Η ανάκαμψη της οικονομίας και η επιστροφή της χώρας στις διεθνείς αγορές έχουν ενισχύσει σημαντικά τα επίπεδα αισιοδοξίας των στελεχών των ελληνικών επιχειρήσεων, παρά τους αναιμικούς δείκτες ανάπτυξης. Σύμφωνα με την τελευταία έκδοση της εξαμηνιαίας έρευνας της ΕΥ για την Ελλάδα, Capital Confidence Barometer, το ποσοστό των στελεχών που εκτιμούν ότι η ελληνική οικονομία βελτιώνεται, φθάνει το 88%, έναντι 54% πριν ένα χρόνο.
Παράλληλα, το ίδιο μεγάλο ποσοστό των στελεχών αναμένουν ότι οι επιχειρήσεις τους θα αναπτυχθούν την επόμενη χρονιά με ρυθμό από 6%-15%.
Παρά την αισιοδοξία τους, τα στελέχη στη χώρα μας ανησυχούν για μια σειρά από πιθανούς κινδύνους, με βασικότερο μεταξύ αυτών το ενδεχόμενο επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας, που προβληματίζει το 38% των στελεχών στην Ελλάδα, έναντι 33% παγκοσμίως.
Τα στελέχη στην Ελλάδα διαφοροποιούνται από τους συναδέλφους τους διεθνώς και ως προς τις προκλήσεις που θεωρούν ότι αντιμετωπίζει η επιχείρησή τους. Ενώ τα στελέχη παγκοσμίως αναφέρουν την αύξηση του κόστους παραγωγής ως βασική πηγή ανησυχίας τους, τα στελέχη στην Ελλάδα ανησυχούν περισσότερο για την προσέλκυση ανθρώπινου ταλέντου, την επιβράδυνση της ζήτησης και την πρόσβαση σε κεφάλαια.
Παράλληλα, ισχυρή παραμένει η διάθεση για Συγχωνεύσεις και Εξαγορές, με το 54% των στελεχών στην Ελλάδα να προβλέπουν ότι θα χρησιμοποιήσουν συγχωνεύσεις και εξαγορές (Σ&Ε) στα πλαίσια της αναπτυξιακής τους προσπάθειας, στη διάρκεια του επόμενου χρόνου.
Με βάση τα τελευταία στοιχεία της έρευνας της ΕΥ για τις Συγχωνεύσεις και Εξαγορές, τα στελέχη βλέπουν περιθώρια ανάπτυξης, με το 85% εξ αυτών να αναφέρουν ότι η συγκεκριμένη αγορά στην Ελλάδα θα βελτιωθεί τους προσεχείς μήνες.
Επίσης σχεδόν τα τρία τέταρτα (73%) των ελληνικών στελεχών αναμένουν να στραφούν στο εξωτερικό αναζητώντας ευκαιρίες Σ&Ε, με το Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ, τη Γερμανία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να είναι οι δημοφιλέστεροι προορισμοί, μαζί με την Ελλάδα.
Παρά το γεγονός ότι τα στελέχη στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν τις Σ&Ε ως μέσο επιτάχυνσης της αναπτυξιακής τους στρατηγικής, το 78% εκτιμούν ότι η ανάπτυξή τους κατά τους επόμενους 12 μήνες θα είναι κυρίως οργανική. Μετά από χρόνια περιορισμού των κοστολογίων και ενοποίησης δραστηριοτήτων, επιθυμούν να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στη μεγιστοποίηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων που ήδη κατέχουν, και βλέπουν την τεχνολογία ως βασικό μέσο για την επίτευξη αυτού του στόχου.
Ιδιαίτερα σημαντικό χαρακτηρίζεται το γεγονός ότι το 100% των Ελλήνων στελεχών που συμμετείχαν στην έρευνα, ανέφεραν ότι η επιχείρησή τους θα επενδύσει σημαντικά στην τεχνολογία, με προτεραιότητα σε τομείς όπως η βελτίωση της αποτελεσματικότητας εσωτερικών διαδικασιών, η βελτίωση της πρόσβασης και της ανάλυσης οικονομικών δεδομένων, η βελτίωση της εμπειρίας των πελατών, και η μείωση των κινδύνων (συμπεριλαμβανομένων και των κινδύνων του κυβερνοχώρου).
Με δεδομένο ότι το ανθρώπινο ταλέντο αποτελεί μία από τις βασικές προκλήσεις για την ανάπτυξη, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι σχεδόν ένα στα πέντε στελέχη αναφέρουν ότι θα επικεντρωθούν στις προσπάθειες αυτοματοποίησης και αξιοποίησης της τεχνητής νοημοσύνης για να ενισχύσουν την προσέλκυση και τη διαδικασία πρόσληψης ανθρώπινου ταλέντου.
Θέλουν, επίσης, να χρησιμοποιήσουν αυτές τις τεχνολογίες για να βελτιώσουν τα εξατομικευμένα προϊόντα και υπηρεσίες που προσφέρουν και να βελτιώσουν την εξυπηρέτηση των πελατών.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, ο κ. Τάσος Ιωσηφίδης, Εταίρος και Επικεφαλής του Τμήματος Χρηματοοικονομικού Συμβούλου & Υποστήριξης Συναλλαγών της ΕΥ Ελλάδος, δήλωσε:
«Οι βελτιωμένες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας αντικατοπτρίζονται καθαρά στα ευρήματα του τελευταίου Βαρόμετρου της ΕΥ για την Ελλάδα. Την ίδια ώρα, τα στελέχη των ελληνικών επιχειρήσεων εξακολουθούν να ανησυχούν για τις επιπτώσεις μιας επιβράδυνσης της οικονομίας. Ενώ αναμένουν βελτίωση της αγοράς των Σ&Ε, εξακολουθούν, όπως και στον υπόλοιπο κόσμο, να εκτιμούν ότι η ανάπτυξή τους στους επόμενους μήνες θα είναι κυρίως οργανική. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας περνά μέσα και από Σ&Ε, καθώς η μεγέθυνση των ελληνικών επιχειρήσεων αποτελεί προϋπόθεση για την εξωστρέφεια και τη βιώσιμη ανάπτυξη σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον».