομισιόν τον περασμένο Απρίλιο έκανε λόγο για ανάπτυξη της οικονομίας κατά 0,5%, ενώ το βασικό σενάριο του προηγούμενου προγράμματος τοποθετούσε τον πήχη της ανάπτυξης στο 2,9% για το 2015.

Η οικονομία είχε εξέλθει από την ύφεση το 2014 σημειώνοντας πραγματική αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,8%, αλλά σε ονομαστικούς όρους το ΑΕΠ μειώθηκε (σε σύγκριση με το 2013) λόγω του αποπληθωρισμού.

Νωρίτερα, βρέθηκε σε ύφεση για έξι συναπτά χρόνια, από το 2008 έως και το 2013, στη διάρκεια των οποίων χάθηκε το 26% του ΑΕΠ.

Για το 2016, η Κομισιόν εκτιμά πως η ελληνική οικονομία θα βρεθεί ξανά σε ύφεση μεταξύ 0,5 και 1,75% και θα επανέλθει σε αναπτυξιακούς ρυθμούς από το 2017 υπό την προϋπόθεση ότι θα αποκατασταθεί σύντομα η πολιτική σταθερότητα και θα υπάρξει σταδιακή ελάφρυνση των διοικητικών μέτρων στον τραπεζικό τομέα (σ.σ.: τραπεζική αργία).

Η μακροχρόνια ανάπτυξη εκτιμάται στο 1,8% στο βασικό σενάριο και στο 1,5% στο αντίξοο σενάριο.

Η επάνοδος σε ύφεση αλλάζει και τους μακροοικονομικούς στόχους. Αναμένεται πρωτογενές έλλειμμα 0%-1% το 2015, αντί πλεονάσματος μέχρι 1% του ΑΕΠ που προβλεπόταν μέχρι τα μέσα Ιουνίου. Επίσης η Κομισιόν προβλέπει πλεόνασμα 0,5% έως 1% το 2016 (αντί 2% προηγούμενης πρόβλεψης), 2% έως 2,25% το 2017 και στο 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 και μετά.

Παράλληλα στην έκθεση αναφέρεται πως «σε πολύ κρίσιμη κατάσταση βρίσκονται οι τράπεζες» και καταγράφονται ουσιαστικοί κίνδυνοι σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Δύσκολη συνεδρίαση στη Φραγκφούρτη

Το «σήμα» προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για να παράσχει εκ νέου ρευστότητα στις τράπεζες έδωσε χθες η ελληνική Βουλή, χωρίς να είναι βέβαιο πως θα είναι αρκετό για να δοθεί η αναγκαία ανάσα στο σύστημα. Στους κόλπους του ευρωσυστήματος διατηρείται η νευρικότητα για τις εξελίξεις σχετικά με τη συμφωνία, η οποία ενισχύεται από την καθορισμένη για την ερχόμενη Δευτέρα αποπληρωμή προς την κεντρική τράπεζα.

Η συνεδρίαση του δ.σ. της ΕΚΤ στη Φραγκφούρτη δεν θα είναι εύκολη και αναμένεται ότι ο διοικητής της ΤτΕ, Γ. Στουρνάρας, θα βρεθεί αντιμέτωπος με την ομάδα των σκληροπυρηνικών, η οποία είναι διευρυμένη πλέον. Η ΕΚΤ θα χρειαστεί διαβεβαιώσεις ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει με το προγραμματισμένο πρόγραμμα διάσωσης, συμπεριλαμβανόμενης της πληρωμής των ομολόγων στις 20 Ιουλίου, που κατέχει το Ευρωσύστημα.

Αναλυτές εκτιμούν ότι θα μπορούσε να δοθεί μικρή αύξηση του ορίου του ELA, ενώ με ενδιαφέρον αναμένονται οι αναφορές του Μάριο Ντράγκι για τις ελληνικές τράπεζες στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου. Εάν δοθεί αύξηση, θεωρείται επί του παρόντος επαρκές το μαξιλάρι των διαθέσιμων ενεχύρων που έχει μείνει μετά την αύξηση του haircut. Το «ξεκλείδωμα» της ρευστότητας είναι κρίσιμο για τις τράπεζες προκειμένου το σύστημα να περάσει στο επόμενο στάδιο, αυτό της ανακεφαλαιοποίησης από το νέο πακέτο βοήθειας.

Ο Andreas Dombret, μέλος του δ.σ. της Bundesbank, διατύπωσε προβληματισμό για τη φερεγγυότητα των ελληνικών τραπεζών μετά μάλιστα από την τραπεζική αργία και αναφέρθηκε στην ανάγκη να ισχύσει άμεσα η οδηγία που αφορά την εφαρμογή bail in.

H Μοrgan Stanley υπολογίζει, με βάση τις παραδοχές των stress tests του 2014, σε 4,6 δισ. ευρώ τις κεφαλαιακές ανάγκες που προκύπτουν και τις πρόσθετες προβλέψεις στα 14 δισ. ευρώ. Επίσης θεωρεί ότι η έξοδος από το ευρώ αποτελεί κίνδυνο και ότι οι τράπεζες εξελίσσονται σε δύσκολο στοίχημα.

Υψηλό ρίσκο από την εφαρμογή του νέου προγράμματος βλέπει και η Moody’s, η οποία θεωρεί βέβαιη την παράταση των capital controls για μεγάλο διάστημα, καθώς είναι περιορισμένη η δυνατότητα χρηματοδότησης και σίγουρη η διατήρηση του ELA σε υψηλό επίπεδο.

Σήμερα ο ELA αντιστοιχεί στο 25% του ενεργητικού, ενώ η συνολική ρευστότητα που έχει ληφθεί από το ευρωσύστημα στο 35% του συνολικού ενεργητικού των τραπεζών. Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων εκτιμάται ότι θα φθάσει το 40% με 45% και θα απαιτήσει αύξηση των προβλέψεων, καθώς σήμερα, με δείκτη 35%, η κάλυψη διαμορφώνεται στο 60%.

Τρία μαθήματα για την Ευρώπη

Τα ρίσκα για την Ελλάδα παραμένουν όσον αφορά την πορεία της οικονομίας αλλά και τη διαδικασία εφαρμογής των όποιων μέτρων, σημειώνει η Goldman Sachs. Σε χθεσινή του έκθεση, ο οίκος καταγράφει τα «τρία μαθήματα» που πήρε η Ευρώπη από τα όσα διαδραματίσθηκαν το Σαββατοκύριακο, τα οποία είναι:

1. Η έξοδος από το ευρώ είναι πιθανή

2. Η γαλλογερμανική ατμομηχανή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δείχνει να είναι συγκεχυμένη

3. Η αρχή της ομοφωνίας στη λήψη αποφάσεων στη ζώνη του ευρώ διαβρώνεται.

Ειδικότερα, το πρώτο μάθημα που πήραμε αναφέρει ότι μια έξοδος από την Ευρωζώνη είναι δυνατή. Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι πάντα επέμεναν ότι η υιοθέτηση του ευρώ είναι αμετάκλητη.

Αλλά κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου η προοπτική ενός «time-out» για την Ελλάδα στη ζώνη του ευρώ πέτυχε ευρεία υποστήριξη. Στην πράξη, ένα τέτοιο χρονικό όριο θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια μόνιμη έξοδο. Σύμφωνα με το δεύτερο μάθημα, η γαλλο-γερμανική κινητήριος δύναμη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης φυλλορροεί.

Ο πρώην Γάλλος πρόεδρος Σαρλ Ντε Γκολ περιέγραψε την Ευρωπαϊκή Ενωση ως «ένα γερμανικό άλογο με έναν Γάλλο αναβάτη». Η γερμανική πρόταση το Σαββατοκύριακο για ένα ελληνικό «time-out» από τη ζώνη του ευρώ έγινε μονομερώς. Οι Γάλλοι δεν το υποστήριξαν, αλλά οι Γερμανοί διαπραγματευτές προχώρησαν έτσι κι αλλιώς.

Το τρίτο μάθημα αφορά την αρχή της ομοφωνίας στη λήψη αποφάσεων στη ζώνη του ευρώ, που φαίνεται να διαβρώνεται. Η προθυμία της Γερμανίας να αναλάβει μονομερή δράση αντικατοπτρίζει επίσης μια διάβρωση της αρχής της ομοφωνίας που διέπει τις πιο ευαίσθητες περιοχές της λήψης αποφάσεων εντός του ευρώ και της Ε.Ε.